Συγκίνηση στο πανελλήνιο προκάλεσε ο θάνατος του κορυφαίου στιχουργού Κώστα Βίρβου, ενός από τους πλέον πολυτραγουδισμένους καλλιτέχνες της χώρας τις τελευταίες δεκαετίες.
Ο Βίρβος, που γεννήθηκε το 1926 στα Τρίκαλα της Θεσσαλίας και ήταν πτυχιούχος του Παντείου Πανεπιστημίου, έφυγε χθες από τη ζωή σε ηλικία 89 ετών.
Από πολύ νωρίς ασχολήθηκε ως στιχουργός με το λαϊκό τραγούδι, χώρο στον οποίο διακρίθηκε από το 1950. Αφησε πίσω του μία πλούσια «κληρονομιά» από 2.500 τραγούδια, η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων είναι πλέον κλασικά και συμπεριλαμβάνονται στα «διαμάντια» της ελληνικής δισκογραφίας.
Συνεργάστηκε με τους περισσότερους από τους κορυφαίους συνθέτες και ερμηνευτές του ελληνικού τραγουδιού, μεταξύ αυτών ο Μίκης Θεοδωράκης, ο Βασίλης Τσιτσάνης, ο Γρηγόρης Μπιθικώτσης, ο Στέλιος Καζαντζίδης, ο Γιώργος Νταλάρας, ο Γιάννης Μαρκόπουλος κ.α.
Το πρώτο του τραγούδι που κυκλοφόρησε με το όνομά του ήταν το «Να το βρεις από άλλη» (1948), σε μουσική Απόστολου Καλδάρα με ερμηνευτές τη Σούλα Καλφοπούλου και τον Μάρκο Βαμβακάρη. Από τότε ακολούθησαν μεγάλες στιγμές: «Το καράβι», «Το κουρασμένο βήμα σου», «Μια παλιά ιστορία», «Της γερακίνας γιος», «Σου ‘χω έτοιμη συγγνώμη» κ.ά. Πέρασε και στους ολοκληρωμένους κύκλους τραγουδιών: «Καταχνιά» σε μουσική Χρήστου Λεοντή, «Θεσσαλικός κύκλος » σε μουσική Γιάννη Μαρκόπουλου, «Θάλασσα, πικροθάλασσα» σε μουσική Μίμη Πλέσσα, «Α-Ω» σε μουσική Γρηγόρη Μπιθικώτση κ.ά.
Το 1943 περνάει στις γραμμές της Εθνικής Αντίστασης ως μέλος του ΕΑΜ. Τον Μάρτη του '44 συλλαμβάνεται και βασανίζεται, γιατί έγραφε συνθήματα στους τοίχους για την τότε κυβέρνηση του βουνού. «Το ίδιο βράδυ με έριξαν στο απομονωτήριο. Εκεί ήταν κι ένας άλλος. Πονούσα σε όλο μου το κορμί... Μέσα εκεί υπήρχε ένα κούτσουρο. Του είπα «Σε παρακαλώ να ξαπλώσεις στο κούτσουρο κι εγώ πάνω στο σώμα σου». Ετσι έγινε. Απ' αυτό εμπνεύστηκα το «ούτε στρώμα να πλαγιάσω, ούτε φως για να διαβάσω» που γράφω στη «Γερακίνα» θυμόταν χρόνια αργότερα. Ο πατέρας του με 800 χρυσές λίρες τον απελευθερώνει και έπειτα φεύγει για το βουνό, όπου εκεί συναντά και τον Αρη Βελουχιώτη.
«Ο Βίρβος είναι ένα απ' τα μεγάλα κλαριά στο δένδρο της ελληνικής μουσικής» σημειώνει ο Μίκης Θεοδωράκης. «Αν δεν υπήρχε ο Κώστας Βίρβος στο λαϊκό τραγούδι της δεκαετίας του '50, σίγουρα θα 'πρεπε να τον εφεύρουμε» αναφέρει ο Λευτέρης Παπαδόπουλος.
«Οταν πεθάνω από το άγχος,/μια βραδιά,/να με πετάξετε σε θάλασσα/βαθιά,/σας το δηλώνω, δε χρειάζομαι/κηδείες,/στεφάνια, λόγους, μουσικές και/αηδίες./ Δε θέλω να ΄ρθουν στην κηδεία/σοβαροί,/οι δήθεν φίλοι μου που είναι/ όλοι εχθροί, /και οι συνάδελφοι, στεγνοί/γραφειοκράτες/με τα κολάρα και τις/ έτοιμες γραβάτες» έγραφε στο «Ο θάνατός μου».
Υπόκλιση σε έναν από τους τελευταίους «κορυφαίους» που κατάφερε να συντροφεύσει κάθε έκφανση της ζωής μας τις τελευταίες δεκαετίες, συντροφεύοντας τις αγάπες, τους έρωτες, τον πόνο, τη νοσταλγία εκατομμυρίων Ελλήνων...