Κατά τη συζήτηση επί της αρχής, στην Ολομέλεια της Βουλής, του νομοσχεδίου «Συνταξιοδοτικές ρυθμίσεις, Ενιαίο Μισθολόγιο – Βαθμολόγιο, Εργασιακή Εφεδρεία και άλλες διατάξεις εφαρμογής του Μεσοπρόθεσμου Πλαισίου Δημοσιονομικής Στρατηγικής 2012-2015», ο βουλευτής Μεσσηνίας του ΠΑΣΟΚ κ. Δημήτρης Κουσελάς έκανε την ακόλουθη τοποθέτηση:
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα καλούμαστε για άλλη μια φορά να αποφασίσουμε για την τύχη και την προοπτική της χώρας. Να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, ζυγίζοντας πάρα πολύ καλά και τα υπέρ και τα κατά της όποιας απόφασης πάρουμε.
Όμως, ας μην γελιόμαστε. Σήμερα αποφασίζουμε υπό τη Δαμόκλειο Σπάθη των πιστωτών μας, που περιμένουν από μας σκληρές αποφάσεις.
Τις περιμένουν ως αντάλλαγμα για να αναλάβουν κι αυτοί τις ευθύνες τους, να τηρήσουν ή να βελτιώσουν τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, που ελπίζουμε να βγάλει τη χώρα από τη θανάσιμη παγίδα του χρέους, της ύφεσης, της ανεργίας και των δημοσιονομικών αδιεξόδων στα οποία έχει οδηγηθεί.
Από την παγίδα στην οποία την οδήγησαν –και δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό- οι ανερμάτιστες πολιτικές των προκατόχων μας, της Νέας Δημοκρατίας, που σήμερα αντί να βάλει πλάτη στην πιο μεγάλη κρίση που περνάει η χώρα και ενώ δραπέτευσε στους δεκαοκτώ μήνες, έρχεται και μας ζητάει και τα ρέστα. Λες και σ’ αυτή τη χώρα τρώμε λωτούς ή κουτόχορτο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είτε μας αρέσει είτε όχι, η χώρα διατηρείται στη ζωή με τη βοήθεια των εταίρων μας.
Σε αντάλλαγμα, είμαστε πολλές φορές υποχρεωμένοι να εφαρμόσουμε τις συνταγές της τρόικας και των πιστωτών μας, συνταγές των αδελφών κομμάτων της Νέας Δημοκρατίας του κ. Σαμαρά, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που είναι κυρίως νεοφιλελεύθερες και οι οποίες, πέραν των άλλων, δεν γνωρίζουμε εάν και πόσο θα είναι αποτελεσματικές.
Αφού σχεδόν κανείς από την Αντιπολίτευση δεν μιλά και δεν θέλει να ξέρει για την «ταμπακιέρα», φοβούμενος το πολιτικό κόστος και τη λαϊκή δυσαρέσκεια, το ασήκωτο βάρος της ευθύνης πέφτει ξανά στην Κυβέρνηση και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, που καλείται να σηκώσει τα βάρη και τις αμαρτίες όλου του παρελθόντος.
Σήμερα, λοιπόν, αποφασίζουμε με πλήρη συνείδηση της ανασφάλειας και της απόγνωσης των συμπολιτών μας, που έχουν ωστόσο επιδείξει πολύ μεγαλύτερη ωριμότητα από ορισμένους εκπροσώπους τους εδώ στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Γι’ αυτό θα έλεγα ότι είναι ανεπίτρεπτο ο θυμός και η αγανάκτηση να αποκαλούνται ή να βαφτίζονται «συντεχνιακές αντιδράσεις», όπως δεν είναι «συντεχνίες» οι εκατοντάδες χιλιάδες των πολιτών που κατέβηκαν σήμερα στο κέντρο της Αθήνας.
Οι πολίτες αυτοί ζητούν από μας δύο πολύ συγκεκριμένα πράγματα.
Πρώτον, οι θυσίες τους να είναι δίκαια κατανεμημένες, να μην την πληρώνουν συνεχώς οι ίδιοι και οι ίδιοι, να πληρώσουν πρώτα, κύριε Υπουργέ, αυτοί που χρωστάνε και ιδιαίτερα οι μεγαλοοφειλέτες.
Γι’ αυτό, λοιπόν, πέρα από τις προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα προς αυτή την κατεύθυνση, θέλω να σας καλέσω να φέρετε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο, με βάση το οποίο τα δικαστήρια να υποχρεώνονται να εκδικάζουν κατά προτεραιότητα, σε χρονικό διάστημα μέχρι πέντε μηνών, όλες τις αναστολές που έχουν γίνει για τους μεγαλοοφειλέτες και όχι να περιμένουμε χρόνια για να εισπράξουμε.
