Γράφει η Κατερίνα Παναγοπούλου
Η
εικόνα ήταν αποκρουστική. Τραμπούκοι χτυπούσαν βίαια σε όλο του το σώμα
έναν άνθρωπο 75 ετών, απλά επειδή διαφωνούν με απόψεις που εκφράζει.
Άλλοι τραβούσαν αυτάρεσκα βίντεο με τον ξυλοδαρμό, ακόμα πιο σοκαριστική
η σκηνή με τον άνδρα που κρατούσε αγκαλιά ένα μικρό παιδάκι.
Ο
εκτσογλανισμός της κοινωνίας προχωρά γοργά και σταθερά.
Κάποτε μας
προβλημάτιζε η θλιβερή εικόνα ανηλίκων που μούτζωναν σε παρελάσεις
επισήμους, τώρα παρακολουθούμε σε ζωντανή σύνδεση τη διαπαιδαγώγηση που
τους οδηγεί μετέπειτα σε τέτοιες πράξεις.
Όσο σοκαριστική κι αν
ήταν όμως η σκηνή, λίγοι ήταν εκείνοι που εξεπλάγησαν. Ίσως διότι για
χρόνια άκουγαν: «λιντσάρετε τον Πάχτα», «είναι προφανές ότι και ο Άδωνις
έχει προκαλέσει εξαιρετικά τον ελληνικό λαό», «η κυβερνητική πολιτική
έχει οδηγήσει τον κόσμο να συμπεριφέρεται έτσι», «η κυβέρνηση είναι
Χούντα και ως τέτοια πρέπει να αντιμετωπίζεται».
Η λίστα με τις φράσεις
που επί χρόνια δικαιολογούσαν πράξεις βίας, επιθέσεις, τραμπουκισμούς
και αντιδημοκρατικές, φασιστικές συμπεριφορές δεν έχει τέλος.
Η εργαλειοποίηση της βίας έχει παρελθόν.
16
Μαρτίου 2011:
Ο Θεόδωρος Πάγκαλος είχε καλέσει 11 βουλευτές του ΠΑΣΟΚ
σε ταβέρνα στα Καλύβια. Απ΄ έξω για ώρες κάποιοι χυδαιολογούσαν,
απειλούσαν και έκαναν αισχρές χειρονομίες προς τους βουλευτές του ΠΑΣΟΚ.
Στην πορεία έστησαν καρτέρι και λιθοβόλησαν τα αυτοκίνητά τους.
Ποια
ήταν η ανακοίνωση της Νομαρχιακής Επιτροπής Ανατολικής Αττικής του ΣΥΝ;
«Οι εκατοντάδες κάτοικοι της περιοχής είναι ελεύθεροι πολίτες και
διαμαρτύρονται εναντίον του, γιατί τον ταυτίζουν με αυτή την κυβέρνηση
του ΠΑΣΟΚ που προσπαθεί με τη βία των ΜΑΤ να περάσει τις απαράδεκτες
πολιτικές της.
Αυτοί οι πολίτες διαμαρτυρήθηκαν εναντίον του, γιατί
παλεύουν για ένα καλύτερο μέλλον για τον τόπο τους».
5 Δεκεμβρίου 2010: Ένας από τους πιο σοβαρούς και μετριοπαθείς
πολιτικούς, ο κ. Κωστής Χατζηδάκης δέχτηκε άγρια επίθεση, καθώς
προσπαθούσε να βγει από τη βουλή και διακομίστηκε αιμόφυρτος στο
νοσοκομείο.
Όλοι επισήμως καταδίκασαν, όμως έχει ενδιαφέρον να
ανακαλέσει κανείς το σχετικό δημοσίευμα της «Ελευθεροτυπίας» στις 17
Δεκεμβρίου 2010, όταν ο τότε Υπουργός Προστασίας του Πολίτη, Χρήστος
Παπουτσής, αναρωτιόταν «γιατί συμβαίνει μονίμως σ' όλα τα επεισόδια να
βρίσκεται κάποιος από το χώρο του ΣΥΡΙΖΑ και όχι από το ΚΚΕ ή το
ΠΑΣΟΚ;».
Τις αιτιάσεις απέρριψε η Ηρώ Διώτη του ΣΥΡΙΖΑ και μέμφθηκε την
κυβέρνηση ότι διολισθαίνει στη λογική της περιστολής των συνταγματικών
ελευθεριών.
«Ποιον φοβάστε τόσο πολύ;
Τη νεολαία, την κοινωνία, ή τον
εαυτό σας; Σας παραξενεύει ο κοινωνικός αναβρασμός; Χρησιμοποιείτε την
αστυνομία για καταστολή των αντιδράσεων απέναντι στην πολιτική σας».
