της Νάντιας Γιαννακοπούλου
Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τη χώρα μας ως τον «αδύναμο κρίκο» της Ευρώπης.
Δεν είμαστε, εξάλλου, σε θέση ισχύος, ώστε να έχουμε δυνατή φωνή στα κέντρα αποφάσεων της Ε.Ε. - είτε πρόκειται για την οικονομική, είτε για την εξωτερική πολιτική.
Στην εποχή της κρίσης, των μνημονίων και της λιτότητας εξάλλου, η - σχεδόν αποκλειστική - ενασχόληση με τα «δικά μας» είναι εν μέρει δικαιολογημένη.
Τη στιγμή, όμως, που εγείρονται σοβαρά ζητήματα για την ενότητα και το μέλλον όχι μόνο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και όλου του Δυτικού κόσμου, οφείλουμε να κοιτάζουμε και την ευρύτερη εικόνα. Το πολιτικό σύστημα να είναι σε επαγρύπνηση, ώστε η ενδοσκόπηση να μην μετατραπεί σε στρουθοκαμηλισμό.
Θα είναι τεράστιο σφάλμα να παραβλέψουμε τις μεταβαλλόμενες ισορροπίες στο παγκόσμιο περιβάλλον και τον σαφή αντίκτυπο που θα έχουν όχι μόνο στην Ε.Ε. αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Η ομιλία του νεοεκλεγέντα Προέδρου των ΗΠΑ κ. Τραμπ δεν άφησε περιθώρια θετικών ερμηνειών των προθέσεών του σε ό,τι αφορά την πολιτική που θα ακολουθήσει. Σε ευθεία αντίθεση με όλους τους προκατόχους του που ευαγγελίζονταν ενότητα και ειρήνη, ο κ. Τραμπ σπέρνει τον φόβο και τον διχασμό, με μια ρητορεία που διακατέχεται από βαθύτατο εθνικισμό και περιφρόνηση των εντός και εκτός συνόρων "αντιπάλων" του.
Στη διελκυστίνδα που δημιουργείται στο παγκόσμιο στερέωμα, η Ενωμένη Ευρώπη δεν μπορεί να μείνει με τα χέρια σταυρωμένα, ειδικά δεδομένου ότι η στάση του αμερικανού ηγέτη δεν είναι η μοναδική απειλή στην ενότητα των 27.
Οι δηλώσεις της βρετανής πρωθυπουργού Τερέζα Μέι εν όψει των διαπραγματεύσεων για την εφαρμογή του Brexit δεν είναι ευοίωνες σε ό,τι αφορά την συνέχιση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το μεγαλύτερο όμως ζήτημα είναι ότι το βάρος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης δυστυχώς έχει πλήξει κυρίως τους πιο αδύναμους, δίνοντας την ευκαιρία στα αυτοαποκαλούμενα "αντισυστημικά" κόμματα να επιχειρούν την αποσταθεροποίηση του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, με τον ευρωσκεπτικισμό να αγγίζει πρωτοφανή επίπεδα και την φασίζουσα δεξιά να τρίβει τα χέρια της.
Χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις, γενναίες δράσεις και αυτοκριτική. Αυτοκριτική για όσα λάθη μας έφεραν ως εδώ, αυτοκριτική γιατί οι μεγάλοι της Ευρώπης άφησαν την οικονομία να περάσει πάνω από το «πτώμα» της ενοποίησης και της εμβάθυνσης του ευρωπαϊκού στερεώματος.
Και δράσεις που δημιουργούν ένα δίχτυ ασφαλείας σε όλους τους Ευρωπαίους, κοινωνική προστασία για όλους και χρηματοδότηση για ανάπτυξη σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Και βέβαια σε ένα τέτοιο μεταβαλλόμενο πλαίσιο, η Ευρώπη δε θα πρέπει παραλείψει να θωρακιστεί απέναντι σε κάθε απειλή προς την πολιτική συνοχή της, κι αυτό είναι ευθύνη όλων των κρατών-μελών, όσο μικρή κι αν είναι η δύναμή τους.
Όταν λοιπόν ο Τραμπ ρωτάει «Ευρώπη; Ποιά Ευρώπη;» όλοι όσοι αγωνιούμε για τον νέο κόσμο που δημιουργείται, είμαστε υποχρεωμένοι να αντιτάξουμε την Ευρώπη της ελευθερίας, των δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης και της προόδού.
Στην πράξη όμως, όχι μόνο μόνο στα λόγια πια.
Τα τελευταία χρόνια έχουμε συνηθίσει να θεωρούμε τη χώρα μας ως τον «αδύναμο κρίκο» της Ευρώπης.
