ΕΕ - ΔΝΤ Θέλοντας και μη, καλούμαστε να συνηθίσουμε στο εξής σε αυτά τα αρχικά, στη νέα ονομασία: Ευρωπαϊκή Ενωση - Διεθνές Νομισματικό Ταμείο. Η Ευρωπαϊκή Ενωση στην οποία ζούμε σήμερα, είναι εντελώς διαφορετική από εκείνη στην οποία μπήκαμε κάποτε. Χρειάστηκε μια μίνι σύνοδος, στο πλαίσιο του G20, για να στραμπουλίξει ο γαλλογερμανικός άξονας το χέρι του Μπερλουσκόνι (που είναι αμφίβολο αν έχει επίγνωση της κατάστασης): η Ιταλία υποκύπτει και αυτή στην κηδεμονία του ΔΝΤ.
«Η δημοκρατία έγινε σκουπίδι», ήταν τις προάλλες ο κύριος τίτλος της εφημερίδας «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε».
Και εξέφραζε επακριβώς την πεποίθηση της ολιγαρχίας του χρήματος ότι η δημοκρατία είναι ασύμβατη με την ανάγκη της να εισπράττει όλα όσα της οφείλουν οι υπερχρεωμένες χώρες, έστω και αν χρειαστεί να ξεπουληθούν γι' αυτό. Δεν μπορείς να έχεις δημοκρατία, όταν τα χρέη σου ξεπερνούν τη δυνατότητά σου να τα εξοφλήσεις.
Επειδή τότε μπαίνει στη μέση το ΔΝΤ και επιβάλλει λιτότητα, όπως ακριβώς έκανε στις τριτοκοσμικές χώρες. Αυτό διακυβεύεται σήμερα στην Ευρώπη: οι λαοί της καλούνται να αποφασίσουν αν οι χώρες τους θα παραμείνουν δημοκρατικές ή αν θα αποδεχτούν να κυβερνώνται από ευρωκράτες και κουίσλινγκ που βρίσκονται στην υπηρεσία αυτής της ολιγαρχίας.
Η περίπτωση της Ισπανίας είναι χαρακτηριστική. Αν στις προσεχείς εκλογές ο ισπανικός λαός εκλέξει μια κυβέρνηση με πρόγραμμα να κάνει δημόσιες δαπάνες, αυτή θα θεωρηθεί παράνομη, επειδή το ευρωπαϊκό διευθυντήριο εξανάγκασε την απερχόμενη κυβέρνηση να απαγορεύσει συνταγματικά τα ελλείμματα.
Μια δυσάρεστη αλήθεια αναδύεται μέσα από το ετοιμόρροπο οικοδόμημα του οικονομικού συστήματος: πως η δημοκρατία γίνεται σήμερα ανεκτή μόνο στον βαθμό που αυτή δεν απειλεί τις αγορές που εκτρέφουν το τραπεζικό και πολιτικό κατεστημένο.
Μόλις τις απειλήσει, γίνεται ένας θανάσιμος κίνδυνος που πρέπει να αποσοβηθεί, έστω και με την εκτροπή. Οι τραπεζίτες που δάνεισαν τις υπερχρεωμένες χώρες θεωρώντας ότι οι επενδύσεις τους θα ήταν επικερδείς, σήμερα παρουσιάζονται σαν θύματα που πρέπει να σωθούν από τους οφειλέτες τους. Ομως κανείς δεν τους έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο για να τους αναγκάσει να δανείσουν αυτές τις χώρες ή να αγοράσουν τα ομόλογά τους.
Για να πάρουν πίσω τα λεφτά τους, οι δανειστές και οι πολιτικοί τους ξεθάβουν πτώματα και ανακαλούν φαντάσματα από τα πιο σκοτεινά βάθη της Ιστορίας.
«Ο εικοστός αιώνας άρχισε από μια μικρή βαλκανική χώρα που τίναξε στον αέρα τον κόσμο», γράφουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς».
«Η Ιστορία δεν πρέπει να επιτρέψει να επαναληφθεί αυτό στον εικοστό πρώτο αιώνα». Και η Καγκελάριος Μέρκελ δηλώνει ασύστολα στο Ράιχσταγκ: «Κανείς δεν θα πρέπει να θεωρεί δεδομένα άλλα πενήντα χρόνια ειρήνης στην Ευρώπη».