Παρόμοια
περιστατικά, είχαν συμβεί στον τότε Υφυπουργό Τύπου Γιώργο Πεταλωτή,
όταν πολιορκούσαν τον ίδιο και οπαδούς του ΠΑΣΟΚ στην Αργυρούπολη,
απειλώντας «να τους κάψουν ζωντανούς», στον τότε υπουργό Εργασίας Ανδρέα
Λοβέρδο, αλλά και σε άλλους βουλευτές στην Πάτρα, όταν τυπώθηκαν αφίσες
με το πρόσωπο του καθενός στους δρόμους της πόλης, υπό τη λεζάντα
«Καταζητείται».
Πιο πρόσφατα, τον Ιανουάριο του 2015 όταν
τοποθετήθηκαν γκαζάκια στο πολιτικό γραφείο του Άδωνι Γεωργιάδη, η κ. Θ.
Φωτίου σχολίαζε από τηλεπαράθυρο:
«Είναι προφανές ότι και ο Άδωνις έχει
προκαλέσει εξαιρετικά τον ελληνικό λαό». Μόλις 1 χρόνο πριν, τον Μάιο
2017, μετά το τρομοκρατικό χτύπημα κατά του πρώην Πρωθυπουργού, Λουκά
Παπαδήμου, η Ζ. Κωνσταντοπούλου, η γυναίκα που πριν 2 χρόνια είχε
τοποθετηθεί στο τρίτο κατά σειρά πολιτειακό αξίωμα της χώρας έγραφε:
«Εγώ δε θα καταδικάσω τη βία, θα καταδικάσω τα μνημόνια. Στον
τραυματισθέντα δοτό μνημονιακό πρωθυπουργό, που κατέλαβε το αξίωμα με
πραξικόπημα και υπηρέτησε πιστά την μνημονιακή τυραννία, εύχομαι ταχεία
ανάρρωση.
Όταν αποκατασταθεί η Δημοκρατία και λειτουργήσει η Δικαιοσύνη
στη χώρα, θα κριθεί». Και την ίδια στιγμή, βέβαια, ακούμε από
κυβερνητικά στελέχη να χαρακτηρίζουν ως «ακτιβισμούς» τους βανδαλισμούς,
την τρομοκράτηση και τις επιθέσεις σε συμβολαιογραφικά γραφεία ή αλλού
και φυσικά να μην τιμωρείται ποτέ και κανείς.
Στα χρόνια του μνημονίου ήταν η πρώτη φορά μετά τη Μεταπολίτευση, που
η βία έγινε αποδεκτή ως δικαιολογημένη αντίδραση και ως όπλο στην
πολιτική αντιπαράθεση. Χρόνια γεμάτα τραμπουκισμούς και επιθέσεις.
Ο
φασισμός κόκκινος ή μαύρος ποτέ δεν απομονώθηκε πραγματικά.
Ποτέ δεν
ειπώθηκε ξεκάθαρα ότι οποιαδήποτε εκδήλωση φασισμού, υπό οποιαδήποτε
ταμπέλα και για οποιονδήποτε λόγο (είτε εθνικό, είτε οικονομικό, είτε
οποιονδήποτε άλλο) πρέπει να καταδικάζεται. Ποτέ δεν παραδεχτήκαμε πως η
συνύπαρξη της άνω και της κάτω πλατείας οδήγησαν στην ώσμωση.
Ποτέ δεν
συμφωνήσαμε ότι η πολιτική βία υπό οποιονδήποτε μανδύα δεν έχει θέση
στην κοινωνία.
Ούτε όταν απευθύνεται στον Γιώργο Κουμουτσάκο από
ακροδεξιούς πατριδοκάπηλους φασίστες, ούτε στον Ανδρέα Λοβέρδο από τάχα
«Αγανακτισμένους».
Διότι στα χρόνια των μνημονίων η ελληνική
κοινωνία δεν διχάστηκε απλά. Τρελάθηκε. Αποσταθεροποιήθηκε.
Η ρητορική
του μίσους, οι κραυγές για προδότες, προσκυνημένους και δωσίλογους, η
διάχυση της ανομίας και της ανοησίας, η προκλητική ανοχή και το χάιδεμα
της τρομοκρατίας και των φασιστικών συμπεριφορών οδήγησαν να βγει στην
επιφάνεια το περιθώριο.
Εν
κατακλείδι, ατελείωτες κοινωνιολογικές αναλύσεις μπορούν να γίνουν για
τα σοκαριστικά βίντεο που κάνουν από χθες τον γύρο του διαδικτύου με τον
πεσμένο στο πεζοδρόμιο Γ. Μπουτάρη.
Αλλά την ουσία της υπόθεσης την
υπογράμμισε ο καθηγητής κ. Στάθης Καλύβας. Αν οι θύτες συλλαμβάνονταν
και τιμωρούνταν το πρόβλημα θα λυνόταν.
Όσο εξακολουθούμε να
αποδεχόμαστε ως κοινωνία την απουσία κυρώσεων για τέτοιες πράξεις, τόσο
θα επαναλαμβάνονται.
Και μαζί θα συνεχίζονται οι ίδιες βαρετές κοινωνιολογικές αναλύσεις.