ΤΟΥ ΚΟΣΜΑ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΥ
Έως το τέλος του μήνα αναμένεται, εκτός απροόπτου, να παραδοθεί στην κυκλοφορία η εντυπωσιακή τοξωτή γέφυρα Τ4, ολοκληρώνοντας το πολύπαθο κομμάτι Τσακώνας - Παραδεισίων, που χρειάστηκε περίπου εννέα χρόνια, κάτω από αντίξοες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην πορεία των έργων, λόγω της οικονομικής κατάστασης της χώρας.
Με τις εργασίες συναρμογής να συνεχίζονται με εντατικούς ρυθμούς παρά τις δύσκολες καιρικές συνθήκες, ολοκληρώνεται πλήρως και ο αυτοκινητόδρομος Καλαμάτας - Τριπόλεως - Κορίνθου, δίδοντας στη Μεσσηνία ένα σύγχρονο και ασφαλές οδικό δίκτυο διασύνδεσης με την υπόλοιπη χώρα. Παρόλο που μεγάλο μέρος των απαραίτητων εργασιών δεν επηρεάζονται από τον καιρό και τις χαμηλές θερμοκρασίες, η τελευταία στρώση αντιολισθηρής ασφάλτου, απαιτεί βελτίωση της θερμοκρασίας και συγκεκριμένα να είναι άνω των πέντε βαθμών Κελσίου.
Με την προώθηση των γραφειοκρατικών διαδικασιών, τη βεβαίωση περαίωσης και το πρωτόκολλο διοικητικής παραλαβής που θα υπογράψουν οι αρμόδιες διευθύνσεις του υπουργείου Υποδομών, με την κατασκευάστρια εταιρεία (ΤΕΡΝΑ) και τον παραχωρησιούχο («Μορέας») αναμένεται εντός της εβδομάδας να παραδοθεί η γέφυρα και να ολοκληρωθεί η ανακατασκευή του τμήματος Παραδείσια - Τσακώνα.
Σήμερα, ο ρόλος της γέφυρας είναι να ενώσει, δηλαδή να περάσει πάνω από την κατολισθαίνουσα επιφάνεια. Αποδεσμεύει τον αυτοκινητόδρομο από μελλοντικές κινήσεις στην κατολισθαίνουσα περιοχή, οι οποίες, κατά τους γεωλόγους, δεν μπορούν να αποκλεισθούν. Επί της ουσίας κρέμεται πάνω από το σημείο της κατολίσθησης.
Αυτό που κάνει αυτή τη γέφυρα να ξεχωρίζει, είναι ο ιδιαίτερος σχεδιασμός της, αλλά και το πλεονέκτημα ότι είναι τοξωτή αναρτημένη που την κάνει ιδιαίτερα εντυπωσιακή. Το συνολικό της μήκος φθάνει τα 390 μέτρα και το άνοιγμα της τα 300 μέτρα. Είναι η δεύτερη μεγαλύτερη γέφυρα στην Ελλάδα από πλευράς ανοίγματος (μετά τη γέφυρα Ρίου - Αντιρρίου) και συγκαταλέγεται μεταξύ των μεγαλυτέρων τοξωτών γεφυρών παγκοσμίως. Διαθέτει εξελιγμένο μηχανισμό για την παρακολούθησή της. Στο εσωτερικό των τόξων που είναι επισκέψιμο, διαθέτει όργανα ελέγχου, δίδοντας τη δυνατότητα πλήρους ελέγχου συμπεριφοράς, ακόμα και από μακριά.
Η ιστορία της γέφυρας
Η δεύτερη μεγαλύτερη τοξωτή γέφυρα της χώρας θεωρείται επίτευγμα των μηχανικών, καθώς κατασκευάστηκε σε μια κατολισθαίνουσα περιοχή. Η τοξωτή γέφυρα ανήκει στο οδικό τμήμα Παραδεισίων Αρκαδίας-Τσακώνας Μεσσηνίας, που (ανα)κατασκευάστηκε ως δημόσιο έργο και θα παραδοθεί στην κοινοπραξία Μορέας, ως τμήμα του αυτοκινητόδρομου Κορίνθου-Τρίπολης-Καλαμάτας. Το 90% του έργου έχει δοθεί σε κυκλοφορία από το τέλος του 2012 και απομένει μόνο η γέφυρα, με αποτέλεσμα τα οχήματα να εξυπηρετούνται από μια παράκαμψη 800 μέτρων. Το έργο σημαδεύτηκε από μεγάλες καθυστερήσεις.
