Στις τοποθετήσεις του κατά τις κοινές συνεδριάσεις των Διαρκών Επιτροπών Οικονομικών Υποθέσεων και Δημόσιας Διοίκησης, Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης, με αντικείμενο την επεξεργασία του σ.ν. του Υπουργείου Οικονομικών «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Ενιαίο Μισθολόγιο – Βαθμολόγιο, Εργασιακή Εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015», ο βουλευτής Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ κ. Δημήτρης Κουσελάς, εξέφρασε τη ριζική διαφωνία του με σημαντικό αριθμό διατάξεων του νομοσχεδίου. Τόνισε πως τα συνταξιοδοτικά, μισθολογικά, εργασιακά και φορολογικά μέτρα που αυτές περιέχουν, είναι σκληρά και δυσβάσταχτα, ιδίως για τους συνεπείς φορολογούμενους, τους μισθωτούς και τους συνταξιούχους. Ακόμα όμως και όσες διαρθρωτικές τομές και θετικές αλλαγές επιχειρούνται με το νομοσχέδιο, «κυριολεκτικά πνίγονται από τη σωρεία των μεγάλων περικοπών, υπό τη Δαμόκλειο Σπάθη της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Πνίγονται από σειρά ανατροπών, ειδικά στις εργασιακές σχέσεις και στις συλλογικές συμβάσεις»,όπως χαρακτηριστικά σημείωσε.
Με δεδομένους τους ασφυκτικούς περιορισμούς της συγκυρίας και τους εξίσου απαιτητικούς δημοσιονομικούς στόχους, που πρέπει ωστόσο να επιτευχθούν για να ξεφύγουμε από το φάσμα της πτώχευσης, να υπάρξει η κατάλληλη στήριξη από τους ευρωπαίους εταίρους και να αποτρέψουμε πολύ χειρότερα για τη χώρα και τους πολίτες, ο κ. Κουσελάς διερωτήθηκε «κατά πόσον έχει ληφθεί υπόψη για κάθε κοινωνική τάξη, κατηγορία ή στρώμα, το σύνολο των βαρών που καλείται σήμερα να σηκώσει. Επειδή η τρόικα διαπραγματεύεται με κάθε Υπουργείο χωριστά και το κάθε Υπουργείο προτείνει μέτρα, τα μέτρα αυτά αθροίζονται, ταξινομούνται ανά κοινωνική κατηγορία για να υπάρχει συνολική εικόνα της επιβάρυνσης; Υπάρχει μελέτη της επίδρασης των μέτρων στην επίτευξη των τιθέμενων δημοσιονομικών στόχων, ειδικά σ’ ότι αφορά στον περιορισμό της ύφεσης και στην ανάκαμψη της οικονομίας;»
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κουσελάς τοποθετήθηκε και κατέθεσε αντιπροτάσεις για τα ακόλουθα σημεία του νομοσχεδίου:
Για το Ενιαίο Μισθολόγιο: ‘Οπως δήλωσε, «Υπό άλλες συνθήκες, όρους και προϋποθέσεις, το Ενιαίο Μισθολόγιο θα μπορούσε να είναι μια μεγάλη διαρθρωτική τομή. ‘Ομως, για να γίνει ένα Μισθολόγιο, χρειάζονται χρήματα. Όταν με τη δημιουργία του πας να μειώσεις το μισθολογικό κόστος, είναι επόμενο να υπάρξουν προβλήματα και, δυστυχώς, εδώ τα προβλήματα για ορισμένους κλάδους, για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, είναι πολύ μεγάλα. Έχουμε εργαζόμενους που θα υποστούν μείωση μέχρι και 43% στις σημερινές αποδοχές τους και άλλους, για τους οποίους η μείωση αυτή μπορεί να φτάσει το 50%, με βάση τη μισθολογική κατάσταση στις 31/12/2009». Στο θέμα αυτό, ο κ. Κουσελάς πρότεινε, για όσους έχουν μείωση από την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου πάνω από 20%, η διαφορά αυτή να κατανεμηθεί ως εξής: Το 25% να ισχύσει με την ψήφιση του νομοσχεδίου και το υπόλοιπο 75% να καταβληθεί σε ισόποσες ετήσιες δόσεις, που να ξεκινούν ένα χρόνο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου. Αυτό, όπως είπε,«θα ανακουφίσει κάπως την κατάσταση».
Για τη ρύθμιση των στεγαστικών δανείων, δήλωσε πως είναι αναγκαία σε όλες τις περιπτώσεις μείωσης αποδοχών και διαθεσιμότητας.
