H πρόσφατη αποκάλυψη των αμελειών του Ελεγκτικού Συνεδρίου, με τα γνωστά αποτελέσματα στην καθυστέρηση προμήθειας σχολικών βιβλίων και είσπραξης του ΕΤΑΚ, είναι ενδεικτική των αρνητικών συνεπειών που επιφέρει η δυσλειτουργία αυτού του οργανισμού σε βάρος του Δημοσίου και των Ελλήνων πολιτών. Οι δυσλειτουργίες αυτές είναι βαρύτατες αλλά ελάχιστα γνωστές στο κοινό, καθότι κυριαρχεί σε αυτό η εικόνα ενός σοβαρού οργανισμού, που ελέγχει και περιορίζει τις καταχρηστικές λειτουργίες ορισμένων δημόσιων υπηρεσιών.
Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική και για να γίνω κατανοητός θα αναφέρω δυο παραδείγματα από προσωπική εμπειρία την εποχή, που ήμουν πρόεδρος-γενικός διευθυντής του Περιφερειακού Συστήματος Υγείας (ΠεΣΥ) Πελοποννήσου. Ως πρόεδρος ενός φορέα που διοικούσε 9 νοσοκομεία, 22 κέντρα υγείας με τα περιφερειακά τους ιατρεία, 4 προνοιακά ιδρύματα, σε συνεχή μετακίνηση σε όλη την Πελοπόννησο και στο Υπουργείο στην Αθήνα, αξίωσα να προμηθευτώ ένα υπηρεσιακό κινητό τηλέφωνο. Η δαπάνη αυτή «κόπηκε» από το Ελεγκτικό Συνέδριο με την εξής καταπληκτική αιτιολογία: «διότι με απόφαση της ολομέλειάς του εν έτη 1992, το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφάνθηκε ότι δεν χρειάζεται κινητό τηλέφωνο για την κάλυψη των αναγκών της υπηρεσίας μου». Με άλλα λόγια ο «ελεγκτής» βασίστηκε σε μια απόφαση που έθετε προδιαγραφές για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας μου δέκα χρόνια πριν την ίδρυση της! Και βάσει της κατάστασης της κινητής τηλεφωνίας σε μια εποχή τελείως διαφορετική! Προφανώς μια παράλογη απόφαση! Το σοβαρότερο βέβαια είναι ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να ελέγξει αν από τα σταθερά τηλέφωνα του ΠεΣΥ γινόταν καταχρηστικές κλήσεις σε αριθμούς κινητών ή άλλους. Αν ήμουν καταχραστής θα μπορούσα να τηλεφωνώ καθημερινά, π.χ. αμέτρητες ώρες σε συγγενείς στην Αυστραλία, χωρίς καμία αντίρρηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο!
