Του
Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Κοσμοπολιτεία για Νέρωνες
ακμαίους, κυνηγούς της σάρκας και του χρήματος. Με χρυσοχοϊα, κέντρα
διασκέδασης, οίκους ηδονής, τράπεζες με θυρίδες έκνομες πόρνες, λυσσασμένες από
μέθη ερωτική.
Έδρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των πιράνχας οργάνων της.
Γολγοθάς για τους γκιαούρηδες που
γονατιστοί νιαουρίζουν σαν πεινασμένοι γάτοι, το ανημπόρι τους την πείνα, να
χορτάσουν. Το τριμμένο κοντοπόλκι τους ν’ αλλάξουν, το ρουφηγμένο απ’ την
αρρώστια κορμί τους μ’ ένα γενόσημο χάπι, σπίθα ζωής να του δώσουν.
Πρωτεύουσα ερίτιμη του Βελγίου,
κρατιδίου μια μπουκιά, φτιαχτού, μια offshore για την Ευρώπη.
Που έκανε αποικία του το Κονγκό με εβδομήντα εκατομμύρια κατοίκους και πλούτισε
ανεμπόδιστα. Ο βασιλιάς του Λεοπόλδος Β΄
έκανε το Κονγκό τσιφλίκι του, προσωπική
του περιουσία και το κράτησε με τη θηλιά στο λαιμό είκοσι τρία χρόνια. Φονιάς
σαν τον Χίτλερ σκότωσε οκτώ εκατομμύρια Κονγκολέζους, φυλάκισε χιλιάδες, τους
αντιφρονούντες τους κρέμαγε, στέλνοντας τους μπράβους του να τους σπάζουν τις
κνήμες με σιδερόβεργες.
Έστηνε
πυραμίδες από νεκροκεφαλές στους δρόμους, τρομοκρατούσε τους ιθαγενείς,
κάθε νηστικό που δεν ήταν του γούστου του τον πέταγε στις αφαλαρίδες και τα
αρκουδόβατα.
Ενάμιση αιώνα, Βρυξέλλες και
Βέλγιο ήταν οι άγρυπνοι Κέρβεροι, οι φύλακές του. Κυαλάριζαν με τυφλοκουτάβικο
ανάβλεμμα τον ορυκτό του πλούτο, ουράνιο, κοβάλτιο, χαλκό, και διαμάντια και
βουρ στο ψαχνό.
Την έλιωσαν τη χώρα, την ξεπουπούλιασαν με τον αιματοβαμμένο
ιμπεριαλισμό τους, τίποτα όρθιο δεν άφησαν. Παιδεία σαπουνόφουσκα, υγεία με
βότανο, κατοικία από χόρτο και κορμούς δέντρων.
Οι Κονγκολεζοι ήταν ζώα, με
σπάλες και νεφρά και ο Λουλούμπα που διαδέχτηκε το Λεοπόλδο, τους έβλεπε σαν κρέας
και τους κατασπάραζε. Ανθρώπους
αναλώσιμους, βρώμικους που ουρούσαν και κόπριζαν και τίποτα δεν είχαν ιερό. Τους
κήρυξε πόλεμο κι αυτός, όπλισε το αποικιακό καθεστώς, μέθυσε με το αλκοόλ της
έκλυτης ζωής και μέσα από το βούρκο του, τους άρχισε στο ντουφεκίδι.
Ο συνεργάτης του Μομπούτου, χασάπης και
αυτός του λαού, παραμόνευε. Τον δολοφόνησε, του άρπαξε το χρυσό, έγινε ένας από
τους πλουσιότερους του κόσμου και συνέχισε τη νεοϊμπεριαλιστική τακτική της
Δύσης.
Στη μυλόπετρα αυτή του καπιταλισμού,
αλέθεται η πατρίς και σκόνη γίνεται. Και γύρω άλλοι λαοί ρίχνουν νερό στο μύλο.
Το ίδιο κι αυτοί ιμπεριαλιστές τζιχαντιστές που
πάνω απ’ όλα βάζουν το χρήμα. Γάλλοι,
Ολλανδοί, Ισπανοί, Πορτογάλοι, Ιταλοί, πάτρωνες της Μέρκελ και του
σαχλεπίσαχλου Σόιμπλε. Γλείφτες και κοψομέσηδες των απογόνων των Ούννων και των
Βησιγότθων.
Μ’ αυτούς τους λύκους στις Βρυξέλλες η
πατρίδα.
Μ’ αυτούς και με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα. Ποιος ξέρει σε ποιον
ανήκει.