Το δεύτερο που ζητούν οι πολίτες είναι οι θυσίες τους να πιάσουν τόπο, να ανοίξει δηλαδή προοπτική εξόδου από την κρίση στο ορατό μέλλον.
Το εγγυάστε αυτό, κύριε Υπουργέ;
Το εγγυώνται αυτό οι εταίροι μας, που τόσο εύκολα ζητούν από το λαό μας, από τον άνεργο, από τον μεροκαματιάρη, θυσίες και στερήσεις;
Θα είμαι απόλυτα σαφής, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Υπό άλλες συνθήκες, εαν η χώρα δεν ήταν στο χείλος του γκρεμού, εαν δεν ήταν να αποτρέψουμε την κατάρρευση, θα ήμουν ο τελευταίος που θα ψήφιζα εργασιακές ανατροπές, δυσβάσταχτες φορολογικές επιβαρύνσεις, την εργασιακή εφεδρεία, τις περικοπές στις συντάξεις που περιέχει αυτό το νομοσχέδιο.
Από την άλλη, το δίλημμα είναι ξεκάθαρο και αναπότρεπτο: Ή πορευόμαστε μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μένοντας στην Ευρωζώνη και εξαντλώντας κάθε περιθώριο διάσωσης της χώρας μέσω της βοήθειας και των κοινών πολιτικών των εταίρων μας, ή αποφασίζουμε να πορευτούμε και να καταστραφούμε μόνοι, εκτός Ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης, παραμένοντας εθνικά υπερήφανοι, αλλά στο περιθώριο ακόμη και των Βαλκανίων!
Αυτή η επιλογή οδηγεί στην καθολική οικονομική κατάρρευση, στη γενικευμένη και απόλυτη φτώχεια, στην ακόμη μεγαλύτερη εξαθλίωση των οικονομικά ασθενέστερων συμπολιτών μου, αυτών ακριβώς που μου μεταφέρουν τις καθημερινές αγωνίες και τις σφοδρές αντιρρήσεις τους, σε πολλά ζητήματα από αυτά που εδώ συζητούνται και νομοθετούνται.
Τι μπορώ, λοιπόν, να τους πω;
Να τους πω πως «είμαι πρόθυμος να αυτοπυρποληθούμε μαζί»;
Να τους πω «πορευτείτε στα τυφλά»;
Να τους παραπέμψω στις μαγικές, αλλά αστήριχτες συνταγές του κ. Σαμαρά για αναδιαπραγμάτευση, στην «εξέγερση και ό,τι λάχει» που εκ του ασφαλούς ευαγγελίζονται κάποιοι;
Ή μήπως σε μια «εθνικά υπερήφανη πτώχευση», στην περιθωριοποίηση της χώρας για δεκαετίες και... γαία πυρί μιχθείτω;
Όχι αγαπητοί μου συμπολίτες και συνάδελφοι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα από όλα αυτά «ελαφρά τη καρδία».
Απαιτώ, όμως, από την Κυβέρνηση, ειδικά σ’ αυτό το νομοσχέδιο, να λύσει μια σειρά από συγκεκριμένα ζητήματα.
Πρώτο, να εξαντλήσει κάθε περιθώριο βελτίωσης επιμέρους διατάξεων -και σ’ αυτό θα επανέλθουμε στα άρθρα- και σε σχέση με το άρθρο 37, που καθώς φαίνεται το επέβαλαν από το παράθυρο «γνωστοί-άγνωστοι» συνομιλητές της τρόικας. Να αποδεχτεί τις δύο τροπολογίες που έχουμε καταθέσει με τους συναδέλφους κ.κ. Μακρυπίδη και Πρωτόπαπα, οι οποίες δεν αντιστρατεύονται τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί, βοηθούν, όμως, τους εργαζόμενους να αντέξουν στις μεγάλες περικοπές.
Με αυτές τις τροπολογίες ζητάμε να αλλάξει η διάταξη για τις εισηγμένες ΔΕΚΟ που επιβάλλει μείωση 65% του κατά κεφαλή κόστους μισθοδοσίας έναντι του ισχύοντος την 31.12.2009 και να οριστεί το 65% των δαπανών μισθοδοσίας. Θα δοθεί έτσι η δυνατότητα να μην υπάρξουν οριζόντιες περικοπές στις ΔΕΚΟ που προανέφερα και να μην καταργηθεί το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Δεύτερο, να εξαιρεθούν από την εφεδρεία οι χώροι του ΟΣΕ και των αστικών συγκοινωνιών. Θέλω να θυμίσω, κύριε Υπουργέ, ότι για την εξυγίανση αυτών των χώρων ψηφίσαμε ειδικά νομοσχέδια. Ειδικά σε ό,τι αφορά στον ΟΣΕ, υπεγράφη πρόσφατα συλλογική σύμβαση εργασίας.