Ανατέθηκε το 2006 στην κοινοπραξία ΤΕΡΝΑ-Alpine, με προϋπολογισμό 94 εκατ. ευρώ και ορίζοντα ολοκλήρωσης το 2009 (το 2013 η Alpine πτώχευσε και το έργο συνεχίστηκε μόνο από την ΤΕΡΝΑ). Το 2010 και το 2012 υπεγράφησαν δύο συμπληρωματικές συμβάσεις, για να καλυφθεί το κόστος των επιπρόσθετων εργασιών.
Η γέφυρα που έχει μήκος 390 μ. στο πρώτο άνοιγμα στηρίζεται στο έδαφος, περίπου όπως οι κλασικές γέφυρες, ενώ στο δεύτερο και μεγαλύτερο κομμάτι, το οδόστρωμα είναι κρεμασμένο από δύο ατσάλινα τόξα (συνδεδεμένα μεταξύ τους), που γεφυρώνουν το σημείο που κατολίσθησε. Το κατάστρωμα της γέφυρας έχει πλάτος 20,40 μέτρα στο προεντεταμένο τμήμα της και 22,80 μέτρα στο τοξωτό. Το κατάστρωμα περιλαμβάνει 4 λωρίδες κυκλοφορίας (2 ανά κατεύθυνση) πλάτους 3,50 μ., μια κεντρική νησίδα πλάτους 2,00 μ. με αμφίπλευρο στηθαίο ασφαλείας, τύπου New Jersey, δύο πλευρικά ερείσματα 2Χ0,50 μέτρων και δύο πεζοδρόμια πλάτους 2Χ1,70 μέτρων. Ο τοξωτός φορέας, ο οποίος αποτελεί σημαντική πρωτοτυπία για την Ελλάδα, μορφώνεται με δύο παραβολικά τόξα συνδεόμενα μεταξύ τους με αντιανέμιο σύνδεσμο. Τα τόξα είναι κιβωτιοειδούς διατομής σταθερού ύψους 2,80 μέτρων και πλάτους 1,60 μέτρων, προσβάσιμα εσωτερικά καθ’ όλο το μήκος τους.
Η θεμελίωση του κεντρικού μεσοβάθρου της γέφυρας, που φέρει το μεγαλύτερο μέρος των φορτίων της, πραγματοποιείται με 4 φρέατα διαμέτρου 6,00 μέτρων και βάθους 15,00 μέτρων και ένα γιγαντιαίο κεφαλόδεσμο διαστάσεων 31,00Χ23,00 μέτρων και πάχους 5,00 μέτρων, πάνω σε ένα ημιβραχώδες νεύρο της περιοχής, το οποίο βρίσκεται έξω από την επιφάνεια ολίσθησης της κατολίσθησης. Η κατασκευή των τόξων της γέφυρας υπήρξε ένα πολύ δύσκολο τεχνολογικό επίτευγμα, λόγω του μεγάλου πάχους και βάρους των χαλυβδοφύλλων.
Τα τόξα αποφασίσθηκε να κατασκευασθούν -για διευκόλυνση της μεταφοράς- στο εργοστάσιο σε δωδεκάμετρους σπονδύλους, ενώ αναπτύχθηκαν ειδικές μεθοδολογίες συγκολλήσεων και ελέγχου των συγκολλήσεων, προσαρμοσμένες στη συγκεκριμένη κατασκευή και στα δεδομένα πάχη των χαλυβδοφύλλων. Η ανύψωση και εγκατάσταση των τόξων στην τελική τους θέση ήταν μια πολύ δύσκολη και ιδιαίτερα εντυπωσιακή διαδικασία. Τα 36μετρα στοιχεία ανυψώθηκαν με γρύλους και συρματόσχοινα και εδράσθηκαν προσωρινά πάνω σε 7 ζεύγη χαλύβδινων πύργων ύψους μέχρι και 60 μ.