Δεν φαίνεται να αποδίδει “καρπούς” η
απελευθέρωση λαγών, αφού σύμφωνα με έρευνα για την εκτροφή και την
απελευθέρωση του συγκεκριμένου ζωικού είδους, η πρακτική της
απελευθέρωσης βρέθηκε να έχει ελάχιστα ανταποδοτικά οφέλη ως προς το
κόστος.
Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι στις περιοχές όπου εφαρμόστηκαν απελευθερώσεις, δεν αυξάνει σοβαρά ο πληθυσμός και η κυνηγετική κάρπωση.
Επίσης, οι κίνδυνοι γενετικής υποβάθμισης και μετάδοσης παθογόνων μικροοργανισμών στους αγρίους πληθυσμούς είναι πιθανοί.
Την έρευνα “υπογράφουν οι Χρήστος Σώκος (Διεύθυνση Έρευνας και Τεκμηρίωσης Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης), Περικλής Μπίρτσας, (Εργαστήριο Άγριας Πανίδας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος , ΤΕΙ Λάρισας), Βασίλική Σπύρου, (Εργαστήριο Λοιμωδών Νοσημάτων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, ΤΕΙ Λάρισας), Χρήστος Ιακωβάκης (Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και Χαράλαμπος Μπιλλίνης (Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας).
Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, όπου εφαρμόστηκαν απελευθερώσεις δεν αυξήθηκε σοβαρά ο πληθυσμός και η κυνηγετική κάρπωση, κυρίως λόγω μικρής επιβίωσης των απελευθερωμένων ζώων. Ειδικότερα, διευκρινίζεται ότι η τιμή αγοράς ενός εκτρεφόμενου λαγού ξεπερνά τα 100 ευρώ. Συνεπώς, η απελευθέρωση 30 λαγών θα κοστίσει τουλάχιστον 3000 ευρώ.
Σύμφωνα με έρευνες, εκτιμάται πως στην καλύτερη περίπτωση από τους 30 λαγούς θα επιβιώσουν οι πέντε για λίγους μήνες. Άρα, ο κάθε λαγός που θα επιβιώσει για λίγους μήνες θα κοστίσει 600 ευρώ! Οι λαγοί αυτοί επίσης, λόγω του στρες που θα υποστούν από την αλλαγή του περιβάλλοντος, θα εμφανίσουν μικρή αναπαραγωγική ικανότητα, οπότε το τελικό αποτέλεσμα αναμλενεται να είναι μικρό.
Οι απελευθερώσεις λαγών, διαπιστώνουν οι παραπάνω ερευνητές, είναι επομένως κατάλληλες μόνο στις περιοχές που έχει μειωθεί σοβαρά ο άγριος πληθυσμός και έχει βρεθεί και αντιμετωπιστεί η αιτία που προκάλεσε τη μείωση αυτή. Η περίπτωση αυτή, διευκρινίζεται από τους ίδιους, είναι πολύ σπάνια, καθώς ο λαγός έχει την ικανότητα να διατηρεί έστω μικρούς πληθυσμούς και να αποικίζει περιοχές.
Γενετική και παθολογία Ακόμα, η ίδια μελέτη έδειξε ότι ο λαγός είναι είδος της άγριας πανίδας, συνεπώς η γενετική ποικιλότητα και η εξελικτική διαδικασία είναι θέματα της νομοθεσίας και των στρατηγικών για τη διατήρηση της φύσης. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για τη Διατήρηση της άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων (Βέρνη 1979), πρέπει να αποφεύγεται η επιλογή και ενίσχυση γνωρισμάτων τα οποία δεν είναι αντιπροσωπευτικά του άγριου πληθυσμού των ειδών. Συνεπώς, προστίθεται, η εκτροφή και απελευθέρωση λαγών πρέπει να γίνεται με τρόπο που να εξασφαλίζεται ότι στον άγριο πληθυσμό δεν θα εισαχθούν γονίδια που δεν παρατηρούνται στην περιοχή και δεν θα επηρεαστεί η εξέλιξη του είδους.
