14.8.16

ΧΡΟΝΟΓΡΑΦΗΜΑ - Μύκονος !

Του Παναγιώτη  Αντωνόπουλου


              Τούτοι που δεν ξέρουν να μοιράσουν δυο γαϊδουριών άχυρο αλλά έχουν το χρήμα με τη σέσουλα κάθε καλοκαίρι μαζεύονται στη Μύκονο. 
Κατεβαίνουν από τις τζιπάρες τους,  φισκάρουν στα ξενυχτάδικα  και τουλουμιάζουν αλύπητα το σάπιο σώμα και την αμαρτωλή ψυχή τους τρώγοντας τον αγλέουρα και πίνοντας τον περίδρομο χημικό αλκοόλ.
               Στη μέθη τους κάνουνε ευτράπελα, γίνονται καραγκιόζηδες και γελάει το παρδαλό κατσίκι. Αρσενικοί  << διάσημοι >> πετούν τα πουκάμισα και κάνουν στριπτίζ. 
Ηθοποιοί με υποκριτικές σπουδές στο σεξουαλισμό σαλιαρίζουν με γύναια της SHOWBIZ. 
Καλλιτέχνες  φαιδροί σκνίπα στο μεθύσι καπνίζουν μακριά τσιμπούκια, γελούν και καρυκεύουν το λόγο τους με αισχρολογίες. 
Αγάδες του ελληνικού δημοσίου ρουφάνε τις μπουκάλες του τζιν σαν νεροφίδες. 
Σουλτάνοι φοροκλέφτες χαρίζουν τριανταφυλλένια γελάκια στις ροδαλές εταίρες τους. Τεμπέληδες μπουρζουάδες με τα σωθικά τους  θερισμένα σπάνε σταμνιά και ρίχνουν πόρτες κάτω, κάνοντας το κέφι τους.  
 Σπρώχνουν το χρήμα σαν κινούμενο δάσος στα γκαρσόνια, αδειάζουν πορτοφόλια,  κάνουν φτου, σαλιώνουν το χέρι, και μετράνε: << πενήντα… εκατό,,, διακόσια, χίλια… χίλια πεντακόσια… >>
              Είπες τίποτα; Είπες τίποτα, απολυμένε του σουβλατζίδικου, καθαρίστρια του Αττικού νοσοκομείου, χαμάλη του Σκαραμαγκά; 
Τι να πεις! 
Εσύ  μόνο ψηφίζεις, δε μιλάς.
               Το Βάκχο  και τα μάτια τους. 
Τσίτσιδοι αδειάζουν το τελευταίο μπουκάλι τους, τρεκλίζοντας απέρχονται,  με πηδηχτά βήματα σαν της μαϊμούς επιστρέφουν τα βράδια στα βασίλειά τους  από τα ξενυχτάδικα. Τα ιερά τους απρόσιτα, καμία μίανση δε χωρεί. 
Ο επιθεωρητής που θα μπει θα βγει λαδωμένος ή κλωτσημένος. 
Τα ιερουργούν άνθρωποι της καλής πάστας, << έντιμοι >> πολιτικοί, φοροφυγάδες της ντροπής.
               Τις νύχτες που οι αμαρτωλοί Σοδομίτες κοιμούνται με λερωμένα οπίσθια, στην πατρίδα μου τη Μεσσηνία η Πηγιώ, μια κοπελίτσα σωστή φρεγάδα πεθαίνει από πυρετό, δεν έχει ασφάλιση και το νοσοκομείο την πετάει έξω.  
 Ο Μανωλιός, παλιός φορτηγατζής, χάνει το σπίτι του σε πλειστηριασμό, δεν έχει μια να αποπληρώσει το δάνειο και μένει απομονωμένος κατ’ οίκον, πάσχων υπό αιφνίδιας φρενίτιδας. Ίσως να τρελαθεί. 
Στο πύρινο κολαστήριο του θερμοκηπίου ο Ιβάν Μοσσί μαζεύει ντομάτες και φτύνει αίμα με  σκουλήκια. Τον τσούζουν τα εγκαύματα, τον σαπίζουν τα χημικά, αλλά μένει χωμένος στο πλαστικό για να κερδίσει δυο ευρώ την ώρα.  
              Στη Μύκονο αγρόν ηγόρασαν ποιος πεθαίνει και ποιος ζει στην υπόλοιπη Ελλάδα! Εκεί το χρήμα διώχνει "πάσαν νόσον και πάσα μαλακίαν"
Οι μπεκρήδες στον κόσμο τους, οι αμαρτωλοί στα σεντόνια τους και οι σκαφάτοι ξύνουν τον πισινό τους  ύστερα από την ενόχληση που νιώθουν  στο απευθυσμένο τους  εξαιτίας της συνεχούς αφόδευσης! 


           ellinikoxronografima.blogspot.gr

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ ΝΕΑ και ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Αρχειοθήκη ιστολογίου