Επίσης, είναι αδιανόητο να μπαίνει στην εφεδρεία ο σύζυγος ή η σύζυγος όταν ο ένας από τους δυο είναι διαπιστωμένα άνεργος. Είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Το έθεσα και κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή.
Να αφαιρέσετε από τις ρυθμίσεις του άρθρου 31 τις τρεις τράπεζες που έχετε βάλει μέσα. Τινάζετε στον αέρα τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού, καταλύετε τη συλλογική σύμβαση ΟΤΟΕ-Τραπεζών και ο κλάδος κυριολεκτικά θα γίνει μια ζούγκλα αθέμιτου ανταγωνισμού. Θα έπρεπε να υπάρξει μια ειδική συλλογική ρύθμιση και οι εργαζόμενοι εκεί να πληρώσουν κατ’ αντιστοιχία με τους υπόλοιπους, δεν ζητώ κάποια εξαίρεση.
Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει αντιμετώπιση όσων στο δημόσιο τομέα έχουν περικοπές από το νέο μισθολόγιο πέραν του 20%. Έχει υποβληθεί μια συγκεκριμένη τροπολογία, η οποία δίνει λύση στο πρόβλημα αυτό. Παρακρατείται άμεσα το 25% της διαφοράς και το υπόλοιπο πάει σε τρεις ετήσιες ισόποσες δόσεις.
Θέλω να καλέσω την Κυβέρνηση αυτές τις παρατηρήσεις, που είναι λογικές και σωστές, να τις λάβει υπόψη. Θα περιμένουμε για την αποδοχή αυτών των προτάσεων, που δεν είναι μόνο δικές μου.»
«Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, σήμερα καλούμαστε για άλλη μια φορά να αποφασίσουμε για την τύχη και την προοπτική της χώρας. Να αναλάβουμε τις ευθύνες μας, ζυγίζοντας πάρα πολύ καλά και τα υπέρ και τα κατά της όποιας απόφασης πάρουμε.
Όμως, ας μην γελιόμαστε. Σήμερα αποφασίζουμε υπό τη Δαμόκλειο Σπάθη των πιστωτών μας, που περιμένουν από μας σκληρές αποφάσεις.
Τις περιμένουν ως αντάλλαγμα για να αναλάβουν κι αυτοί τις ευθύνες τους, να τηρήσουν ή να βελτιώσουν τη συμφωνία της 21ης Ιουλίου, που ελπίζουμε να βγάλει τη χώρα από τη θανάσιμη παγίδα του χρέους, της ύφεσης, της ανεργίας και των δημοσιονομικών αδιεξόδων στα οποία έχει οδηγηθεί.
Από την παγίδα στην οποία την οδήγησαν –και δεν πρέπει να το ξεχνάμε αυτό- οι ανερμάτιστες πολιτικές των προκατόχων μας, της Νέας Δημοκρατίας, που σήμερα αντί να βάλει πλάτη στην πιο μεγάλη κρίση που περνάει η χώρα και ενώ δραπέτευσε στους δεκαοκτώ μήνες, έρχεται και μας ζητάει και τα ρέστα. Λες και σ’ αυτή τη χώρα τρώμε λωτούς ή κουτόχορτο.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, είτε μας αρέσει είτε όχι, η χώρα διατηρείται στη ζωή με τη βοήθεια των εταίρων μας.
Σε αντάλλαγμα, είμαστε πολλές φορές υποχρεωμένοι να εφαρμόσουμε τις συνταγές της τρόικας και των πιστωτών μας, συνταγές των αδελφών κομμάτων της Νέας Δημοκρατίας του κ. Σαμαρά, του Ευρωπαϊκού Λαϊκού Κόμματος, που είναι κυρίως νεοφιλελεύθερες και οι οποίες, πέραν των άλλων, δεν γνωρίζουμε εάν και πόσο θα είναι αποτελεσματικές.