Προτείνεται από τους μελετητές να καθοριστούν οι Σημαντικές Εξελικτικές Μονάδες, δηλαδή γεωγραφικές περιοχές στις οποίες δεν πρέπει να γίνεται εισαγωγή γενετικού υλικού από άλλες περιοχές της χώρας. Για παράδειγμα, είναι πιθανό στη Δυτική Ελλάδα οι λαγοί να έχουν προσαρμοστεί στις δυσμενείς συνθήκες της υγρασίας σε αντίθεση με τους λαγούς της Νοτιανατολικής Ελλάδας που αντέχουν περισσότερο στην ξηρασία. Έτσι, η Δυτική Ελλάδα πρέπει να οριστεί ως διαφορετική Εξελικτική Μονάδα από αυτή της Ανατολικής Ελλάδας και λαγοί δεν πρέπει να μεταφέρονται και να απελευθερώνονται από τη μια περιοχή στην άλλη.
Ο δε υγειονομικός έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει εργαστηριακούς ελέγχους των ζώων για αιμορραγική νόσο, ψευδοφυματίωση, παστεριδίαση, κοκκιδίαση, τοξοπλάσμωση και άλλα νοσήματα που αποδεδειγμένα μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές απώλειες στον άγριο πληθυσμό του λαγού, αλλά και τον άνθρωπο, και τα αγροτικά ζώα. Επιπρόσθετα, πρέπει να καθοριστούν ποια είναι τα παθογόνα και το φορτίο όπου καθιστούν ένα λαγό ακατάλληλο προς απελευθέρωση.
Οι γεννήτορες πρέπει να προέρχονται από τη γηγενή πανίδα κάθε Εξελικτικής Μονάδας και τα εκτροφεία να πιστοποιούνται γι' αυτό, καταλήγουν οι ερευνητές.
Συγκεκριμένα, η έρευνα έδειξε ότι στις περιοχές όπου εφαρμόστηκαν απελευθερώσεις, δεν αυξάνει σοβαρά ο πληθυσμός και η κυνηγετική κάρπωση.
Επίσης, οι κίνδυνοι γενετικής υποβάθμισης και μετάδοσης παθογόνων μικροοργανισμών στους αγρίους πληθυσμούς είναι πιθανοί.
Την έρευνα “υπογράφουν οι Χρήστος Σώκος (Διεύθυνση Έρευνας και Τεκμηρίωσης Κυνηγετική Ομοσπονδία Μακεδονίας και Θράκης), Περικλής Μπίρτσας, (Εργαστήριο Άγριας Πανίδας, Τμήμα Δασοπονίας και Διαχείρισης Φυσικού Περιβάλλοντος , ΤΕΙ Λάρισας), Βασίλική Σπύρου, (Εργαστήριο Λοιμωδών Νοσημάτων, Τμήμα Ζωϊκής Παραγωγής, ΤΕΙ Λάρισας), Χρήστος Ιακωβάκης (Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας) και Χαράλαμπος Μπιλλίνης (Εργαστήριο Μικροβιολογίας και Παρασιτολογίας, Τμήμα Κτηνιατρικής, Πανεπιστήμιο Θεσσαλίας).
Σύμφωνα με τη σχετική μελέτη, όπου εφαρμόστηκαν απελευθερώσεις δεν αυξήθηκε σοβαρά ο πληθυσμός και η κυνηγετική κάρπωση, κυρίως λόγω μικρής επιβίωσης των απελευθερωμένων ζώων. Ειδικότερα, διευκρινίζεται ότι η τιμή αγοράς ενός εκτρεφόμενου λαγού ξεπερνά τα 100 ευρώ. Συνεπώς, η απελευθέρωση 30 λαγών θα κοστίσει τουλάχιστον 3000 ευρώ.
