13.1.18

Απελπισμένοι Γερμανοί εργοδότες αναζητούν προσωπικό

H ζωή είναι μερικές φορές παράξενη. 
Σε άλλες εποχές μια αγγελία για δουλειά θα ήταν κάτι αστείο, όμως τον περασμένο φθινόπωρο η συγκεκριμένη προκάλεσε μεγάλη αίσθηση.
 Μια εταιρεία ξυλείας ζητούσε κάποιον από την πόλη Όλντενβαλντ, που να έχει μυαλό, να ξέρει από ώρα και να μην γράφει κάθε πέντε λεπτά μηνύματα στο Whatsapp. Και σε αυτό το στιλ συνέχιζε ως εξής:
«Πρέπει να κατέχεις τη βασική αριθμητική, να συνεννοείσαι στα γερμανικά και να μπορείς να δουλεύεις τουλάχιστον πέντε ημέρες την εβδομάδα χωρίς να παθαίνεις υπερκόπωση. Εάν μπορείς όλα αυτά, τότε επικοινώνησε μαζί μας!».
Η ανταπόκριση ήταν τεράστια. «Το κύμα ενδιαφερομένων μας τρέλανε» δήλωσε ο ιδιοκτήτης της εταιρίας Χούμπερτ Σλόιχερ σε συνέντευξη. «Παίρνω εκατοντάδες τηλεφωνήματα, πολλά από ορισμένους που θέλουν να δουν αν η αγγελία δεν είναι fake.
Αλλά παίρνω και πολλά συγχαρητήρια από άλλους εργοδότες, που αισθάνονται το ίδιο με μένα. Δεν ήθελα να προκαλέσω εντύπωση, αλλά απλά να βρω κάποιον λογικό εργαζόμενο που να δουλεύει».
 Η ιστορία κάνει σαφές πόσο δύσκολο είναι να βρει κανείς σήμερα εργαζομένους, ακόμη κι αν πρέπει να εκπληρώνουν τις απολύτως βασικές προϋποθέσεις.
Αυτή η εξέλιξη είναι απότοκο της οικονομικής ανάκαμψης που ακολούθησε μετά τη δημοσιονομική κρίση των ετών 2008 και 2009. Τώρα πληθαίνουν οι ενδείξεις ότι η γερμανική οικονομία απειλείται με υπερθέρμανση. Οι σοφοί της οικονομίας μάλιστα  απευθύνουν προειδοποιήσεις προς τη γερμανική οικονομία, στην τελευταία τους έκθεση.
Αλλά και ο Μίχαελ Χίτερ, επικεφαλής του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας, που πρόσκειται στους εργοδότες, κρούει τον κώδωνα κινδύνου. Σε έκθεση του ινστιτούτου γύρω από την επενδυτική συμπεριφορά και το πρόβλημα της υπερθέρμανσης το 1/3 των επιχειρηματιών περιγράφουν ένα κλίμα υπερφόρτωσης των εργασιών και ο λόγος είναι η έλλειψη εξειδικευμένου προσωπικού.  «Έχουμε όντως πρόβλημα έλλειψης εξειδικευμένων εργατών που φρενάρει την ανάπτυξη», δηλώνει ο Χίτερ στη Deutsche Welle. Και για να κάνει το πρόβλημα πιο γλαφυρό, παίρνει παράδειγμα από τον κλάδο των Logistics. Οι μεταφορείς πνίγονται στη δουλειά, αλλά δεν μπορούν να αυξήσουν τις παραγγελίες γιατί δεν έχουν οδηγούς. «Υπάρχουν περισσότερα φορτηγά από ό,τι οδηγοί» λέει ο Χίτερ, «και όταν δεν υπάρχουν οδηγοί δεν μπορείτε να μεταφέρετε αγαθά από έναν παραγωγό στον άλλο».
Τέλος της μηδενικής πολιτικής των επιτοκίων
Για την επίλυση του προβλήματος ο γερμανός οικονομολόγος προτείνει μια στρατηγική δράση σε πολλούς τομείς. Από τη μια πλευρά χρειάζεται κινητοποίηση του εργατικού δυναμικού στην εγχώρια αγορά, ακόμη κι αν δεν είναι εύκολο, επειδή το ποσοστό απασχόλησης είναι ένα από τα υψηλότερα. Ίσως μια λύση θα ήταν οι γυναίκες, αντί να εργάζονται μειωμένο ωράριον να επιστρέψουν στο ολόκληρο, υπό την προϋπόθεση ότι θα υπήρχαν δομές για την φύλαξη των παιδιών. Η άλλη σκέψη είναι η επέκταση του ορίου της ηλικίας συνταξιοδότησης, αν και μόλις από το 2029 θα ισχύσει η σύνταξη στα 67. Και τέλος, υπάρχει και η ελεγχόμενη μετανάστευση, που θα πρέπει να απασχολήσει πολύ πιο εντατικά τους αρμόδιους. Οι δυσκολίες στην αγορά εργασίας και η αύξηση των μισθών των εργαζομένων αποτελούν ένδειξη ότι η υπερθέρμανση της γερμανικής οικονομίας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη.
Εμπειρογνώμονες του Γερμανικού Ινστιτούτου Οικονομικών Ερευνών υποστηρίζoυν ότι αν και ο κατασκευαστικός κλάδος και τα τμήματα της οικονομίας υπερλειτουργούν, η ανάκαμψη της οικονομίας δεν έχει οδηγήσει σε μεγάλο πληθωρισμό, γεγονός θα ήταν ένδειξη υπερθέρμανσης. Το Ινστιτούτο Γερμανικής Οικονομίας αναμένει ότι από το 2017 μέχρι το 2019 το ποσοστό αύξησης των τιμών θα παραμείνει στο 1,7%, κάτω από τον στόχο της ΕΚΤ, η οποία κάνει λόγο για σταθερότητα τιμών μόνο όταν καταγράφονται ποσοστά κάτω του 1%. Το περίεργο είναι ότι η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα με την πολιτική των χαμηλών επιτοκίων τροφοδοτεί και η ίδια τον πληθωρισμό, όπως και η υπερλειτουργία ορισμένων βιομηχανικών κλάδων. Οι περισσότεροι παρατηρητές είναι πεπεισμένοι ότι εάν δεν υπάρξει αλλαγή στην πολιτική των επιτοκίων, δηλαδή το τέλος της μηδενικής πολιτικής επιτοκίων, παραμένει ο κίνδυνος υπερθέρμανσης της γερμανικής οικονομίας.

ΜΕΣΣΗΝΙΑΚΑ ΝΕΑ και ΕΙΔΗΣΕΙΣ

Αρχειοθήκη ιστολογίου