Για την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της έκπτωσης στο αφορολόγητο των υποχρεωτικών ασφαλιστικών εισφορών: Ο κ. Κουσελάς τη χαρακτήρισε «τραγικό λάθος», αφ’ ενός γιατί με αυτό τον τρόπο φορολογείται ένα ποσό που δεν αποτελεί διαθέσιμο εισόδημα, από την άλλη παρέχεται ισχυρό κίνητρο για μια άνευ προηγουμένου εισφοροδιαφυγή. Τόνισε πως αυτό «πρέπει να απαλειφθεί, τη στιγμή που επιχειρείται να χτυπηθεί η εισφοροδιαφυγή».
Για τα μισθολογικά των ΔΕΚΟ (άρθρο 31), ο κ. Κουσελάς τόνισε πως ειδικά στην περίπτωση του ΟΣΕ, δεν νοείται να καταργείται, μέσα σε διάστημα μόλις δύο μηνών η συλλογική σύμβαση που υπέγραψαν οι εργαζόμενοι με τη Διοίκηση, μια συλλογική σύμβαση που χαιρετίστηκε και από την Κυβέρνηση και ουσιαστικά κινείται στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Με το ίδιο άρθρο, το άρθρο 31 παράγραφος 1, επισήμανε πως«ουσιαστικά διαλύεται και η κλαδική συλλογική σύμβαση της ΟΤΟΕ». ‘Οπως χαρακτηριστικά τόνισε « δεν πρέπει με τίποτα να γίνει κάτι τέτοιο, όχι επειδή προέρχομαι από τον συγκεκριμένο χώρο, αλλά γιατί είναι ένας χώρος κατεξοχήν ανταγωνιστικός, οι εργαζόμενοι εκεί και η συνδικαλιστική τους εκπροσώπηση έχουν τη δυνατότητα, χωρίς να καταλυθεί η κλαδική τους σύμβαση, με άμεση συνεννόηση, να προχωρήσουν σε μείωση των αποδοχών κατ’ αντιστοιχία με άλλους εργαζόμενους και, ταυτόχρονα, να διασφαλίσουν την απασχόληση. Είναι λάθος, είναι έγκλημα, να μπούμε σε μια λογική ουσιαστικής κατάλυσης της συλλογικής σύμβασης σε αυτό τον χώρο και να δημιουργήσουμε πολλαπλά προβλήματα.» Σε σχέση με το μισθολογικό πλαφόν στις εισηγμένες ΔΕΚΟ, ο κ. Κουσελάς ζήτησε να αλλάξει η διάταξη που επιβάλλει 65% μείωση του κατά κεφαλή κόστους μισθοδοσίας έναντι του ισχύοντος την 31/12/2009 και να οριστεί ως το 65% των δαπανών μισθοδοσίας της επιχείρησης. Αυτό, όπως είπε, παρέχει τη δυνατότητα να μειωθεί το συνολικό κόστος μισθοδοσίας κατά 35%, αλλά με συλλογικές διαπραγματεύσεις, έτσι ώστε η εσωτερική κατανομή να γίνει δίκαια και όχι οριζόντια και, παράλληλα, να διατηρηθεί η ισχύς των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Για την εργασιακή εφεδρεία Ο κ. Κουσελάς τη χαρακτήρισε μέτρο ανάλγητο, σκληρό και επώδυνο. Τόνισε πως αυτή δεν αφορά κάποιους που «μπήκαν από το παράθυρο». Αφορά εργαζόμενους με μόρφωση και προσόντα, που αξιοκρατικά κέρδισαν μια θέση εργασίας στον δημόσιο τομέα. Με δεδομένες τις συνθήκες και τους περιορισμούς υπό τους οποίους αυτό το καθεστώς νομοθετείται, θα πρέπει τουλάχιστον να εξαιρούνται και οι εργαζόμενοι των οποίων ο/η σύζυγος είναι άνεργος, όπως εξαιρούνται εργαζόμενοι των οποίων ο/η σύζυγος έχει ενταχθεί ήδη σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα ή σε εργασιακή εφεδρεία. Σε ότι αφορά στον βασικό μισθό, το 60% του οποίου θα εισπράττεται κατά τη διάρκεια της υπαγωγής του εργαζόμενου στο συγκεκριμένο καθεστώς, ο κ. Κουσελάς ζήτησε να ξεκαθαριστεί τι θεωρείται«βασικός μισθός», γιατί υπάρχουν περιπτώσεις όπου έχει ενσωματωθεί σε αυτόν το χρονοεπίδομα και η ΑΤΑ και περιπτώσεις που αυτό δεν έχει συμβεί. Επίσης, επέκρινε το γεγονός ότι η εφεδρεία θεωρείται«προειδοποίηση απόλυσης», με συνέπεια «εάν λήξουν οι 12 μήνες της διάρκειάς της και ο σε εφεδρεία εργαζόμενος δεν απορροφηθεί, τότε θα μπορεί να απολυθεί παίρνοντας το ½ της αποζημίωσης που προβλέπει ο νόμος 2112. Από αυτήν, μάλιστα, θα αφαιρείται ό,τι ήδη ο εργαζόμενος θα έχει εισπράξει από την εφεδρεία, συνεπώς δεν θα του μένει σχεδόν τίποτα. Η πρόβλεψη αυτή, θα πρέπει να απαλειφθεί».
