Η επιδημία
από τον νέο κοροναϊό βρίσκεται σε εξέλιξη ιδίως στις σοβαρά πληγείσες
περιοχές της Κίνας. «Δυστυχώς επί του παρόντος οποιαδήποτε πρόβλεψη για
την εξέλιξη της επιδημίας είναι παρακινδυνευμένη, ωστόσο καταβάλλονται
τεράστιες προσπάθειες παγκοσμίως για τον έλεγχο της στην Κίνα και τον
περιορισμό της επέκτασής της στον υπόλοιπο κόσμο. Η επίτευξη αυτού του
στόχου βέβαια απαιτεί την κατανόηση του κλινικού συνδρόμου που
προκαλείται από τον ιό, αλλά και τα επιδημιολογικά χαρακτηριστικά που
αφορούν την περίοδο μετάδοσής του», αναφέρει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ Θάνος
Δημόπουλος. Προσθέτει ότι, καθημερινά, ανακοινώνονται σε μεγάλα διεθνή
περιστατικά σειρές ασθενών που βοηθούν στην περαιτέρω κατανόηση της
λοίμωξης από τον νέο κοροναϊό. Προσφάτως ανακοινώθηκε και η πρώτη σειρά
βρεφών ηλικίας κάτω του ενός έτους που έχουν διαγνωσθεί να έχουν
μολυνθεί από τον ιό.
Η δημοσίευση στο περιοδικό JAMA κατέγραψε όλα τα βρέφη που έχουν καταγραφεί στην Κίνα ως τις αρχές Φεβρουαρίου να έχουν θετική διαγνωστική δοκιμασία για τον νέο κοροναϊό. Συνολικά 9 βρέφη βρέθηκαν να έχουν μολυνθεί από τον ιό, το μικρότερο σε ηλικία περίπου 2 μηνών. Σε όλες τις περιπτώσεις, στην οικογένεια των βρεφών είχε καταγραφεί τουλάχιστον ένας ασθενής από την λοίμωξη με τον νέο κοροναϊό. Τα περισσότερα βρέφη ζουν στην περιοχή της Ουχάν ή μέλη της οικογένειάς τους είχαν επισκεφθεί πρόσφατα την περιοχή αυτή. Τα 4 από τα 9 παιδιά εμφάνισαν πυρετό, τα 2 είχαν ήπια συμπτώματα λοίμωξης ανωτέρω αναπνευστικού και τα 2 ήταν ασυμπτωματικά. Κανένα από τα 9 παιδιά δεν είχε σημαντικές επιπλοκές από τη λοίμωξη από τον κοροναϊό.
«Τα ανωτέρω περιστατικά καταδεικνύουν ότι ο ιός μπορεί να μολύνει ακόμη και βρέφη. Η μικρότερη ηλικία ασθενούς που είχε ανακοινωθεί ως τώρα ήταν ένα παιδί 15 ετών. Ο αριθμός βέβαια των προσβεβλημένων βρεφών είναι μικρός αλλά πιθανώς τα βρέφη έχουν μικρότερο κίνδυνο έκθεσης στον ιό», αναφέρει ο κ. Δημόπουλος. Συμπληρώνει ότι «η μελέτη κατέγραψε περιστατικά τα οποία νοσηλεύθηκαν και προφανώς μπορεί να υπάρχουν και άλλα ασυμπτωματικά βρέφη θετικά για τον ιό. Στην παρούσα σειρά, τα συμπτώματα από την λοίμωξη ήταν ήπια αν υπήρχαν και δεν εμφανίστηκαν επιπλοκές από τη λοίμωξη». Σύμφωνα με τον κ. Δημόπουλο, ιδιαίτερη σημασία έχει και η μελέτη που ανακοινώθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Lancet και εξέτασε την περίπτωση 9 εγκύων που διαγνώσθηκαν με λοίμωξη από τον νέο κοροναϊό στο τελευταίο τρίμηνο της κύησης. Τα κυριότερα συμπτώματά τους ήταν πυρετός, βήχας, κακουχία και μυαλγίες, ενώ μια εγκυμονούσα ανέφερε συμπτώματα από το γαστρεντερικό. Όλες οι γυναίκες χρειάστηκαν χορήγηση οξυγόνου και εμφάνιζαν τα τυπικά διηθήματα στον πνεύμονα στις αξονικές τομογραφίες που πραγματοποιήθηκαν. Ωστόσο καμία από τις εγκύους δεν εμφάνισε σοβαρή πνευμονία για την οποία να χρειαστεί μηχανική υποστήριξη της αναπνοής.
