Η βιομηχανία αιολικής ενέργειας παρήγαγε 111 τεραβατώρες, αποτελώντας το 20,4% της συνολικής γερμανικής ισχύος.
Οι ανανεώσιμες πηγές ενέργειας ξεπέρασαν τον άνθρακα ως βασική πηγή ενέργειας της Γερμανίας για πρώτη φορά το 2018, αντιπροσωπεύοντας περισσότερο από το 40% της παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας, σύμφωνα με το Reuters.
Η μεγαλύτερη οικονομία της Ευρώπης στοχεύει σε μερίδιο 65% της ενέργειας για τις ανανεώσιμες πηγές έως το 2030, καθώς εγκαταλείπει την πυρηνική ενέργεια μέχρι το 2022 και σχεδιάζει μια ομαλή, σταδιακή κατάργηση του άνθρακα.
Σύμφωνα με την έρευνα της οργάνωσης εφαρμοσμένων επιστημών Fraunhofer, η ηλιακή, η αιολική, και η υδροηλεκτρική παραγωγή μαζί με την παραγωγή βιομάζας αυξήθηκαν κατά 4,3% το 2018 για την παραγωγή 219 τεραβατώρων. Η καύση άνθρακα είχε μερίδιο 38%, ενώ το μερίδιο της πράσινης ενέργειας αυξήθηκε σε 42,5%, από 38,2% το 2017 και μόλις 19,1% το 2010.
Η ηλιακή ενέργεια αυξήθηκε κατά 16% σε 45,7 τεραβατώρες λόγω παρατεταμένης καλοκαιρίας, ενώ η εγκατεστημένη ισχύς αυξήθηκε κατά 3,2 γιγαβάτ πέρυσι φτάνοντας τα 45,5. Η βιομηχανία αιολικής ενέργειας παρήγαγε 111 τεραβατώρες, αποτελώντας το 20,4% της συνολικής γερμανικής ισχύος.
Ξεχωριστά, η αιολική ήταν η μεγαλύτερη πηγή ενέργειας μετά την εγχώρια εξόρυξη καυσίμων άνθρακα με 24,1%. Οι μονάδες με εισαγόμενο λιθάνθρακα είχαν ποσοστό 13,9% επί του συνόλου. Η υδροηλεκτρική ενέργεια αντιπροσώπευε μόνο το 3,2% της παραγωγής ενέργειας, η βιομάζα το 8,3%, το φυσικό αέριο το 7,4%, και η πυρηνική ενέργεια το 13,3%, με το υπόλοιπο να προέρχεται από την καύση πετρελαίου και αποβλήτων.
Η Γερμανία ήταν καθαρός εξαγωγέας ενέργειας το 2018, κυρίως στην Ολλανδία, εισάγοντας παράλληλα μεγάλες ποσότητες από τη Γαλλία.