Για τις συλλογικές συμβάσεις (άρθρο 37), ο κ. Κουσελάς τόνισε πως δρομολογούνται σοβαρές αρνητικές εξελίξεις, ιδίως με το πάγωμα της επέκτασης των κλαδικών ΣΣΕ και την υπερίσχυση της επιχειρησιακής ΣΣΕ σε περίπτωση επικάλυψης (συρροής της) με κλαδική, με τη δυνατότητα που παρέχεται στον κάθε εργοδότη να κινήσει διαδικασία επιχειρησιακής ανατροπής των ελάχιστων ορίων ασφαλείας που παρέχουν σε κάθε κλάδο οι κλαδικές ΣΣΕ, αξιοποιώντας μάλιστα και τη Διαιτησία του ΟΜΕΔ, χωρίς αιτιολογία και χωρίς καμία δέσμευση ούτε προαπαιτούμενη σχετική συμφωνία των εργαζομένων, όπως ίσχυε για τις ειδικές επιχειρησιακές ΣΣΕ. ‘Οπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Μεσσήνιος βουλευτής, «όλο αυτό το πλέγμα που δημιουργείται με το άρθρο 37, αποδυναμώνει πλήρως και καταλύει τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, καθώς και τον ρόλο του ενός από τους δύο κοινωνικούς εταίρους, το ρόλο των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων. Θα οδηγήσει σε αθέμιτο ανταγωνισμό και σε καθεστώς ζούγκλας, ενώ θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη ύφεση. (...) Αυτά ουσιαστικά αντιστρατεύονται τους δημοσιονομικούς μας στόχους. Θα οδηγήσουν σε μειώσεις μισθών που μπορεί να φτάσουν μέχρι και 30% Το ερώτημα είναι, τα αντέχουν αυτά η οικονομία και η κοινωνία; Που θα πάει η ζήτηση στο προσεχές διάστημα;»
Με δεδομένους τους ασφυκτικούς περιορισμούς της συγκυρίας και τους εξίσου απαιτητικούς δημοσιονομικούς στόχους, που πρέπει ωστόσο να επιτευχθούν για να ξεφύγουμε από το φάσμα της πτώχευσης, να υπάρξει η κατάλληλη στήριξη από τους ευρωπαίους εταίρους και να αποτρέψουμε πολύ χειρότερα για τη χώρα και τους πολίτες, ο κ. Κουσελάς διερωτήθηκε «κατά πόσον έχει ληφθεί υπόψη για κάθε κοινωνική τάξη, κατηγορία ή στρώμα, το σύνολο των βαρών που καλείται σήμερα να σηκώσει. Επειδή η τρόικα διαπραγματεύεται με κάθε Υπουργείο χωριστά και το κάθε Υπουργείο προτείνει μέτρα, τα μέτρα αυτά αθροίζονται, ταξινομούνται ανά κοινωνική κατηγορία για να υπάρχει συνολική εικόνα της επιβάρυνσης; Υπάρχει μελέτη της επίδρασης των μέτρων στην επίτευξη των τιθέμενων δημοσιονομικών στόχων, ειδικά σ’ ότι αφορά στον περιορισμό της ύφεσης και στην ανάκαμψη της οικονομίας;»
Μεταξύ άλλων, ο κ. Κουσελάς τοποθετήθηκε και κατέθεσε αντιπροτάσεις για τα ακόλουθα σημεία του νομοσχεδίου:
Για το Ενιαίο Μισθολόγιο: ‘Οπως δήλωσε, «Υπό άλλες συνθήκες, όρους και προϋποθέσεις, το Ενιαίο Μισθολόγιο θα μπορούσε να είναι μια μεγάλη διαρθρωτική τομή. ‘Ομως, για να γίνει ένα Μισθολόγιο, χρειάζονται χρήματα. Όταν με τη δημιουργία του πας να μειώσεις το μισθολογικό κόστος, είναι επόμενο να υπάρξουν προβλήματα και, δυστυχώς, εδώ τα προβλήματα για ορισμένους κλάδους, για ορισμένες κατηγορίες εργαζομένων, είναι πολύ μεγάλα. Έχουμε εργαζόμενους που θα υποστούν μείωση μέχρι και 43% στις σημερινές αποδοχές τους και άλλους, για τους οποίους η μείωση αυτή μπορεί να φτάσει το 50%, με βάση τη μισθολογική κατάσταση στις 31/12/2009». Στο θέμα αυτό, ο κ. Κουσελάς πρότεινε, για όσους έχουν μείωση από την εφαρμογή του ενιαίου μισθολογίου πάνω από 20%, η διαφορά αυτή να κατανεμηθεί ως εξής: Το 25% να ισχύσει με την ψήφιση του νομοσχεδίου και το υπόλοιπο 75% να καταβληθεί σε ισόποσες ετήσιες δόσεις, που να ξεκινούν ένα χρόνο μετά την ψήφιση του νομοσχεδίου. Αυτό, όπως είπε,«θα ανακουφίσει κάπως την κατάσταση».
