Ο βήχας είναι ο τρόπος του οργανισμού να απομακρύνει με φυσικό τρόπο
ξένες ουσίες και βλέννα από τους πνεύμονες και τους άνω αεραγωγούς.
Ο “παραγωγικός” βήχας είναι συχνά χρήσιμος και δεν πρέπει να προσπαθήσετε να τον περιορίσετε.
Μπορεί ο βήχας, να αποτελεί ένδειξη για κάτι πιο
σοβαρό. Συνήθως προκαλείται από έναν ερεθισμό στις αναπνευστικές οδούς,
από λοίμωξη ή διάφορους περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως ο καπνός του
τσιγάρου, η σκόνη, η ρύπανση της ατμόσφαιρας κτλ.
Ο παραγωγικός βήχας είναι αυτός που συνοδεύεται από την παραγωγή φλεγμάτων σε αντίθεση με τον ξηρό βήχα που δεν συνοδεύεται.
Ο βήχας είναι κοινό σύμπτωμα σε αναπνευστικά νοσήματα όπως το άσθμα και η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και καμιά φορά μπορεί να είναι παρενέργεια φαρμακευτικής αγωγής. Η υπερβολική ποσότητα εκκρίσεων (φλέγματος) στους αεραγωγούς μπορεί να ενεργοποιήσει το αντανακλαστικό του βήχα, ιδιαίτερα όταν τα φλέγματα είναι παχύρρευστα και κολλώδη και εμποδίζουν τα μαλακά τριχάκια (κροσσούς) να μεταφέρουν τη βλέννα έξω από τους αεραγωγούς.
Συνοπτικά οι κυριότερες αιτίες του βήχα είναι:
Πώς να πετύχετε αποτελεσματική πρόληψη
Η πρόληψη είναι πάντα καλύτερη από την θεραπεία. Το «κλειδί» για την πρόληψη του βήχα είναι ένα καλό και υγιές ανοσοποιητικό σύστημα. Το σώμα μας έχει ένα φυσικό αμυντικό σύστημα που μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις βακτηριακές και ιογενείς λοιμώξεις και να αντισταθούμε στις βλαβερές συνέπειες της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Η ισορροπημένη διατροφή, η αποχή από την καπνιστική συνήθεια, η κατάλληλη άσκηση, ο επαρκής ύπνος και γενικά ο υγιεινός τρόπος ζωής, μπορούν να συντελέσουν στην ενίσχυση της καλής λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Πώς να τον αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά
Η θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο που προκαλεί το βήχα και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, χρήση αντιβηχικών και βλεννολυτικών φαρμάκων:
Ο “παραγωγικός” βήχας είναι συχνά χρήσιμος και δεν πρέπει να προσπαθήσετε να τον περιορίσετε.
Ο παραγωγικός βήχας είναι αυτός που συνοδεύεται από την παραγωγή φλεγμάτων σε αντίθεση με τον ξηρό βήχα που δεν συνοδεύεται.
Ο βήχας είναι κοινό σύμπτωμα σε αναπνευστικά νοσήματα όπως το άσθμα και η Χρόνια Αποφρακτική Πνευμονοπάθεια (ΧΑΠ) και καμιά φορά μπορεί να είναι παρενέργεια φαρμακευτικής αγωγής. Η υπερβολική ποσότητα εκκρίσεων (φλέγματος) στους αεραγωγούς μπορεί να ενεργοποιήσει το αντανακλαστικό του βήχα, ιδιαίτερα όταν τα φλέγματα είναι παχύρρευστα και κολλώδη και εμποδίζουν τα μαλακά τριχάκια (κροσσούς) να μεταφέρουν τη βλέννα έξω από τους αεραγωγούς.
Συνοπτικά οι κυριότερες αιτίες του βήχα είναι:
- Λοιμώξεις αναπνευστικού (κοινό κρυολόγημα, γρίπη, ωτίτιδα, ιγμορίτιδα, φαρυγγίτιδα, λαρυγγίτιδα, οξεία βρογχίτιδα, πνευμονία, βρογχιολίτιδα, φυματίωση)
- Αλλεργία και άσθμα
- ΧΑΠ (χρόνια βρογχίτιδα και εμφύσημα)
Πώς να πετύχετε αποτελεσματική πρόληψη
Η πρόληψη είναι πάντα καλύτερη από την θεραπεία. Το «κλειδί» για την πρόληψη του βήχα είναι ένα καλό και υγιές ανοσοποιητικό σύστημα. Το σώμα μας έχει ένα φυσικό αμυντικό σύστημα που μας βοηθά να αντιμετωπίσουμε τις βακτηριακές και ιογενείς λοιμώξεις και να αντισταθούμε στις βλαβερές συνέπειες της ρύπανσης του περιβάλλοντος. Η ισορροπημένη διατροφή, η αποχή από την καπνιστική συνήθεια, η κατάλληλη άσκηση, ο επαρκής ύπνος και γενικά ο υγιεινός τρόπος ζωής, μπορούν να συντελέσουν στην ενίσχυση της καλής λειτουργίας του ανοσοποιητικού συστήματος.
Πώς να τον αντιμετωπίσετε αποτελεσματικά
Η θεραπεία εξαρτάται από το αίτιο που προκαλεί το βήχα και περιλαμβάνει μεταξύ άλλων, χρήση αντιβηχικών και βλεννολυτικών φαρμάκων:
- Αντιβηχικά. Με αυτά αντιμετωπίζεται ο ξηρός βήχας και ο άρρωστος ανακουφίζεται. Δρουν κεντρικά (στο κέντρο του βήχα στον εγκέφαλο) ή περιφερικά.
- Βλεννολυτικά. Με αυτά αντιμετωπίζεται ο παραγωγικός βήχας. Τα βλεννολυτικά ρευστοποιούν τις εκκρίσεις (φλέγματα) ώστε αυτές να αποβάλλονται ευκολότερα, ενώ ταυτόχρονα βελτιώνουν τη λειτουργία του κροσσωτού επιθηλίου ώστε ο παραγωγικός βήχας να γίνει περισσότερο αποτελεσματικός. Η καλή ενυδάτωση του οργανισμού είναι προϋπόθεση για την αποτελεσματικότερη δράση των βλεννολυτικών.
- Αντιβιοτικά. Αυτά χορηγούνται μόνο σε περίπτωση μικροβιακής λοίμωξης και πάντα ύστερα από σύσταση του γιατρού.