Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Σας έκλεισαν στο σπήλαιο; Τίποτα δε διαβάζουμε
δικό σας και το λάβαρο του σκοταδισμού
πήρε θάρρος και σεργιανάει στους δρόμους. Στον τύπο και στα έντυπα απόντες, οι ιδέες
σας προπηλακισμένες στη σιωπή, η αισθητική
καλλιέργεια των έργων σας ασθενέστερη
φτάνει στο λαό. Έτσι διαβάζουμε χυδαίες
γραφές, γραμμένες από αγράμματους κονδυλοφόρους,
με τις εμπνεύσεις τους λειψές και όλες
στην πνευματική γύμνια δοκιμασμένες.
Γιατί λοιπόν τόση σιωπή; Όταν εσείς σιωπάτε, με ποιον, με ποιον
να μιλήσουμε; Βγάλτε ένα περιοδικό να
φωτίσετε τον πνευματικό μας ορίζοντα.
Ένα φανάρι κρεμάστε του, να τριγυρνά στους
σκοτεινούς δρόμους μας, στους δαιδαλώδεις
διαδρόμους μας χρυσά πουλιά να κάνει
τις σφαίρες από τα μυδράλια που μας πυροβολούν.
Με τις σελίδες του, την πνευματική μας
γύμνια να ντύσετε, με την ιερότητα του
δικού σας λόγου, του Πατατζή, του Κατσαρού,
του Πέλλα, του Σπάλα, του Παυλέα, του Λίτσα,
του Φωτέα, του Ζακόπουλου, να καταδικάσουμε
το είδωλό μας που μας ξεγελά. Μ’ αυτά
που θα διαβάσουμε στις στήλες του, από
τον υπόκοσμο των μικρονοϊκών να φύγουμε,
το σχήμα της καταφυγής μας να φτιάξουμε
με στίχους που θα απαγγείλουμε σαν αυτούς:
<< Μπορούσα βέβαια να βρίσκομαι πρώτος
ανάμεσα στους οπλισμένους Δωριείς, ντυμένος
την περιλάλητη αμφίεσή τους, όμως παρέμεινα
με τα κουρέλια μου όπως με γέννησε η Γαλλική
επανάσταση, όπως με γέννησε η απελευθέρωση
των νέγρων, όπως με γέννησες μάνα μου
Ισπανία, ένας σκοτεινός συνωμότης >>.
Με κείμενα σαν αυτό, να ζωγραφίζει
της καρδιάς μας το δεφτέρι: << Έφυγαν
από την πόλη μας ύστερα από λίγες μέρες.
Φόρτωσαν τα πράγματά τους σ’ ένα καμιόνι
και σκαρφάλωσαν κι αυτοί πάνω στα κασόνια,
σαν πουλιά που τα νάρκωσε το σούρουπο
και κούρνιασαν. Η Μπέμπα είχε καθίσει
έτσι που να βλέπει πάντα τη μικρή μας
πολιτεία. Ταξίδευε κατά το άγνωστο με
την πλάτη, έτσι όπως ταξίδευε στη
ζωή… >>
Το περιοδικό θα είναι ένα πνευματοφυλάκιο.
Όποιος θα γράφει θα είναι άξιος εραστής
της λογοτεχνίας ή άλλης φίλης τέχνης
και η πένα του θα ορθοπλωρεί και θα μοιάζει
με ειρηνική πολεμική σάρισα που θα πολεμά
όλες τις τυραννίδες της γης. Κουρασμένοι
γραφιάδες θα αποκλείονται, λόγος φτωχός,
με ιδεολογική σύγχυση, υπολείμματα
ψυχοπάθειας και μεγαλοστομίας θα κρίνεται
γερασμένος και με συνοπτική διαδικασία
θα διώκεται.
Συστράτευση
λοιπόν για ένα λόγο αιρετικό, ονειροπόλο, θριαμβικό, για
έναν πνευματικό ευαγγελισμό, ένα αλληλούια
αγγέλων εν μέσω της πυκνής νύχτας που
μας περιβάλει. Μια πορεία προς την Επανάσταση!
Μια αναζήτηση της ελευθερίας της γραφής,
παρά το βλοσυρό βλέμμα των Σαδδουκαίων.