Για τη ρύθμιση των στεγαστικών δανείων, δήλωσε πως είναι αναγκαία σε όλες τις περιπτώσεις μείωσης αποδοχών και διαθεσιμότητας.
Για την αλλαγή του τρόπου υπολογισμού της έκπτωσης στο αφορολόγητο των υποχρεωτικών ασφαλιστικών εισφορών: Ο κ. Κουσελάς τη χαρακτήρισε «τραγικό λάθος», αφ’ ενός γιατί με αυτό τον τρόπο φορολογείται ένα ποσό που δεν αποτελεί διαθέσιμο εισόδημα, από την άλλη παρέχεται ισχυρό κίνητρο για μια άνευ προηγουμένου εισφοροδιαφυγή. Τόνισε πως αυτό «πρέπει να απαλειφθεί, τη στιγμή που επιχειρείται να χτυπηθεί η εισφοροδιαφυγή».
Για τα μισθολογικά των ΔΕΚΟ (άρθρο 31), ο κ. Κουσελάς τόνισε πως ειδικά στην περίπτωση του ΟΣΕ, δεν νοείται να καταργείται, μέσα σε διάστημα μόλις δύο μηνών η συλλογική σύμβαση που υπέγραψαν οι εργαζόμενοι με τη Διοίκηση, μια συλλογική σύμβαση που χαιρετίστηκε και από την Κυβέρνηση και ουσιαστικά κινείται στο νέο θεσμικό πλαίσιο. Με το ίδιο άρθρο, το άρθρο 31 παράγραφος 1, επισήμανε πως«ουσιαστικά διαλύεται και η κλαδική συλλογική σύμβαση της ΟΤΟΕ». ‘Οπως χαρακτηριστικά τόνισε « δεν πρέπει με τίποτα να γίνει κάτι τέτοιο, όχι επειδή προέρχομαι από τον συγκεκριμένο χώρο, αλλά γιατί είναι ένας χώρος κατεξοχήν ανταγωνιστικός, οι εργαζόμενοι εκεί και η συνδικαλιστική τους εκπροσώπηση έχουν τη δυνατότητα, χωρίς να καταλυθεί η κλαδική τους σύμβαση, με άμεση συνεννόηση, να προχωρήσουν σε μείωση των αποδοχών κατ’ αντιστοιχία με άλλους εργαζόμενους και, ταυτόχρονα, να διασφαλίσουν την απασχόληση. Είναι λάθος, είναι έγκλημα, να μπούμε σε μια λογική ουσιαστικής κατάλυσης της συλλογικής σύμβασης σε αυτό τον χώρο και να δημιουργήσουμε πολλαπλά προβλήματα.» Σε σχέση με το μισθολογικό πλαφόν στις εισηγμένες ΔΕΚΟ, ο κ. Κουσελάς ζήτησε να αλλάξει η διάταξη που επιβάλλει 65% μείωση του κατά κεφαλή κόστους μισθοδοσίας έναντι του ισχύοντος την 31/12/2009 και να οριστεί ως το 65% των δαπανών μισθοδοσίας της επιχείρησης. Αυτό, όπως είπε, παρέχει τη δυνατότητα να μειωθεί το συνολικό κόστος μισθοδοσίας κατά 35%, αλλά με συλλογικές διαπραγματεύσεις, έτσι ώστε η εσωτερική κατανομή να γίνει δίκαια και όχι οριζόντια και, παράλληλα, να διατηρηθεί η ισχύς των συλλογικών διαπραγματεύσεων.
