Με αποτέλεσμα να «πεθάνουν στο σπίτι».
Μια
νέα μελέτη που δημοσιεύτηκε στο The Lancet Oncology εκτιμά ότι σχεδόν
στα μισά από τα παιδιά που έχουν καρκίνο σε όλο τον κόσμο δεν
διαγιγνώσκεται, κατά συνέπεια δεν αντιμετωπίζεται, με αποτέλεσμα να
«πεθάνουν στο σπίτι».
Η μελέτη διαπίστωσε ότι περίπου 400.000 νέα κρούσματα καρκίνου παιδικής ηλικίας εμφανίζονται κάθε χρόνο, αλλά μόνο 200.000 από αυτά διαγιγνώσκονται και επομένως καταγράφονται. Οι συντάκτες της μελέτης λένε ότι αυτό μπορεί να συμβεί λόγω της έλλειψης πρόσβασης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, με τα παιδιά να καταλήγουν να πεθαίνουν αδιάγνωστα στο σπίτι.
Το νέο μοντέλο του «Global Childhood Cancer - Παγκόσμιου Παιδικού Καρκίνου» έδειξε ότι η υποδιάγνωση του παιδικού καρκίνου είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα στη Νότια Ασία και τη Δυτική Αφρική, όπου τα ποσοστά ήταν υψηλά ως 49% και 57% αντίστοιχα.
Αντίθετα, στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, μόνο το 3% των παιδικών καρκίνων βρέθηκαν αδιάγνωστοι. Ο συγγραφέας της μελέτης Zachary Ward υποψήφιος διδάκτωρ στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard TH Chan εκτιμά ότι 3 εκατομμύρια περιπτώσεις θα μείνουν αδιάγνωστες έως το 2030 εάν δεν γίνουν βελτιώσεις.
Οι προηγούμενες εκτιμήσεις βασίστηκαν σε αρχεία από τα μητρώα καρκίνου, αλλά το 60% των χωρών δεν διαθέτει αυτά τα μητρώα, πράγμα που σημαίνει ότι οι εκτιμήσεις καλύπτουν μόνο ένα μικρό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού.
Το νέο μοντέλο ενσωματώνει δεδομένα μητρώου καρκίνου, αλλά περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες από το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), δημογραφικές έρευνες για την υγεία και έρευνες για τα νοικοκυριά που ανέπτυξε η UNICEF.
Σύμφωνα με το Zachary Ward οι ακριβείς εκτιμήσεις της συχνότητας εμφάνισης παιδικού καρκίνου είναι κρίσιμες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να τους βοηθήσουν να θέσουν προτεραιότητες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και να σχεδιάσουν αποτελεσματική διάγνωση και θεραπεία όλων των παιδιών με καρκίνο. Ενώ η υποδιαγνωστική έχει αναγνωριστεί ως πρόβλημα, αυτό το μοντέλο παρέχει συγκεκριμένες εκτιμήσεις που λείπουν.
Ο πιο συνηθισμένος καρκίνος παιδικής ηλικίας το 2015 βρέθηκε να είναι η οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία, με εντοπισμένα 75.000 νέα περιστατικά παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων περίπου 700 στη Βόρεια Ευρώπη, περισσότερα από 1.500 στη Δυτική Αφρική, 3.500 στην Ανατολική Αφρική και σχεδόν 30.000 στη Νότια Κεντρική Ασία.
Όπως λέει ο Ward τα θετικά νέα είναι ότι πολλές χώρες δεσμεύονται για καθολική κάλυψη υγείας, η οποία θα συμβάλει στη βελτίωση της πρόσβασης των παιδιών στην υγειονομική περίθαλψη, παρόλο που εξακολουθούν να απαιτούνται επενδύσεις σε μητρώα καρκίνου για να παρακολουθείται η πρόοδος.
Η κ. Claudia Allemani, επιδημιολόγος του καρκίνου στο LSHTM, με αφορμή τα νέα στοιχεία, επεσήμανε ότι μόνο δεδομένα πραγματικού κόσμου μπορούν να μας δώσουν την πραγματική εικόνα για κάθε χώρα ή περιοχή του κόσμου. Τα μητρώα του καρκίνου πρέπει να έχουν τη νομοθετική, πολιτική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα ώστε να συλλέγουν έγκαιρα πλήρη και υψηλής ποιότητας δεδομένα
Η μελέτη διαπίστωσε ότι περίπου 400.000 νέα κρούσματα καρκίνου παιδικής ηλικίας εμφανίζονται κάθε χρόνο, αλλά μόνο 200.000 από αυτά διαγιγνώσκονται και επομένως καταγράφονται. Οι συντάκτες της μελέτης λένε ότι αυτό μπορεί να συμβεί λόγω της έλλειψης πρόσβασης στην Πρωτοβάθμια Φροντίδα Υγείας, με τα παιδιά να καταλήγουν να πεθαίνουν αδιάγνωστα στο σπίτι.
