Δεν τοποθετήθηκα κατά του PSI και της νέας δανειακής σύμβασης, γιατί θεωρώ ότι υπό τις παρούσες συνθήκες θα ήταν πολύ χειρότερα για τη χώρα και τον λαό μας, εάν οδηγούμαστε σε άτακτη χρεοκοπία.
Διαφώνησα και δεν υπερψήφισα τα μέτρα πολιτικής που συνοδεύουν τη δανειακή σύμβαση, ιδιαίτερα εκείνα που αφορούν στη μείωση του κατώτατου μισθού, στην περαιτέρω μείωση των επικουρικών και των κύριων συντάξεων, στην κατάλυση των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, στην κατάργηση των Οργανισμών Εργατικής Κατοικίας και Εργατικής Εστίας.
Όπως αποδείχθηκε στην πράξη από το πρώτο Μνημόνιο, την κύρια ευθύνη διαμόρφωσης του οποίου, όπως άλλωστε και τώρα, είχε η Τρόικα, τέτοια μέτρα οδηγούν σε ένα σπιράλ ύφεσης, εσωτερικής υποτίμησης και διόγκωσης της ανεργίας.
Δεν αμφισβήτησα, ούτε υποβάθμισα τις σκληρές διαπραγματεύσεις που έγιναν. Όμως αυτή η διαπραγμάτευση έγινε «με την πλάτη στον τοίχο», γι’ αυτό δεν μπορούσε να έχει τα αναμενόμενα αποτελέσματα. Η χώρα μας βρέθηκε απομονωμένη από την ευρωπαϊκή κοινότητα με μια νεοφιλελεύθερη ηγεσία απέναντί της και χωρίς να έχει ένα ολοκληρωμένο σχέδιο εξόδου από την κρίση.
Πιστεύω ότι η στάση που τήρησα ήταν συνεπής με τις αρχές, τη συνείδησή μου και την ιστορική μου διαδρομή.»