Στη ρύθμιση υπάγεται το σύνολο οφειλών σε Δήμους και τα Νομικά Πρόσωπα
αυτών που έχουν βεβαιωθεί ή που θα βεβαιωθούν έως και δύο (2) μήνες από
την έναρξη ισχύος του νόμου, δηλαδή έως 30 Σεπτεμβρίου.
Η διαδικασία ρύθμισης ξεκινά με αίτηση του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού προσώπου αυτού. Οι οφειλές μπορούν να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής:
α) αν εξοφληθούν εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%),
β) αν εξοφληθούν σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80 %),
γ) αν εξοφληθούν σε εικοσιπέντε (25) έως σαράντα οκτώ (48) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%),
δ) αν εξοφληθούν σε σαράντα εννέα (49) έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%),
ε) αν εξοφληθούν σε εβδομήντα τρεις (73) έως εκατό (100) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (31/7/2017 έως 30/11/2017).
Η ρυθμιζόμενη οφειλή εξοφλείται εφάπαξ ή η πρώτη δόση της καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, διαφορετικά η αίτηση θεωρείται ως μη υποβληθείσα. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 5% επί του ποσού της δόσης από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί.
Η ρύθμιση της οφειλής καταργείται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει τρείς (3) συνεχόμενες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών, β) δεν υποβάλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθαρίστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μετά των περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και του εκκαθαριστικού Φ.Π.Α.,
γ) έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
πηγή
Η διαδικασία ρύθμισης ξεκινά με αίτηση του οφειλέτη προς την αρμόδια για την είσπραξή τους υπηρεσία του οικείου δήμου ή του νομικού προσώπου αυτού. Οι οφειλές μπορούν να ρυθμίζονται και να καταβάλλονται με απαλλαγή κατά ποσοστό από τις κατά Κ.Ε.Δ.Ε. προσαυξήσεις και τόκους εκπρόθεσμης καταβολής, καθώς και από τα πρόστιμα λόγω εκπρόθεσμης υποβολής ή μη υποβολής ή ανακριβούς δήλωσης ή λόγω μη καταβολής τέλους, ως εξής:
α) αν εξοφληθούν εφάπαξ, με απαλλαγή κατά ποσοστό εκατό τοις εκατό (100%),
β) αν εξοφληθούν σε δύο (2) έως είκοσι τέσσερις (24) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό ογδόντα τοις εκατό (80 %),
γ) αν εξοφληθούν σε εικοσιπέντε (25) έως σαράντα οκτώ (48) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εβδομήντα τοις εκατό (70%),
δ) αν εξοφληθούν σε σαράντα εννέα (49) έως εβδομήντα δύο (72) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό εξήντα τοις εκατό (60%),
ε) αν εξοφληθούν σε εβδομήντα τρεις (73) έως εκατό (100) δόσεις, με απαλλαγή κατά ποσοστό πενήντα τοις εκατό (50%).
Η αίτηση του οφειλέτη για την υπαγωγή στη ρύθμιση υποβάλλεται το αργότερο εντός τεσσάρων (4) μηνών από την έναρξη ισχύος του παρόντος νόμου (31/7/2017 έως 30/11/2017).
Η ρυθμιζόμενη οφειλή εξοφλείται εφάπαξ ή η πρώτη δόση της καταβάλλεται εντός τριών (3) εργάσιμων ημερών από την ημέρα υποβολής της αίτησης για υπαγωγή στη ρύθμιση, διαφορετικά η αίτηση θεωρείται ως μη υποβληθείσα. Οι επόμενες δόσεις καταβάλλονται μέχρι την τελευταία εργάσιμη ημέρα του αντίστοιχου μήνα, χωρίς να απαιτείται ιδιαίτερη ειδοποίηση του οφειλέτη.
Η καθυστέρηση καταβολής δόσης συνεπάγεται την επιβάρυνση αυτής με μηνιαία προσαύξηση 5% επί του ποσού της δόσης από την επομένη της ημέρας που όφειλε αυτή να καταβληθεί.
Η ρύθμιση της οφειλής καταργείται, με συνέπεια την υποχρεωτική άμεση καταβολή του υπολοίπου της οφειλής, σύμφωνα με τα στοιχεία της αρχικής βεβαίωσης και την άμεση επιδίωξη της είσπραξής του με όλα τα προβλεπόμενα από την ισχύουσα νομοθεσία μέτρα, εάν ο οφειλέτης:
α) δεν καταβάλλει τρείς (3) συνεχόμενες δόσεις ή καθυστερήσει την καταβολή της τελευταίας δόσης για χρονικό διάστημα μεγαλύτερο των τριών (3) μηνών, β) δεν υποβάλει στο δήμο τις προβλεπόμενες δηλώσεις για την επιβολή του τέλους επί των ακαθαρίστων εσόδων και του τέλους παρεπιδημούντων, μετά των περιοδικών δηλώσεων Φ.Π.Α. και του εκκαθαριστικού Φ.Π.Α.,
γ) έχει υποβάλει αναληθή στοιχεία προκειμένου να του χορηγηθεί η ρύθμιση.
πηγή