«Εάν η Ελλάδα συμφωνεί με τους Ευρωπαίους για φιλόδοξους, δημοσιονομικούς στόχους ,μην κατηγορείτε το ΔΝΤ ότι αυτό επιμένει στη λιτότητα, όταν ζητά να δει τα μέτρα που απαιτούνται για να κάνουν αξιόπιστους αυτούς τους στόχους». Το μήνυμα αυτό έστειλε χθες ο Πολ Τόμσεν, σε άρθρο που συνυπογράφει με τον κορυφαίο οικονομολόγο του Ταμείου Μ. Όμπστφελντ, δημιουργώντας σκηνικό ανοικτής ρήξης με Ελλάδα και Ευρωζώνη, ενώ ξεκαθαρίζει πως τα όποια μέτρα απαιτούνται πρέπει να νομοθετηθούν εκ των προτέρων για λόγους αξιοπιστίας.
Πρέπει να σημειωθεί πως σύμφωνα με κυβερνητικούς κύκλους, ο πρωθυπουργός ενημερώνοντας χθες την πολιτική γραμματεία του ΣΥΡΙΖΑ υποστήριξε πως το Ταμείο οφείλει να επιμείνει με παρρησία στη θέση για πρωτογενή πλεονάσματα 1,5% μετά το 2018 και όχι να πιέζει για πρόσθετη λιτότητα. Τόνισε δε πως σε μια περίοδο γενικευμένης αβεβαιότητας για την Ευρώπη η σταθεροποίηση της ελληνικής οικονομίας δεν μπορεί να συμβαδίζει με τη νομοθέτηση νέων μέτρων που θα ισχύσουν από το 2019. Στο άρθρο το ΔΝΤ υποστηρίζει:
- Οι συζητήσεις έχουν δημιουργήσει παραπληροφόρηση για τον ρόλο και τις απόψεις του ΔΝΤ. Το Ταμείο δεν ζητά πρόσθετη λιτότητα, όταν έχει ήδη πει πως θα του αρκούσε ένας στόχος για πλεόνασμα 1,5% για να στηρίξει ένα ελληνικό πρόγραμμα. Αντίθετα όμως προς τις συμβουλές του Ταμείου η κυβέρνηση συμφώνησε με τους Ευρωπαίους να συμπιέσει τις δαπάνες περαιτέρω προσωρινά, αν χρειαζόταν για να διασφαλιστεί πλεόνασμα 3,5%.
- Τα μέτρα που ζητά δεν είναι για δημιουργία περισσότερης λιτότητας ή μεγαλύτερου πλεονάσματος, αλλά οι ωφέλειές τους θα μπορούσαν να χρησιμοποιηθούν για να αυξηθούν άλλες δαπάνες και να κοπούν φόροι ώστε να στηριχθεί η ανάπτυξη.
- «Φωτογραφίζουν» παρεμβάσεις στο αφορολόγητο, περικοπές συντάξεων και μια ριζική αναδιάρθρωση του δημοσίου τομέα, σταδιακά, ενώ μιλούν για διστακτικότητα της κυβέρνησης να άρει τους περιορισμούς στις συλλογικές απολύσεις.
- Το ελληνικό χρέος είναι κατά πολύ μη βιώσιμο και όσες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και να γίνουν, δεν θα ξαναγίνει βιώσιμο χωρίς σημαντική ελάφρυνση.