Για την εργασιακή εφεδρεία Ο κ. Κουσελάς τη χαρακτήρισε μέτρο ανάλγητο, σκληρό και επώδυνο. Τόνισε πως αυτή δεν αφορά κάποιους που «μπήκαν από το παράθυρο». Αφορά εργαζόμενους με μόρφωση και προσόντα, που αξιοκρατικά κέρδισαν μια θέση εργασίας στον δημόσιο τομέα. Με δεδομένες τις συνθήκες και τους περιορισμούς υπό τους οποίους αυτό το καθεστώς νομοθετείται, θα πρέπει τουλάχιστον να εξαιρούνται και οι εργαζόμενοι των οποίων ο/η σύζυγος είναι άνεργος, όπως εξαιρούνται εργαζόμενοι των οποίων ο/η σύζυγος έχει ενταχθεί ήδη σε προσυνταξιοδοτική διαθεσιμότητα ή σε εργασιακή εφεδρεία. Σε ότι αφορά στον βασικό μισθό, το 60% του οποίου θα εισπράττεται κατά τη διάρκεια της υπαγωγής του εργαζόμενου στο συγκεκριμένο καθεστώς, ο κ. Κουσελάς ζήτησε να ξεκαθαριστεί τι θεωρείται«βασικός μισθός», γιατί υπάρχουν περιπτώσεις όπου έχει ενσωματωθεί σε αυτόν το χρονοεπίδομα και η ΑΤΑ και περιπτώσεις που αυτό δεν έχει συμβεί. Επίσης, επέκρινε το γεγονός ότι η εφεδρεία θεωρείται«προειδοποίηση απόλυσης», με συνέπεια «εάν λήξουν οι 12 μήνες της διάρκειάς της και ο σε εφεδρεία εργαζόμενος δεν απορροφηθεί, τότε θα μπορεί να απολυθεί παίρνοντας το ½ της αποζημίωσης που προβλέπει ο νόμος 2112. Από αυτήν, μάλιστα, θα αφαιρείται ό,τι ήδη ο εργαζόμενος θα έχει εισπράξει από την εφεδρεία, συνεπώς δεν θα του μένει σχεδόν τίποτα. Η πρόβλεψη αυτή, θα πρέπει να απαλειφθεί».
Για τις συλλογικές συμβάσεις (άρθρο 37), ο κ. Κουσελάς τόνισε πως δρομολογούνται σοβαρές αρνητικές εξελίξεις, ιδίως με το πάγωμα της επέκτασης των κλαδικών ΣΣΕ και την υπερίσχυση της επιχειρησιακής ΣΣΕ σε περίπτωση επικάλυψης (συρροής της) με κλαδική, με τη δυνατότητα που παρέχεται στον κάθε εργοδότη να κινήσει διαδικασία επιχειρησιακής ανατροπής των ελάχιστων ορίων ασφαλείας που παρέχουν σε κάθε κλάδο οι κλαδικές ΣΣΕ, αξιοποιώντας μάλιστα και τη Διαιτησία του ΟΜΕΔ, χωρίς αιτιολογία και χωρίς καμία δέσμευση ούτε προαπαιτούμενη σχετική συμφωνία των εργαζομένων, όπως ίσχυε για τις ειδικές επιχειρησιακές ΣΣΕ. ‘Οπως χαρακτηριστικά τόνισε ο Μεσσήνιος βουλευτής, «όλο αυτό το πλέγμα που δημιουργείται με το άρθρο 37, αποδυναμώνει πλήρως και καταλύει τις κλαδικές συλλογικές συμβάσεις, καθώς και τον ρόλο του ενός από τους δύο κοινωνικούς εταίρους, το ρόλο των συνδικαλιστικών οργανώσεων των εργαζομένων. Θα οδηγήσει σε αθέμιτο ανταγωνισμό και σε καθεστώς ζούγκλας, ενώ θα προκαλέσει ακόμα μεγαλύτερη ύφεση. (...) Αυτά ουσιαστικά αντιστρατεύονται τους δημοσιονομικούς μας στόχους. Θα οδηγήσουν σε μειώσεις μισθών που μπορεί να φτάσουν μέχρι και 30% Το ερώτημα είναι, τα αντέχουν αυτά η οικονομία και η κοινωνία; Που θα πάει η ζήτηση στο προσεχές διάστημα;»