Ο ρους των γεγονότων καλπάζει. Κι εσύ οπαδός καθεστώτων παραπληροφόρησης που σε τρομοκρατούν, το βάζεις στα πόδια και φεύγεις από το σπίτι γίνοντας
Λούης. Μα, μείνε σπίτι σου λένε. Έξω σε παραφυλάει ο ιός. Τι να κάνεις;
Μπρος γκρεμός και πίσω ρέμα. << Αν είναι να ‘ρθει θε να ‘ρθει
άλλως θα προσπεράσει >> λέει και το ποιητικό και βρίσκεσαι στο
δρόμο.
Βγαίνοντας χθες το μεσημέρι ήρθα φάτσα με φάτσα
με τον Πλάτωνα. Απολάμβανε το τσιγαράκι του πίνοντας το ούζο του στο
<< Καρνάγιο>> όταν με πήρε το μάτι του και μου σφύριξε να
πλησιάσω. Θέση που ιερουργεί ακατάπαυστα τις μέρες τούτες της εισβολής
του ιού εκ της ανατολής. Κάθισα. Έβγαλε ένα ηχηρό αναστεναγμό και
ψιθύρισε: << Ερημιά! Ας όψεται ο εστεμμένος! >> Εννοούσε πως
ο ιός έλκει την προσωνυμία του από το σύμβολο της μοναρχίας, την
κορόνα. << Είμαι στο τρίτο κι εσύ θ’ αρχίσεις με το πρώτο >>
μου είπε γελαστός και φώναξε το γκαρσόνι. Άδειασε το ποτήρι και άρχισε:
<< Ο κορονοϊός βάλθηκε να μας αποτελειώσει. Δε διαφέρει από το
λοιμό της Αθήνας το 430 π.χ. που την πολιορκούσαν οι Σπαρτιάτες.
Επιδημία ήταν και τότε εκείνη η επάρατη αρρώστια, επιδημία και τη
σήμερον αυτή που μας ήρθε. Είσοδος προμηθειών ο Πειραιάς, είσοδος και
γι’ αυτή.
Ο Θουκυδίδης είναι ο γράφων για το λοιμό, οι λεπτομερείς μαρτυρίες του ανεκτίμητες και ο ίδιος αυτόπτης μάρτυς,
προσεβλήθη από το λοιμό αλλά επέζησε. Δεν τη γλίτωσαν ουδέ ο Περικλής
μετά των μελών της οικογενείας του και το εν τρίτον του πληθυσμού της
Αθήνας, περίπου εκατό χιλιάδες τους γεύτηκε λαίμαργα ο χάρος. Ο
Ιπποκράτης γιατρός, παρόντας έδωσε σκληρή μάχη να τον νικήσει. Η Κίνα
σήμερα έφερε τον εστεμμένο ιό, η Αιθιοπία τότε. Η θέα του πλήθους των
νεκρικών πυρών ανάγκασε τους Σπαρτιάτες να υποχωρήσουν. Η Αθήνα
επανέκαμψε το 415 π.χ. βαριά διαλυμένη.
Τα συμπτώματα του λοιμού γεγραμμένα από το μέγιστο ιστορικό του
<< Πελοποννησιακού πολέμου >> ουδόλως διαφέρουν από του
σημερινού κορονοϊού. Κυνικός, λεπτομερής, ρεαλιστής, γράφει πως αν
κανείς ασθενής ήθελε να αποφύγει το θάνατο έκοβε το μέρος του σώματος
που είχε εμφανή ένδειξη συμπτωμάτων, όπως χέρια, πόδια ουκ ολίγοι δε
έβγαζαν ακόμη και τα μάτια τους. Πολλοί μετά την ίαση πάθαιναν αμνησία
και δε γνώριζαν εαυτούς και οικείους. Οι σκύλοι και τα όρνεα, κατά τον
ιστορικό, απέφευγαν να πλησιάσουν τα άταφα ανθρώπινα πτώματα, όσοι
ζωσμένοι από το ένστικτο της πείνας τα έτρωγαν, ψοφούσαν >>.
Έπαψε. << Αυτά είχα να σου πω >> και στρέφοντας το κεφάλι
του δεξιά και αριστερά με ρώτησε: << Πού είναι οι συμπολίτες μας;
Πριν τον ιό ήταν φίσκα τα τραπέζια. Τώρα άδεια >>. Ευφυολογώντας
του απάντησα: << Θα πήγαν για μπάνιο! Ζεστή μέρα θα έπεσαν στα
νερά να λουστούν! Θέλει πάλεμο ο φόβος! >>