Δεν είμαστε, εξάλλου, σε θέση ισχύος, ώστε να έχουμε δυνατή φωνή στα κέντρα αποφάσεων της Ε.Ε. - είτε πρόκειται για την οικονομική, είτε για την εξωτερική πολιτική.
Στην εποχή της κρίσης, των μνημονίων και της λιτότητας εξάλλου, η - σχεδόν αποκλειστική - ενασχόληση με τα «δικά μας» είναι εν μέρει δικαιολογημένη.
Τη στιγμή, όμως, που εγείρονται σοβαρά ζητήματα για την ενότητα και το μέλλον όχι μόνο της Ευρωπαϊκής Ένωσης αλλά και όλου του Δυτικού κόσμου, οφείλουμε να κοιτάζουμε και την ευρύτερη εικόνα. Το πολιτικό σύστημα να είναι σε επαγρύπνηση, ώστε η ενδοσκόπηση να μην μετατραπεί σε στρουθοκαμηλισμό.
Θα είναι τεράστιο σφάλμα να παραβλέψουμε τις μεταβαλλόμενες ισορροπίες στο παγκόσμιο περιβάλλον και τον σαφή αντίκτυπο που θα έχουν όχι μόνο στην Ε.Ε. αλλά και σε εθνικό επίπεδο. Η ομιλία του νεοεκλεγέντα Προέδρου των ΗΠΑ κ. Τραμπ δεν άφησε περιθώρια θετικών ερμηνειών των προθέσεών του σε ό,τι αφορά την πολιτική που θα ακολουθήσει. Σε ευθεία αντίθεση με όλους τους προκατόχους του που ευαγγελίζονταν ενότητα και ειρήνη, ο κ. Τραμπ σπέρνει τον φόβο και τον διχασμό, με μια ρητορεία που διακατέχεται από βαθύτατο εθνικισμό και περιφρόνηση των εντός και εκτός συνόρων "αντιπάλων" του.
Στη διελκυστίνδα που δημιουργείται στο παγκόσμιο στερέωμα, η Ενωμένη Ευρώπη δεν μπορεί να μείνει με τα χέρια σταυρωμένα, ειδικά δεδομένου ότι η στάση του αμερικανού ηγέτη δεν είναι η μοναδική απειλή στην ενότητα των 27.
Οι δηλώσεις της βρετανής πρωθυπουργού Τερέζα Μέι εν όψει των διαπραγματεύσεων για την εφαρμογή του Brexit δεν είναι ευοίωνες σε ό,τι αφορά την συνέχιση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης. Το μεγαλύτερο όμως ζήτημα είναι ότι το βάρος της οικονομικής και κοινωνικής κρίσης δυστυχώς έχει πλήξει κυρίως τους πιο αδύναμους, δίνοντας την ευκαιρία στα αυτοαποκαλούμενα "αντισυστημικά" κόμματα να επιχειρούν την αποσταθεροποίηση του ευρωπαϊκού πολιτικού συστήματος, με τον ευρωσκεπτικισμό να αγγίζει πρωτοφανή επίπεδα και την φασίζουσα δεξιά να τρίβει τα χέρια της.
Χρειάζονται τολμηρές αποφάσεις, γενναίες δράσεις και αυτοκριτική. Αυτοκριτική για όσα λάθη μας έφεραν ως εδώ, αυτοκριτική γιατί οι μεγάλοι της Ευρώπης άφησαν την οικονομία να περάσει πάνω από το «πτώμα» της ενοποίησης και της εμβάθυνσης του ευρωπαϊκού στερεώματος.
Και δράσεις που δημιουργούν ένα δίχτυ ασφαλείας σε όλους τους Ευρωπαίους, κοινωνική προστασία για όλους και χρηματοδότηση για ανάπτυξη σε κάθε γωνιά της Ευρώπης. Και βέβαια σε ένα τέτοιο μεταβαλλόμενο πλαίσιο, η Ευρώπη δε θα πρέπει παραλείψει να θωρακιστεί απέναντι σε κάθε απειλή προς την πολιτική συνοχή της, κι αυτό είναι ευθύνη όλων των κρατών-μελών, όσο μικρή κι αν είναι η δύναμή τους.
Όταν λοιπόν ο Τραμπ ρωτάει «Ευρώπη; Ποιά Ευρώπη;» όλοι όσοι αγωνιούμε για τον νέο κόσμο που δημιουργείται, είμαστε υποχρεωμένοι να αντιτάξουμε την Ευρώπη της ελευθερίας, των δικαιωμάτων, της αλληλεγγύης και της προόδού.
Στην πράξη όμως, όχι μόνο μόνο στα λόγια πια.