Αφού σχεδόν κανείς από την Αντιπολίτευση δεν μιλά και δεν θέλει να ξέρει για την «ταμπακιέρα», φοβούμενος το πολιτικό κόστος και τη λαϊκή δυσαρέσκεια, το ασήκωτο βάρος της ευθύνης πέφτει ξανά στην Κυβέρνηση και στην Κοινοβουλευτική Ομάδα του ΠΑΣΟΚ, που καλείται να σηκώσει τα βάρη και τις αμαρτίες όλου του παρελθόντος.
Σήμερα, λοιπόν, αποφασίζουμε με πλήρη συνείδηση της ανασφάλειας και της απόγνωσης των συμπολιτών μας, που έχουν ωστόσο επιδείξει πολύ μεγαλύτερη ωριμότητα από ορισμένους εκπροσώπους τους εδώ στο Ελληνικό Κοινοβούλιο.
Γι’ αυτό θα έλεγα ότι είναι ανεπίτρεπτο ο θυμός και η αγανάκτηση να αποκαλούνται ή να βαφτίζονται «συντεχνιακές αντιδράσεις», όπως δεν είναι «συντεχνίες» οι εκατοντάδες χιλιάδες των πολιτών που κατέβηκαν σήμερα στο κέντρο της Αθήνας.
Οι πολίτες αυτοί ζητούν από μας δύο πολύ συγκεκριμένα πράγματα.
Πρώτον, οι θυσίες τους να είναι δίκαια κατανεμημένες, να μην την πληρώνουν συνεχώς οι ίδιοι και οι ίδιοι, να πληρώσουν πρώτα, κύριε Υπουργέ, αυτοί που χρωστάνε και ιδιαίτερα οι μεγαλοοφειλέτες.
Γι’ αυτό, λοιπόν, πέρα από τις προσπάθειες που έχουν γίνει μέχρι σήμερα προς αυτή την κατεύθυνση, θέλω να σας καλέσω να φέρετε στη Βουλή ένα νομοσχέδιο, με βάση το οποίο τα δικαστήρια να υποχρεώνονται να εκδικάζουν κατά προτεραιότητα, σε χρονικό διάστημα μέχρι πέντε μηνών, όλες τις αναστολές που έχουν γίνει για τους μεγαλοοφειλέτες και όχι να περιμένουμε χρόνια για να εισπράξουμε.
Το δεύτερο που ζητούν οι πολίτες είναι οι θυσίες τους να πιάσουν τόπο, να ανοίξει δηλαδή προοπτική εξόδου από την κρίση στο ορατό μέλλον.
Το εγγυάστε αυτό, κύριε Υπουργέ;
Το εγγυώνται αυτό οι εταίροι μας, που τόσο εύκολα ζητούν από το λαό μας, από τον άνεργο, από τον μεροκαματιάρη, θυσίες και στερήσεις;
Θα είμαι απόλυτα σαφής, κυρίες και κύριοι συνάδελφοι: Υπό άλλες συνθήκες, εαν η χώρα δεν ήταν στο χείλος του γκρεμού, εαν δεν ήταν να αποτρέψουμε την κατάρρευση, θα ήμουν ο τελευταίος που θα ψήφιζα εργασιακές ανατροπές, δυσβάσταχτες φορολογικές επιβαρύνσεις, την εργασιακή εφεδρεία, τις περικοπές στις συντάξεις που περιέχει αυτό το νομοσχέδιο.
Από την άλλη, το δίλημμα είναι ξεκάθαρο και αναπότρεπτο: Ή πορευόμαστε μαζί με την Ευρωπαϊκή Ένωση, μένοντας στην Ευρωζώνη και εξαντλώντας κάθε περιθώριο διάσωσης της χώρας μέσω της βοήθειας και των κοινών πολιτικών των εταίρων μας, ή αποφασίζουμε να πορευτούμε και να καταστραφούμε μόνοι, εκτός Ευρωζώνης και Ευρωπαϊκής Ένωσης, παραμένοντας εθνικά υπερήφανοι, αλλά στο περιθώριο ακόμη και των Βαλκανίων!
Αυτή η επιλογή οδηγεί στην καθολική οικονομική κατάρρευση, στη γενικευμένη και απόλυτη φτώχεια, στην ακόμη μεγαλύτερη εξαθλίωση των οικονομικά ασθενέστερων συμπολιτών μου, αυτών ακριβώς που μου μεταφέρουν τις καθημερινές αγωνίες και τις σφοδρές αντιρρήσεις τους, σε πολλά ζητήματα από αυτά που εδώ συζητούνται και νομοθετούνται.