Το δεύτερο παράδειγμα είναι ακόμα πιο αντιπροσωπευτικό. Ακολουθώντας τις οδηγίες του Υπουργού, προχώρησα στην πιστοποίηση της λειτουργίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΠεΣΥ, σύμφωνα με τις προδιαγραφές ISO. Tο ΠΕΣΥ Πελοποννήσου ήταν μάλιστα η πρώτη υπηρεσία που απέκτησε τέτοια πιστοποίηση, κατοχυρώνοντας την ποιοτική του λειτουργίας και αποσπώντας συγχαρητήρια από κάθε πλευρά. Το Ελεγκτικό Συνέδριο «έκοψε» την σχετική δαπάνη με την καταπληκτική αιτιολογία ότι ο όρος «ISO» δεν βρίσκεται σε κανένα νομοθετικό κείμενο! Βέβαια αυτή η δαπάνη ήταν εντελώς σύννομη και η ανάδοχος εταιρεία, που προσέφυγε στην δικαιοσύνη, δικαιώθηκε αλλά… αρκετά χρόνια αργότερα! Αποτέλεσμα; Το Δημόσιο, εμφανιζόμενο ως συστηματικός κακοπληρωτής, οδηγεί τις εταιρείες να αυξάνουν τις χρεώσεις τους για να συμπεριλάβουν καθυστερήσεις πληρωμής και δικαστικά έξοδα.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός, που εκτελεί τυπολατρικούς ελέγχους, χωρίς να ενδιαφέρεται συχνά για την πραγματική λειτουργία των οργανισμών που ελέγχει. Εξάλλου είναι χαρακτηριστικό ότι οι ελεγκτές δεν βγαίνουν ποτέ από το γραφείο τους, δεν επισκέπτονται ποτέ τους φορείς που ελέγχουν για να κατανοήσουν σε τι αντιστοιχούν οι δαπάνες που εγκρίνουν ή απορρίπτουν. Το ελεγκτικό Συνέδριο «κόβει» μικροδαπάνες αλλά σπανίως εντοπίζει τις μεγάλες σπατάλες, ενώ συχνά καθυστερεί απαραίτητες δαπάνες με παράδοξο αποτέλεσμα να αυξάνει το κόστος της λειτουργίας του Δημοσίου. Ο εκσυγχρονισμός αυτού του μηχανισμού είναι ίσως η σημαντικότερη προϋπόθεση για την βελτίωση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας του Δημοσίου. Εκσυγχρονισμός σημαίνει ότι θα πάψει να λειτουργεί ως «κράτος εν κράτει», ότι θα προβλεφθεί ένας τρόπος ελέγχου αυτού του «ελεγκτή», ώστε να αλλάξει και η νοοτροπία του. Ο απαραίτητος έλεγχος των δημοσίων δαπανών θα πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους ελεγκτές, που θα γνωρίζουν το αντικείμενο που ελέγχουν και θα περιορίζονται στο θεσμικό τους ρόλο, που είναι ο έλεγχος νομιμότητας (και όχι σκοπιμότητας, που ανήκει στις πολιτικές ηγεσίες των υπουργείων). Ήρθε η ώρα να μπει αυτή η μεγάλη αλλαγή στο πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων.
Η πραγματικότητα είναι πολύ διαφορετική και για να γίνω κατανοητός θα αναφέρω δυο παραδείγματα από προσωπική εμπειρία την εποχή, που ήμουν πρόεδρος-γενικός διευθυντής του Περιφερειακού Συστήματος Υγείας (ΠεΣΥ) Πελοποννήσου. Ως πρόεδρος ενός φορέα που διοικούσε 9 νοσοκομεία, 22 κέντρα υγείας με τα περιφερειακά τους ιατρεία, 4 προνοιακά ιδρύματα, σε συνεχή μετακίνηση σε όλη την Πελοπόννησο και στο Υπουργείο στην Αθήνα, αξίωσα να προμηθευτώ ένα υπηρεσιακό κινητό τηλέφωνο. Η δαπάνη αυτή «κόπηκε» από το Ελεγκτικό Συνέδριο με την εξής καταπληκτική αιτιολογία: «διότι με απόφαση της ολομέλειάς του εν έτη 1992, το Ελεγκτικό Συνέδριο αποφάνθηκε ότι δεν χρειάζεται κινητό τηλέφωνο για την κάλυψη των αναγκών της υπηρεσίας μου». Με άλλα λόγια ο «ελεγκτής» βασίστηκε σε μια απόφαση που έθετε προδιαγραφές για την εύρυθμη λειτουργία της υπηρεσίας μου δέκα χρόνια πριν την ίδρυση της! Και βάσει της κατάστασης της κινητής τηλεφωνίας σε μια εποχή τελείως διαφορετική! Προφανώς μια παράλογη απόφαση! Το σοβαρότερο βέβαια είναι ότι ουδέποτε ενδιαφέρθηκε να ελέγξει αν από τα σταθερά τηλέφωνα του ΠεΣΥ γινόταν καταχρηστικές κλήσεις σε αριθμούς κινητών ή άλλους. Αν ήμουν καταχραστής θα μπορούσα να τηλεφωνώ καθημερινά, π.χ. αμέτρητες ώρες σε συγγενείς στην Αυστραλία, χωρίς καμία αντίρρηση από το Ελεγκτικό Συνέδριο!
