Μεγάλης εκτίμησης φαίνεται ότι χαίρει το ελληνικό ελαιόλαδο στην αγορά της Βουλγαρίας. Σύμφωνα με έρευνα του γραφείου Οικονομικών και Εμπορικών Υποθέσεων (ΟΕΥ) της ελληνικής πρεσβείας στη Σόφια, έχουν τετραπλασιαστεί οι ελληνικές εξαγωγές ελαιολάδου στη Βουλγαρία, τα τελευταία τέσσερα χρόνια, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να αποτελεί πλέον το βασικό ανταγωνιστή της Ιταλίας στη βουλγαρική αγορά, έχοντας υπερκεράσει την Ισπανία.
Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ακόμα ότι από τη βουλγαρική αγορά «εξαφανίστηκε» πλήρως, από το 2006 κι έπειτα, η Πορτογαλία, ενώ οι τουρκικές εξαγωγές ελαιολάδου καταγράφουν σταθερά καθοδική πορεία. Η Ελλάδα εδραίωσε τη θέση της στην τοπική αγορά ελαιολάδου και οι μελλοντικές προοπτικές για την περαιτέρω επέκταση της παρουσίας της στη βουλγαρική αγορά είναι ευοίωνες. Και αυτό διότι καταγράφεται σταδιακή στροφή των Βούλγαρων καταναλωτών προς προϊόντα υγιεινής διατροφής, τονίζεται στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2010. Σύμφωνα με όσα επισημαίνονται, «αυτό το οποίο πρέπει να αντιληφθούν οι Έλληνες παραγωγοί είναι πως οι βασικοί μας ανταγωνιστές είναι, πρωτίστως, οι Ιταλοί και, δευτερευόντως, οι Ισπανοί. Άλλες χώρες, όπως π.χ. η Τουρκία, δε διαθέτουν ούτε τις δική μας παράδοση ούτε τη δική μας ποικιλία προϊόντων ελαιολάδου ούτε, κυρίως, τη δική μας παρουσία στην τοπική αγορά».
Οι πωλήσεις ελαιολάδου στη Βουλγαρία παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις και οι καταναλωτές αγοράζουν τόσο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, όσο και πυρηνέλαιο, ενώ προτιμώνται οι μικρές συσκευασίες. Το ελαιόλαδο πωλείται, κυρίως, στις μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες και ο πλέον προσοδοφόρος τρόπος για να εισέλθει κανείς στην τοπική αγορά είναι μέσω εισαγωγέων ή αντιπροσώπων, είτε ανεξάρτητων, είτε συνεργαζόμενων με μεγάλες αλυσίδες σούπερ - μάρκετ.
Μάλιστα, τα σούπερ μάρκετ διαθέτουν, τουλάχιστον, 15 διαφορετικές μάρκες ελαιολάδου από 3 - 4 χώρες προέλευσης, γεγονός που αποδεικνύει πως το ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο προϊόν στη Βουλγαρία ενισχύεται και οι ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρίες του κλάδου δε λείπουν.
Στις τιμές καταναλωτή παρουσιάζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με την ποικιλία (παρθένο, ανάμικτο, πυρηνέλαιο), τη χώρα προέλευσης και τη συσκευασία. Οι εταιρίες παραγωγής και οι μεγάλοι λιανέμποροι επιστρατεύουν για την προώθηση του ελαιολάδου προσφορές, αλλά και ειδικές συσκευασίες (κυρίως ιταλικές) με συνοδευτικά προϊόντα, σύμφωνα με την έρευνα.
