Μια επιστήμονας από την Ηλεία συνυπογράφει μελέτη του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας που ανατρέπει τα στερεότυπα περί οικογένειας, γαμηλιότητας και γονιμότητας μέσα στην Ελληνική κοινωνία, δείχνοντας ότι οι νέοι άνθρωποι κάνουν διαφορετικές επιλογές πάνω σ’ αυτά τα ζητήματα σε σχέση με τους γονείς και τους παππούδες τους.
Η Κάκια Σοφιανοπούλου από την Βαρβάσαινα, υποψήφια διδάκτωρ στο τμήμα Μηχανικών Χωροταξίας και Πολεοδομίας και Περιφερειακής Ανάπτυξης στο Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας, συνεργάστηκε με τον Βύρωνα Κοτζαμάνη, καθηγητή Δημογραφίας στο ίδιο Τμήμα και διευθυντή Εργαστηρίου Δημογραφικών και Κοινωνικών αναλύσεων, εκπονώντας την μελέτη που δείχνει ότι οι νεότερες γενιές τείνουν να υιοθετήσουν διαφορετικές συμπεριφορές απ' αυτές των γονιών τους και η πτώση τόσο των συγχρονικών όσο και των διαγενεακών δεικτών γονιμότητας και γαμηλιότητας είναι μια σαφής ένδειξη.Τα καταναλωτικά πρότυπα, όπως τονίζεται στη μελέτη, ουδαμώς διαφοροποιούνται πλέον στους νέους Έλληνες και Ελληνίδες απ' αυτά των αναπτυγμένων χωρών της Ευρώπης, η επίδραση της Ορθοδόξου Εκκλησίας (πολύ περισσότερο "διακριτικής" στον τομέα που μας ενδιαφέρει σε αντίθεση με τον Καθολικισμό) ατονεί και η επιρροή της "σκοντάφτει" στο κατώφλι της ιδιωτικής ζωής. Κατ' επέκταση, συγκεντρώνονται προοδευτικά και στην Ελλάδα οι υλικοί, πολιτισμικοί και θεσμικοί όροι, που επιτρέπουν την ανάδυση στον τομέα της "οικογένειας", των ίδιων προτύπων μ' αυτά που έχουν διαχυθεί σε χώρες της αναπτυγμένης Ευρώπης.
Επομένως, στο βαθμό που οι οικονομικοί, κοινωνικοί, πολιτισμικοί και θεσμικοί παράγοντες εξελίσσονται, ακολουθώντας αργές, συγκλίνουσες πορείες στον ευρωπαϊκό χώρο, δεν είναι αβάσιμη η υπόθεση ότι και οι δημογραφικές μας συμπεριφορές (της γαμηλιότητας συμπεριλαμβανομένης) θα εξελιχθούν, συγκλίνοντας μ' εκείνες που καταγράφονται σήμερα σε μια σειρά χωρών της ηπείρου μας, επισημαίνουν οι επιστήμονες.
Στη χώρα μας, το μοντέλο της "πυρηνικής οικογένειας", που εδράζεται στην έγγαμη συμβίωση, θα παραμείνει πιθανότατα κυρίαρχο και στο μέλλον, αλλά θα συνυπάρξει με άλλα μοντέλα, λιγότερο ή περισσότερο περιθωριακά, με αποτέλεσμα η ελληνική κοινωνία στις επόμενες δεκαετίες να παρουσιάζεται λιγότερο ομοιογενής και πλέον πολύμορφη απ' ό,τι είναι σήμερα.
Το μεγαλύτερο τμήμα της γαμηλιότητας σε όλες τις γενεές, αναφέρουν οι επιστήμονες, συνεχίζει να υλοποιείται στις ηλικίες 20-34 ετών (55% - 65%). Η εξέλιξη της πορείας των γάμων στις ηλικίες αυτές παρουσιάζει ιδιαίτερο ενδιαφέρον. Από την ανάλυση προκύπτει ότι οι συντελεστές γαμηλιότητας μέχρι τα 25 έτη ακολουθούν ταχεία ανοδική πορεία στις Ελληνίδες που γεννήθηκαν από το 1935-1950), η άνοδός τους επιβραδύνεται όμως σημαντικά στις δέκα επόμενες γενεές και η τάση αντιστρέφεται στις νεώτερες γυναίκες (γενεές 1960-1970), με αποτέλεσμα η ένταση της γαμηλιότητας στις ηλικίες αυτές να καταρρεύσει.
Ένα άλλο ενδιαφέρον συμπέρασμα στο οποίο οδηγείται η μελέτη είναι ότι οι νεότερες γενιές γυναικών παντρεύονται πλέον λιγότερο και σε μεγαλύτερη ηλικία σε σχέση με δύο και τρεις γενιές πιο πριν. Ανατρέπεται έτσι ένα από τα πλέον χαρακτηριστικά γνωρίσματα της παραδοσιακής ελληνικής κοινωνίας, που ήθελε τις γυναίκες να παντρεύονται γρήγορα και σε μικρές ηλικίες, έτσι που ένας αδελφός να μην παντρευόταν αν δεν οδηγούσε πρώτα στην εκκλησία τις αδελφές του.