Όλες οι γυναίκες βρίσκονταν μετά την 36η εβδομάδα της κύησης και γέννησαν με καισαρική τομή, κυρίως λόγω της αβεβαιότητας για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει ο νέος κοροναϊός στη μητέρα και το παιδί. Ο έλεγχος που έγινε στα σωματικά υγρά των εμβρύων μετά τη γέννησή τους για τον νέο κοροναϊό με δύο διαφορετικές δοκιμασίες ήταν αρνητικός. Με βάση τα περιστατικά αυτά δεν υπάρχουν δεδομένα που να καταδεικνύουν κάθετη μετάδοση του νέου κοροναϊού κατά τη διάρκεια τουλάχιστον του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Αντίστοιχα ήταν τα συμπεράσματα και για τον παλαιότερο κοροναϊό SARS. «Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει κάθετη μετάδοση σε προηγούμενα τρίμηνα της κύησης όπως έχει διαπιστωθεί για άλλες ιογενείς λοιμώξεις», σημειώνει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ.
Επίσης, δεν καταγράφηκε σοβαρή λοίμωξη σε έγκυο ακόμη, στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό καθώς η εγκυμοσύνη αποτελεί κατάσταση ανοσοκαταστολής και ο πληθυσμός αυτός είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε λοιμώξεις αναπνευστικού. Τα στοιχεία αυτά συμπληρώνουν προηγούμενα δεδομένα που έχουν δημοσιευθεί για τα κλινικά χαρακτηριστικά της λοίμωξης. Σε αυτές τις σειρές ασθενών, η λοίμωξη αφορούσε κυρίως ασθενείς μετά την ηλικία των 50 ετών. Τα κυριότερα συμπτώματα ήταν πυρετός, βήχας δύσπνοια, καταβολή, μυαλγίες και διάρροιες ή έμετοι. Οι ασθενείς εμφάνιζαν κατά τη διάγνωση της λοίμωξης χαμηλό αριθμό λεμφοκυττάρων όπως διαπιστώθηκε και στις εγκυμονούσες γυναίκες, υψηλούς δείκτες φλεγμονής στο αίμα και χαρακτηριστικά διηθήματα στην ακτινογραφία ή την αξονική θώρακος.
Περίπου το 25% των ασθενών με κλινική και ακτινολογική εικόνα πνευμονίας χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Οι ασθενείς αυτοί ήταν συνήθως πιο ηλικιωμένοι, με συνυπάρχοντα νοσήματα, συνήθως από το καρδιαγγειακό σύστημα ή σακχαρώδη διαβήτη και είχαν πιο επηρεασμένη κλινική εικόνα κατά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο. Περισσότερα δεδομένα θα καθορίσουν επακριβώς το βαθμό μεταδοτικότητας και την κλινική εξέλιξη της λοίμωξης από τον νέο ιό σε όλες τις ομάδες του πληθυσμού.
Η δημοσίευση στο περιοδικό JAMA κατέγραψε όλα τα βρέφη που έχουν καταγραφεί στην Κίνα ως τις αρχές Φεβρουαρίου να έχουν θετική διαγνωστική δοκιμασία για τον νέο κοροναϊό. Συνολικά 9 βρέφη βρέθηκαν να έχουν μολυνθεί από τον ιό, το μικρότερο σε ηλικία περίπου 2 μηνών. Σε όλες τις περιπτώσεις, στην οικογένεια των βρεφών είχε καταγραφεί τουλάχιστον ένας ασθενής από την λοίμωξη με τον νέο κοροναϊό. Τα περισσότερα βρέφη ζουν στην περιοχή της Ουχάν ή μέλη της οικογένειάς τους είχαν επισκεφθεί πρόσφατα την περιοχή αυτή. Τα 4 από τα 9 παιδιά εμφάνισαν πυρετό, τα 2 είχαν ήπια συμπτώματα λοίμωξης ανωτέρω αναπνευστικού και τα 2 ήταν ασυμπτωματικά. Κανένα από τα 9 παιδιά δεν είχε σημαντικές επιπλοκές από τη λοίμωξη από τον κοροναϊό.