Το δεύτερο παράδειγμα είναι ακόμα πιο αντιπροσωπευτικό. Ακολουθώντας τις οδηγίες του Υπουργού, προχώρησα στην πιστοποίηση της λειτουργίας της Κεντρικής Υπηρεσίας του ΠεΣΥ, σύμφωνα με τις προδιαγραφές ISO. Tο ΠΕΣΥ Πελοποννήσου ήταν μάλιστα η πρώτη υπηρεσία που απέκτησε τέτοια πιστοποίηση, κατοχυρώνοντας την ποιοτική του λειτουργίας και αποσπώντας συγχαρητήρια από κάθε πλευρά. Το Ελεγκτικό Συνέδριο «έκοψε» την σχετική δαπάνη με την καταπληκτική αιτιολογία ότι ο όρος «ISO» δεν βρίσκεται σε κανένα νομοθετικό κείμενο! Βέβαια αυτή η δαπάνη ήταν εντελώς σύννομη και η ανάδοχος εταιρεία, που προσέφυγε στην δικαιοσύνη, δικαιώθηκε αλλά… αρκετά χρόνια αργότερα! Αποτέλεσμα; Το Δημόσιο, εμφανιζόμενο ως συστηματικός κακοπληρωτής, οδηγεί τις εταιρείες να αυξάνουν τις χρεώσεις τους για να συμπεριλάβουν καθυστερήσεις πληρωμής και δικαστικά έξοδα.
Το Ελεγκτικό Συνέδριο είναι ένας γραφειοκρατικός μηχανισμός, που εκτελεί τυπολατρικούς ελέγχους, χωρίς να ενδιαφέρεται συχνά για την πραγματική λειτουργία των οργανισμών που ελέγχει. Εξάλλου είναι χαρακτηριστικό ότι οι ελεγκτές δεν βγαίνουν ποτέ από το γραφείο τους, δεν επισκέπτονται ποτέ τους φορείς που ελέγχουν για να κατανοήσουν σε τι αντιστοιχούν οι δαπάνες που εγκρίνουν ή απορρίπτουν. Το ελεγκτικό Συνέδριο «κόβει» μικροδαπάνες αλλά σπανίως εντοπίζει τις μεγάλες σπατάλες, ενώ συχνά καθυστερεί απαραίτητες δαπάνες με παράδοξο αποτέλεσμα να αυξάνει το κόστος της λειτουργίας του Δημοσίου. Ο εκσυγχρονισμός αυτού του μηχανισμού είναι ίσως η σημαντικότερη προϋπόθεση για την βελτίωση της λειτουργίας και της αποτελεσματικότητας του Δημοσίου. Εκσυγχρονισμός σημαίνει ότι θα πάψει να λειτουργεί ως «κράτος εν κράτει», ότι θα προβλεφθεί ένας τρόπος ελέγχου αυτού του «ελεγκτή», ώστε να αλλάξει και η νοοτροπία του. Ο απαραίτητος έλεγχος των δημοσίων δαπανών θα πρέπει να γίνεται από εξειδικευμένους ελεγκτές, που θα γνωρίζουν το αντικείμενο που ελέγχουν και θα περιορίζονται στο θεσμικό τους ρόλο, που είναι ο έλεγχος νομιμότητας (και όχι σκοπιμότητας, που ανήκει στις πολιτικές ηγεσίες των υπουργείων). Ήρθε η ώρα να μπει αυτή η μεγάλη αλλαγή στο πρόγραμμα των μεταρρυθμίσεων.