Τι μπορώ, λοιπόν, να τους πω;
Να τους πω πως «είμαι πρόθυμος να αυτοπυρποληθούμε μαζί»;
Να τους πω «πορευτείτε στα τυφλά»;
Να τους παραπέμψω στις μαγικές, αλλά αστήριχτες συνταγές του κ. Σαμαρά για αναδιαπραγμάτευση, στην «εξέγερση και ό,τι λάχει» που εκ του ασφαλούς ευαγγελίζονται κάποιοι;
Ή μήπως σε μια «εθνικά υπερήφανη πτώχευση», στην περιθωριοποίηση της χώρας για δεκαετίες και... γαία πυρί μιχθείτω;
Όχι αγαπητοί μου συμπολίτες και συνάδελφοι, δεν μπορώ να κάνω τίποτα από όλα αυτά «ελαφρά τη καρδία».
Απαιτώ, όμως, από την Κυβέρνηση, ειδικά σ’ αυτό το νομοσχέδιο, να λύσει μια σειρά από συγκεκριμένα ζητήματα.
Πρώτο, να εξαντλήσει κάθε περιθώριο βελτίωσης επιμέρους διατάξεων -και σ’ αυτό θα επανέλθουμε στα άρθρα- και σε σχέση με το άρθρο 37, που καθώς φαίνεται το επέβαλαν από το παράθυρο «γνωστοί-άγνωστοι» συνομιλητές της τρόικας. Να αποδεχτεί τις δύο τροπολογίες που έχουμε καταθέσει με τους συναδέλφους κ.κ. Μακρυπίδη και Πρωτόπαπα, οι οποίες δεν αντιστρατεύονται τους δημοσιονομικούς στόχους που έχουν τεθεί, βοηθούν, όμως, τους εργαζόμενους να αντέξουν στις μεγάλες περικοπές.
Με αυτές τις τροπολογίες ζητάμε να αλλάξει η διάταξη για τις εισηγμένες ΔΕΚΟ που επιβάλλει μείωση 65% του κατά κεφαλή κόστους μισθοδοσίας έναντι του ισχύοντος την 31.12.2009 και να οριστεί το 65% των δαπανών μισθοδοσίας. Θα δοθεί έτσι η δυνατότητα να μην υπάρξουν οριζόντιες περικοπές στις ΔΕΚΟ που προανέφερα και να μην καταργηθεί το δικαίωμα συλλογικής διαπραγμάτευσης.
Δεύτερο, να εξαιρεθούν από την εφεδρεία οι χώροι του ΟΣΕ και των αστικών συγκοινωνιών. Θέλω να θυμίσω, κύριε Υπουργέ, ότι για την εξυγίανση αυτών των χώρων ψηφίσαμε ειδικά νομοσχέδια. Ειδικά σε ό,τι αφορά στον ΟΣΕ, υπεγράφη πρόσφατα συλλογική σύμβαση εργασίας.
Επίσης, είναι αδιανόητο να μπαίνει στην εφεδρεία ο σύζυγος ή η σύζυγος όταν ο ένας από τους δυο είναι διαπιστωμένα άνεργος. Είναι κάτι που πρέπει να αντιμετωπιστεί. Το έθεσα και κατά τη συζήτηση στην Επιτροπή.
Να αφαιρέσετε από τις ρυθμίσεις του άρθρου 31 τις τρεις τράπεζες που έχετε βάλει μέσα. Τινάζετε στον αέρα τους κανόνες του υγιούς ανταγωνισμού, καταλύετε τη συλλογική σύμβαση ΟΤΟΕ-Τραπεζών και ο κλάδος κυριολεκτικά θα γίνει μια ζούγκλα αθέμιτου ανταγωνισμού. Θα έπρεπε να υπάρξει μια ειδική συλλογική ρύθμιση και οι εργαζόμενοι εκεί να πληρώσουν κατ’ αντιστοιχία με τους υπόλοιπους, δεν ζητώ κάποια εξαίρεση.
Τέλος, θα πρέπει να υπάρξει αντιμετώπιση όσων στο δημόσιο τομέα έχουν περικοπές από το νέο μισθολόγιο πέραν του 20%. Έχει υποβληθεί μια συγκεκριμένη τροπολογία, η οποία δίνει λύση στο πρόβλημα αυτό. Παρακρατείται άμεσα το 25% της διαφοράς και το υπόλοιπο πάει σε τρεις ετήσιες ισόποσες δόσεις.
Θέλω να καλέσω την Κυβέρνηση αυτές τις παρατηρήσεις, που είναι λογικές και σωστές, να τις λάβει υπόψη. Θα περιμένουμε για την αποδοχή αυτών των προτάσεων, που δεν είναι μόνο δικές μου.»