«Τα ανωτέρω περιστατικά καταδεικνύουν ότι ο ιός μπορεί να μολύνει ακόμη και βρέφη. Η μικρότερη ηλικία ασθενούς που είχε ανακοινωθεί ως τώρα ήταν ένα παιδί 15 ετών. Ο αριθμός βέβαια των προσβεβλημένων βρεφών είναι μικρός αλλά πιθανώς τα βρέφη έχουν μικρότερο κίνδυνο έκθεσης στον ιό», αναφέρει ο κ. Δημόπουλος. Συμπληρώνει ότι «η μελέτη κατέγραψε περιστατικά τα οποία νοσηλεύθηκαν και προφανώς μπορεί να υπάρχουν και άλλα ασυμπτωματικά βρέφη θετικά για τον ιό. Στην παρούσα σειρά, τα συμπτώματα από την λοίμωξη ήταν ήπια αν υπήρχαν και δεν εμφανίστηκαν επιπλοκές από τη λοίμωξη». Σύμφωνα με τον κ. Δημόπουλο, ιδιαίτερη σημασία έχει και η μελέτη που ανακοινώθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Lancet και εξέτασε την περίπτωση 9 εγκύων που διαγνώσθηκαν με λοίμωξη από τον νέο κοροναϊό στο τελευταίο τρίμηνο της κύησης. Τα κυριότερα συμπτώματά τους ήταν πυρετός, βήχας, κακουχία και μυαλγίες, ενώ μια εγκυμονούσα ανέφερε συμπτώματα από το γαστρεντερικό. Όλες οι γυναίκες χρειάστηκαν χορήγηση οξυγόνου και εμφάνιζαν τα τυπικά διηθήματα στον πνεύμονα στις αξονικές τομογραφίες που πραγματοποιήθηκαν. Ωστόσο καμία από τις εγκύους δεν εμφάνισε σοβαρή πνευμονία για την οποία να χρειαστεί μηχανική υποστήριξη της αναπνοής.
Όλες οι γυναίκες βρίσκονταν μετά την 36η εβδομάδα της κύησης και γέννησαν με καισαρική τομή, κυρίως λόγω της αβεβαιότητας για τις επιπτώσεις που μπορεί να έχει ο νέος κοροναϊός στη μητέρα και το παιδί. Ο έλεγχος που έγινε στα σωματικά υγρά των εμβρύων μετά τη γέννησή τους για τον νέο κοροναϊό με δύο διαφορετικές δοκιμασίες ήταν αρνητικός. Με βάση τα περιστατικά αυτά δεν υπάρχουν δεδομένα που να καταδεικνύουν κάθετη μετάδοση του νέου κοροναϊού κατά τη διάρκεια τουλάχιστον του τρίτου τριμήνου της εγκυμοσύνης. Αντίστοιχα ήταν τα συμπεράσματα και για τον παλαιότερο κοροναϊό SARS. «Βέβαια αυτό δεν σημαίνει ότι δεν μπορεί να υπάρχει κάθετη μετάδοση σε προηγούμενα τρίμηνα της κύησης όπως έχει διαπιστωθεί για άλλες ιογενείς λοιμώξεις», σημειώνει ο πρύτανης του ΕΚΠΑ.
Επίσης, δεν καταγράφηκε σοβαρή λοίμωξη σε έγκυο ακόμη, στοιχείο εξαιρετικά σημαντικό καθώς η εγκυμοσύνη αποτελεί κατάσταση ανοσοκαταστολής και ο πληθυσμός αυτός είναι ιδιαίτερα ευάλωτος σε λοιμώξεις αναπνευστικού. Τα στοιχεία αυτά συμπληρώνουν προηγούμενα δεδομένα που έχουν δημοσιευθεί για τα κλινικά χαρακτηριστικά της λοίμωξης. Σε αυτές τις σειρές ασθενών, η λοίμωξη αφορούσε κυρίως ασθενείς μετά την ηλικία των 50 ετών. Τα κυριότερα συμπτώματα ήταν πυρετός, βήχας δύσπνοια, καταβολή, μυαλγίες και διάρροιες ή έμετοι. Οι ασθενείς εμφάνιζαν κατά τη διάγνωση της λοίμωξης χαμηλό αριθμό λεμφοκυττάρων όπως διαπιστώθηκε και στις εγκυμονούσες γυναίκες, υψηλούς δείκτες φλεγμονής στο αίμα και χαρακτηριστικά διηθήματα στην ακτινογραφία ή την αξονική θώρακος.
Περίπου το 25% των ασθενών με κλινική και ακτινολογική εικόνα πνευμονίας χρειάστηκε μηχανική υποστήριξη της αναπνοής. Οι ασθενείς αυτοί ήταν συνήθως πιο ηλικιωμένοι, με συνυπάρχοντα νοσήματα, συνήθως από το καρδιαγγειακό σύστημα ή σακχαρώδη διαβήτη και είχαν πιο επηρεασμένη κλινική εικόνα κατά την εισαγωγή τους στο νοσοκομείο. Περισσότερα δεδομένα θα καθορίσουν επακριβώς το βαθμό μεταδοτικότητας και την κλινική εξέλιξη της λοίμωξης από τον νέο ιό σε όλες τις ομάδες του πληθυσμού.