Σύμφωνα με έρευνες, εκτιμάται πως στην καλύτερη περίπτωση από τους 30 λαγούς θα επιβιώσουν οι πέντε για λίγους μήνες. Άρα, ο κάθε λαγός που θα επιβιώσει για λίγους μήνες θα κοστίσει 600 ευρώ! Οι λαγοί αυτοί επίσης, λόγω του στρες που θα υποστούν από την αλλαγή του περιβάλλοντος, θα εμφανίσουν μικρή αναπαραγωγική ικανότητα, οπότε το τελικό αποτέλεσμα αναμλενεται να είναι μικρό.
Οι απελευθερώσεις λαγών, διαπιστώνουν οι παραπάνω ερευνητές, είναι επομένως κατάλληλες μόνο στις περιοχές που έχει μειωθεί σοβαρά ο άγριος πληθυσμός και έχει βρεθεί και αντιμετωπιστεί η αιτία που προκάλεσε τη μείωση αυτή. Η περίπτωση αυτή, διευκρινίζεται από τους ίδιους, είναι πολύ σπάνια, καθώς ο λαγός έχει την ικανότητα να διατηρεί έστω μικρούς πληθυσμούς και να αποικίζει περιοχές.
Γενετική και παθολογία Ακόμα, η ίδια μελέτη έδειξε ότι ο λαγός είναι είδος της άγριας πανίδας, συνεπώς η γενετική ποικιλότητα και η εξελικτική διαδικασία είναι θέματα της νομοθεσίας και των στρατηγικών για τη διατήρηση της φύσης. Σύμφωνα με τη Σύμβαση για τη Διατήρηση της άγριας Ζωής και των Φυσικών Οικοτόπων (Βέρνη 1979), πρέπει να αποφεύγεται η επιλογή και ενίσχυση γνωρισμάτων τα οποία δεν είναι αντιπροσωπευτικά του άγριου πληθυσμού των ειδών. Συνεπώς, προστίθεται, η εκτροφή και απελευθέρωση λαγών πρέπει να γίνεται με τρόπο που να εξασφαλίζεται ότι στον άγριο πληθυσμό δεν θα εισαχθούν γονίδια που δεν παρατηρούνται στην περιοχή και δεν θα επηρεαστεί η εξέλιξη του είδους.
Προτείνεται από τους μελετητές να καθοριστούν οι Σημαντικές Εξελικτικές Μονάδες, δηλαδή γεωγραφικές περιοχές στις οποίες δεν πρέπει να γίνεται εισαγωγή γενετικού υλικού από άλλες περιοχές της χώρας. Για παράδειγμα, είναι πιθανό στη Δυτική Ελλάδα οι λαγοί να έχουν προσαρμοστεί στις δυσμενείς συνθήκες της υγρασίας σε αντίθεση με τους λαγούς της Νοτιανατολικής Ελλάδας που αντέχουν περισσότερο στην ξηρασία. Έτσι, η Δυτική Ελλάδα πρέπει να οριστεί ως διαφορετική Εξελικτική Μονάδα από αυτή της Ανατολικής Ελλάδας και λαγοί δεν πρέπει να μεταφέρονται και να απελευθερώνονται από τη μια περιοχή στην άλλη.
Ο δε υγειονομικός έλεγχος πρέπει να περιλαμβάνει εργαστηριακούς ελέγχους των ζώων για αιμορραγική νόσο, ψευδοφυματίωση, παστεριδίαση, κοκκιδίαση, τοξοπλάσμωση και άλλα νοσήματα που αποδεδειγμένα μπορούν να προκαλέσουν σοβαρές απώλειες στον άγριο πληθυσμό του λαγού, αλλά και τον άνθρωπο, και τα αγροτικά ζώα. Επιπρόσθετα, πρέπει να καθοριστούν ποια είναι τα παθογόνα και το φορτίο όπου καθιστούν ένα λαγό ακατάλληλο προς απελευθέρωση.
Οι γεννήτορες πρέπει να προέρχονται από τη γηγενή πανίδα κάθε Εξελικτικής Μονάδας και τα εκτροφεία να πιστοποιούνται γι' αυτό, καταλήγουν οι ερευνητές.