Για 250 ml μέχρι 1 λίτρο ελληνικού εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει από 8 έως 20 λέβα/ανά λίτρο. Στην ίδια κατηγορία, ο καταναλωτής πληρώνει 8,5 έως 18 λέβα/ανά λίτρο για ιταλικό προϊόν, 11 έως 20 λέβα/ανά λίτρο για ισπανικό προϊόν και 11 έβς 15 λέβα/ανά λίτρο για τουρκικό προϊόν. Πάντως, το ελληνικό ελαιόλαδο πωλείται σαφώς φθηνότερα στις μεγάλες συσκευασίες (εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο από 2 λίτρα και άνω κοστίζει από 7 έως 12 λέβα/ανά λίτρο).ΠΑΣΕΓΕΣ
Στην ίδια έρευνα αναφέρεται ακόμα ότι από τη βουλγαρική αγορά «εξαφανίστηκε» πλήρως, από το 2006 κι έπειτα, η Πορτογαλία, ενώ οι τουρκικές εξαγωγές ελαιολάδου καταγράφουν σταθερά καθοδική πορεία. Η Ελλάδα εδραίωσε τη θέση της στην τοπική αγορά ελαιολάδου και οι μελλοντικές προοπτικές για την περαιτέρω επέκταση της παρουσίας της στη βουλγαρική αγορά είναι ευοίωνες. Και αυτό διότι καταγράφεται σταδιακή στροφή των Βούλγαρων καταναλωτών προς προϊόντα υγιεινής διατροφής, τονίζεται στην έρευνα, που πραγματοποιήθηκε τον Δεκέμβριο του 2010. Σύμφωνα με όσα επισημαίνονται, «αυτό το οποίο πρέπει να αντιληφθούν οι Έλληνες παραγωγοί είναι πως οι βασικοί μας ανταγωνιστές είναι, πρωτίστως, οι Ιταλοί και, δευτερευόντως, οι Ισπανοί. Άλλες χώρες, όπως π.χ. η Τουρκία, δε διαθέτουν ούτε τις δική μας παράδοση ούτε τη δική μας ποικιλία προϊόντων ελαιολάδου ούτε, κυρίως, τη δική μας παρουσία στην τοπική αγορά».
Οι πωλήσεις ελαιολάδου στη Βουλγαρία παρουσιάζουν αυξητικές τάσεις και οι καταναλωτές αγοράζουν τόσο εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο, όσο και πυρηνέλαιο, ενώ προτιμώνται οι μικρές συσκευασίες. Το ελαιόλαδο πωλείται, κυρίως, στις μεγάλες λιανεμπορικές αλυσίδες και ο πλέον προσοδοφόρος τρόπος για να εισέλθει κανείς στην τοπική αγορά είναι μέσω εισαγωγέων ή αντιπροσώπων, είτε ανεξάρτητων, είτε συνεργαζόμενων με μεγάλες αλυσίδες σούπερ - μάρκετ.
Μάλιστα, τα σούπερ μάρκετ διαθέτουν, τουλάχιστον, 15 διαφορετικές μάρκες ελαιολάδου από 3 - 4 χώρες προέλευσης, γεγονός που αποδεικνύει πως το ενδιαφέρον για το συγκεκριμένο προϊόν στη Βουλγαρία ενισχύεται και οι ευκαιρίες για τις ελληνικές εταιρίες του κλάδου δε λείπουν.
Στις τιμές καταναλωτή παρουσιάζονται σημαντικές διαφοροποιήσεις ανάλογα με την ποικιλία (παρθένο, ανάμικτο, πυρηνέλαιο), τη χώρα προέλευσης και τη συσκευασία. Οι εταιρίες παραγωγής και οι μεγάλοι λιανέμποροι επιστρατεύουν για την προώθηση του ελαιολάδου προσφορές, αλλά και ειδικές συσκευασίες (κυρίως ιταλικές) με συνοδευτικά προϊόντα, σύμφωνα με την έρευνα.
Για 250 ml μέχρι 1 λίτρο ελληνικού εξαιρετικά παρθένου ελαιόλαδου ο καταναλωτής καλείται να πληρώσει από 8 έως 20 λέβα/ανά λίτρο. Στην ίδια κατηγορία, ο καταναλωτής πληρώνει 8,5 έως 18 λέβα/ανά λίτρο για ιταλικό προϊόν, 11 έως 20 λέβα/ανά λίτρο για ισπανικό προϊόν και 11 έβς 15 λέβα/ανά λίτρο για τουρκικό προϊόν. Πάντως, το ελληνικό ελαιόλαδο πωλείται σαφώς φθηνότερα στις μεγάλες συσκευασίες (εξαιρετικά παρθένο ελαιόλαδο από 2 λίτρα και άνω κοστίζει από 7 έως 12 λέβα/ανά λίτρο).ΠΑΣΕΓΕΣ