Η κινδυνολογία αυτή έχει πολύ πιο ταπεινά κίνητρα: οι λαοί πρέπει να πειστούν να ιδρώσουν και να ματώσουν ώστε να σιγουρευτεί η ολιγαρχία του χρήματος ότι δεν θα χάσει ούτε ένα ευρώ (μολονότι της αξίζει να τα χάσει όλα). Αν τα καταφέρει, τότε θα έχει χάσει η δημοκρατία.
ΤΑ ΝΕΑ
«Η δημοκρατία έγινε σκουπίδι», ήταν τις προάλλες ο κύριος τίτλος της εφημερίδας «Φρανκφούρτερ Αλγκεμάινε».
Και εξέφραζε επακριβώς την πεποίθηση της ολιγαρχίας του χρήματος ότι η δημοκρατία είναι ασύμβατη με την ανάγκη της να εισπράττει όλα όσα της οφείλουν οι υπερχρεωμένες χώρες, έστω και αν χρειαστεί να ξεπουληθούν γι' αυτό. Δεν μπορείς να έχεις δημοκρατία, όταν τα χρέη σου ξεπερνούν τη δυνατότητά σου να τα εξοφλήσεις.
Επειδή τότε μπαίνει στη μέση το ΔΝΤ και επιβάλλει λιτότητα, όπως ακριβώς έκανε στις τριτοκοσμικές χώρες. Αυτό διακυβεύεται σήμερα στην Ευρώπη: οι λαοί της καλούνται να αποφασίσουν αν οι χώρες τους θα παραμείνουν δημοκρατικές ή αν θα αποδεχτούν να κυβερνώνται από ευρωκράτες και κουίσλινγκ που βρίσκονται στην υπηρεσία αυτής της ολιγαρχίας.
Η περίπτωση της Ισπανίας είναι χαρακτηριστική. Αν στις προσεχείς εκλογές ο ισπανικός λαός εκλέξει μια κυβέρνηση με πρόγραμμα να κάνει δημόσιες δαπάνες, αυτή θα θεωρηθεί παράνομη, επειδή το ευρωπαϊκό διευθυντήριο εξανάγκασε την απερχόμενη κυβέρνηση να απαγορεύσει συνταγματικά τα ελλείμματα.
Μια δυσάρεστη αλήθεια αναδύεται μέσα από το ετοιμόρροπο οικοδόμημα του οικονομικού συστήματος: πως η δημοκρατία γίνεται σήμερα ανεκτή μόνο στον βαθμό που αυτή δεν απειλεί τις αγορές που εκτρέφουν το τραπεζικό και πολιτικό κατεστημένο.
Μόλις τις απειλήσει, γίνεται ένας θανάσιμος κίνδυνος που πρέπει να αποσοβηθεί, έστω και με την εκτροπή. Οι τραπεζίτες που δάνεισαν τις υπερχρεωμένες χώρες θεωρώντας ότι οι επενδύσεις τους θα ήταν επικερδείς, σήμερα παρουσιάζονται σαν θύματα που πρέπει να σωθούν από τους οφειλέτες τους. Ομως κανείς δεν τους έβαλε το πιστόλι στον κρόταφο για να τους αναγκάσει να δανείσουν αυτές τις χώρες ή να αγοράσουν τα ομόλογά τους.
Για να πάρουν πίσω τα λεφτά τους, οι δανειστές και οι πολιτικοί τους ξεθάβουν πτώματα και ανακαλούν φαντάσματα από τα πιο σκοτεινά βάθη της Ιστορίας.
«Ο εικοστός αιώνας άρχισε από μια μικρή βαλκανική χώρα που τίναξε στον αέρα τον κόσμο», γράφουν οι «Φαϊνάνσιαλ Τάιμς».
«Η Ιστορία δεν πρέπει να επιτρέψει να επαναληφθεί αυτό στον εικοστό πρώτο αιώνα». Και η Καγκελάριος Μέρκελ δηλώνει ασύστολα στο Ράιχσταγκ: «Κανείς δεν θα πρέπει να θεωρεί δεδομένα άλλα πενήντα χρόνια ειρήνης στην Ευρώπη».
Η κινδυνολογία αυτή έχει πολύ πιο ταπεινά κίνητρα: οι λαοί πρέπει να πειστούν να ιδρώσουν και να ματώσουν ώστε να σιγουρευτεί η ολιγαρχία του χρήματος ότι δεν θα χάσει ούτε ένα ευρώ (μολονότι της αξίζει να τα χάσει όλα). Αν τα καταφέρει, τότε θα έχει χάσει η δημοκρατία.
ΤΑ ΝΕΑ