Σε άρθρο του στο προσωπικό του blog, ο πρώην υπουργός Οικονομικών ζητά να παραιτηθούν όσοι έφταιξαν για τη δημοσιονομική ασφυξία της Ελλάδας και τους καλεί να ζητήσουν συγγνώμη από τον ελληνικό λαό. Ταυτόχρονα καλεί προς μια στροφή σε μια νέα πολιτική με άμεση ελάφρυνση του χρέους και επιμένει πως πρέπει να μπει τέλος στη λιτότητα.
«Είναι ώρα να αποκατασταθεί η ελληνική δημοκρατία» λέει χαρακτηριστικά.
Όλο το άρθρο του Γιάνη Βαρουφάκη αναλυτικά:
«Η εβδομάδα ξεκίνησε με συζήτηση στο ελληνικό κοινοβούλιο που ζήτησε η Αξιωματική Αντιπολίτευση (οι άνθρωποι της Τρόικας στο εσωτερικό της χώρας) για τις προθέσεις της διαπραγμάτευσης το πρώτο εξάμηνο του 2015 και που τόλμησα να αντιμετωπίσω την Τρόικα.
Η Τρόικα που είχε οργανώσει ένα bank run πριν από τη μετακίνησή μου στο υπουργείο Οικονομικών, που με απείλησαν με κλείσιμο των τραπεζών τρεις ημέρες αφότου ανέλαβα στο υπουργείο και που προχώρησαν στο κλείσιμο των τραπεζών μας και τώρα μου χρεώνουν εμένα το κλείσιμο των τραπεζών και τα capital controls. Όπως ένας κοινός νταής, η Τρόικα αποδείχθηκε ένθερμη οπαδός του να κατηγορεί τα θύματά της και να δυσφημεί οποιονδήποτε τολμά να αντιστέκεται στις τακτικές της.
Η αντίδρασή μου στις απαιτήσεις της Τρόικας και τις απειλές της ότι θα με οδηγήσουν ενώπιον δικαστηρίων, ήταν απλή: «Προχωρήστε, θα σας αντιμετωπίσω» τους προκάλεσα. «Σε όποιο φόρουμ θέλετε: σε κάθε αμφιθέατρο, τηλεοπτικό σταθμό ακόμη και σε δικαστική αίθουσα»!
Στο τέλος ηττήθηκαν καθώς η πλειοψηφία στη Βουλή ψήφισε κατά της σύστασης Εξεταστικής Επιτροπής.
Εν συνεχεία, η εβδομάδα ολοκληρώνεται, με την έκθεση του ανεξάρτητου γραφείου του ΔΝΤ που έριξε περισσότερο φως. Είναι μια σκληρή έκθεση, που δεν αφήνει κανένα περιθώριο αμφισβήτησης για την χυδαία οικονομική πολιτική και τη διπλωματία που ασκούν οι υπάλληλοι της Τρόικας. Φέρνει το ΔΝΤ, την ΕΚΤ και την Κομισιόν σε δύσκολη θέση: Είτε θα αποκαταστήσετε έστω και ένα μικρό μέρος της νομιμότητας επικρίνοντας και απολύοντας αξιωματούχους που φέρουν τη μεγαλύτερη ευθύνη ή δεν θα κάνετε τίποτα εντείνοντας τη δυσαρέσκεια των Ευρωπαίων πολιτών απέναντι στην Ε.Ε. και θα συμβάλλετε στην ταχύτερη αποδόμηση του ευρωπαϊκού οικοδομήματος.
Όταν ήμουν στο υπουργείο και διαπραγματευόμουν με αυτούς τους ανθρώπους, ο φιλικά διακείμενος προς την Τρόικα Τύπος έλεγε πως δεν μπορούσα να συντονίζω εγώ τις διαπραγματεύσεις γιατί τόλμησα να πως ότι από το 2010 έως το 2014, το ΔΝΤ, η ΕΚΤ και η Κομισιόν οδήγησαν την Ελλάδα σε έναν δημοσιονομικό «εικονικό πνιγμό», προκαλώντας μία αχρείαστη μεγάλη ύφεση με τις πολιτικές λιτότητας που επέβαλαν. Ο Τύπος έλεγε τότε ότι ο υπουργός Οικονομικών μιας μικρής και χρεοκοπημένης χώρας δεν μπορεί να ισχυρίζεται δημοσίως ή μη, ότι η χώρα του έχει υποστεί «εικονικό πνιγμό».
Η απάντησή μου ήταν πως δοκιμάσαμε τη σιωπή και την υπακοή από το 2010 ως το 2014. Το αποτέλεσμα; Η απώλεια του 28% του εθνικού εισοδήματος και τα… σταφύλια της οργής που «ωρίμαζαν και βάραιναν όλο και περισσότερο την κληματαριά». Ήταν η ώρα να αντιπροτείνει κάποιος στην Τρόικα και να αρνηθεί να συνεχίσει να εφαρμόζει τη στρατηγική της. Ήταν μια στάση για την οποία ποτέ δεν με συγχώρεσαν.
Έναν χρόνο μετά την επιτυχία της Τρόικας να με διώξει από την ελληνική κυβέρνηση, ασκώντας πιέσεις στον Αλέξη Τσίπρα να συνθηκολογήσει παρά την αντίθετη θέληση του 62% των πολιτών στο δημοψήφισμα, οι «εσωτερικές υποθέσεις» του ΔΝΤ επιβεβαιώνουν τώρα ότι η στάση μου ήταν πλήρως δικαιολογημένη και όχι εσφαλμένη ή μη διπλωματική»
«Και τώρα τι γίνεται»; «Τι νόημα έχει να παραδέχεται κάποιος το λάθη του αν οι πολιτικές που επιβάλλονται στην ελληνική κυβέρνηση είναι οι ίδιες με εκείνες και πριν το «mea culpa”; «Τι νόημα έχει αν αυτοί οι άνθρωποι που επέβαλαν αυτές τις καταστροφικές, απάνθρωπες πολιτικές παραμένουν στις θέσεις τους»;
Συνολικά χρειάζεται μια άμεση συγγνώμη προς τον ελληνικό λαό, όχι μόνο από το ΔΝΤ αλλά και από την ΕΚΤ και την Κομισιόν. Αλλά μια συγγνώμη δεν αρκεί. Χρειάζεται να συνοδευθεί και από μια άμεση παραίτηση εκπροσώπων των τριών θεσμών.
Πρώτος στη λίστα είναι ο κ. Πολ Τόμσεν και ακολουθούν ο κ. Τόμας Βίζερ και ο κ. Κλάους Μαζούχ της ΕΚΤ.
Όλα αυτά όμως θα πρέπει να συνοδευθούν και από μια στροφή στην μακροοικονομική, δημοσιονομική και μεταρρυθμιστική πολιτική για την Ελλάδα από εδώ και στο εξής.
Θα συμβεί άραγε κάτι από όλα αυτά; Ή η έκθεση του ΔΝΤ θα ξεχαστεί σύντομα;
Οι πιθανότητες κλίνουν προς το δεύτερο. Σε αυτή την περίπτωση η ευκαιρία να ξανακερδηθεί η εμπιστοσύνη προς την Ε.Ε από τους πολίτες της θα χαθεί όπως η άμμος που φεύγει από τα χέρια των ηγετών».