Το νέο μοντέλο του «Global Childhood Cancer - Παγκόσμιου Παιδικού Καρκίνου» έδειξε ότι η υποδιάγνωση του παιδικού καρκίνου είναι ένα ιδιαίτερο πρόβλημα στη Νότια Ασία και τη Δυτική Αφρική, όπου τα ποσοστά ήταν υψηλά ως 49% και 57% αντίστοιχα.
Αντίθετα, στη Βόρεια Αμερική και την Ευρώπη, μόνο το 3% των παιδικών καρκίνων βρέθηκαν αδιάγνωστοι. Ο συγγραφέας της μελέτης Zachary Ward υποψήφιος διδάκτωρ στη Σχολή Δημόσιας Υγείας του Harvard TH Chan εκτιμά ότι 3 εκατομμύρια περιπτώσεις θα μείνουν αδιάγνωστες έως το 2030 εάν δεν γίνουν βελτιώσεις.
Οι προηγούμενες εκτιμήσεις βασίστηκαν σε αρχεία από τα μητρώα καρκίνου, αλλά το 60% των χωρών δεν διαθέτει αυτά τα μητρώα, πράγμα που σημαίνει ότι οι εκτιμήσεις καλύπτουν μόνο ένα μικρό ποσοστό του παγκόσμιου πληθυσμού.
Το νέο μοντέλο ενσωματώνει δεδομένα μητρώου καρκίνου, αλλά περιλαμβάνει επίσης πληροφορίες από το Παγκόσμιο Παρατηρητήριο Υγείας του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ), δημογραφικές έρευνες για την υγεία και έρευνες για τα νοικοκυριά που ανέπτυξε η UNICEF.
Σύμφωνα με το Zachary Ward οι ακριβείς εκτιμήσεις της συχνότητας εμφάνισης παιδικού καρκίνου είναι κρίσιμες για τους υπεύθυνους χάραξης πολιτικής για να τους βοηθήσουν να θέσουν προτεραιότητες στον τομέα της υγειονομικής περίθαλψης και να σχεδιάσουν αποτελεσματική διάγνωση και θεραπεία όλων των παιδιών με καρκίνο. Ενώ η υποδιαγνωστική έχει αναγνωριστεί ως πρόβλημα, αυτό το μοντέλο παρέχει συγκεκριμένες εκτιμήσεις που λείπουν.
Ο πιο συνηθισμένος καρκίνος παιδικής ηλικίας το 2015 βρέθηκε να είναι η οξεία λεμφοβλαστική λευχαιμία, με εντοπισμένα 75.000 νέα περιστατικά παγκοσμίως, συμπεριλαμβανομένων περίπου 700 στη Βόρεια Ευρώπη, περισσότερα από 1.500 στη Δυτική Αφρική, 3.500 στην Ανατολική Αφρική και σχεδόν 30.000 στη Νότια Κεντρική Ασία.
Όπως λέει ο Ward τα θετικά νέα είναι ότι πολλές χώρες δεσμεύονται για καθολική κάλυψη υγείας, η οποία θα συμβάλει στη βελτίωση της πρόσβασης των παιδιών στην υγειονομική περίθαλψη, παρόλο που εξακολουθούν να απαιτούνται επενδύσεις σε μητρώα καρκίνου για να παρακολουθείται η πρόοδος.
Η κ. Claudia Allemani, επιδημιολόγος του καρκίνου στο LSHTM, με αφορμή τα νέα στοιχεία, επεσήμανε ότι μόνο δεδομένα πραγματικού κόσμου μπορούν να μας δώσουν την πραγματική εικόνα για κάθε χώρα ή περιοχή του κόσμου. Τα μητρώα του καρκίνου πρέπει να έχουν τη νομοθετική, πολιτική και χρηματοπιστωτική σταθερότητα ώστε να συλλέγουν έγκαιρα πλήρη και υψηλής ποιότητας δεδομένα