Επίσκεψη
Αντιπεριφερειάρχη στα πατατοχώραφα
Τα
πατατοχώραφα στις περιοχές Μπουρνιάς και Μπούκα Μεσσήνης, όπου η συγκομιδή
πατάτας εαρινής εσοδείας βρίσκεται σε πλήρη εξέλιξη, επισκέφθηκε ο
Αντιπεριφερειάρχης Παναγιώτης Αλευράς και αντάλλαξε απόψεις με παραγωγούς.
Ο κ. Αλευράς, μετά
το τέλος της περιοδείας του, δήλωσε ότι βρισκόμαστε περίπου στο 45-50% της
συγκομιδής που αναλογεί σε ποσότητα 12.000 τόνων περίπου.
Οι αποδόσεις είναι
πολύ καλές και η εκτίμηση είναι ότι η φετινή εαρινή παραγωγή θα φθάσει τους
25.000 τόνους.
Γενικά η
φετινή είναι μια πολύ καλή χρονιά για τη μεσσηνιακή πατάτα. Το προϊόν είναι
άριστης ποιότητας και σ’ αυτό έπαιξαν ρόλο οι ιδανικές για την καλλιέργεια
καιρικές συνθήκες που επικράτησαν, οι κατάλληλοι και στοχευμένοι χειρισμοί εκ
μέρους των παραγωγών και η καλή συνεργασία τους με τις αρμόδιες υπηρεσιακές
μονάδες της Π.Ε Μεσσηνίας.
Αναφέρθηκε ιδιαίτερα στη σημασία της καθημερινής
παρουσίας αρμοδίων γεωπόνων της Διεύθυνσης Αγροτικής Οικονομίας και Κτηνιατρικής
Μεσσηνίας στα πατατοχώραφα και στα τυποποιητήρια, καθώς στη σημασία εφαρμογής του
συστηματικού φυτοϋγειονομικού και ποιοτικού ελέγχου, με την ευθύνη της ανωτέρω
Υπηρεσίας.
O κ. Αλευρά
παρατήρησε ότι υπάρχει μεγάλη ζήτηση του προϊόντος, η οποία εν μέρει αποδίδεται
και στις περιορισμένες εισαγωγές πατάτας, κυρίως από τρίτες χώρες, λόγω της
ανόδου της τιμήσ παραγωγού στις χώρες αυτές, κάτι που αποδυνάμωσε το κίνητρο
εισαγωγής. Παρ’ όλα αυτά, τόνισε ότι έχει δοθεί αυστηρή
εντολή στο «Μικτό Κλιμάκιο Ελέγχου» για εντατικοποίηση των ελέγχων στην αγορά,
για την προστασία του προϊόντος και
κυρίως του εισοδήματος του παραγωγού.
Τέλος,
εξέφρασε την αισιοδοξία του ότι η διαμορφούμενη, ευοίωνη προοπτική για την
εμπορία του προϊόντος κατά τη φετινή περίοδο, θα αποτελέσει και ένα κίνητρο για
την επέκταση της καλλιέργειας.
Τόνισε δε ότι «πιστεύουμε ότι του χρόνου τα
καλλιεργούμενα στρέμματα θα είναι περισσότερα. Στόχος πρέπει να είναι η καλλιέργεια να επανακάμψει, φθάνοντας
τα 12.000 στρέμματα που είχαμε πριν 7-8
χρόνια, επ’ ωφελεία τόσο της
απασχόλησης, όσο και του γεωργικού εισοδήματος»