Ο Πάτροκλος Σταύρου, υφυπουργός του αρχιεπισκόπου Μακαρίου και των τριών επόμενων προέδρων της Κύπρου (Κυπριανού, Βασιλείου και Κληρίδη), επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής, δεν μπορεί να μιλήσει για την Ελένη Καζαντζάκη, χωρίς να συγκινηθεί.
Μία σπάνια σχέση στοργής και τρυφερότητας -πιο κοντά στη λογοτεχνία παρά στην πραγματικότητα- που αργότερα απέκτησε και «θεσμική οντότητα», όπως έλεγε εκείνη με την υιοθεσία. Μέλος της οικογένείας του, ουσιαστικά, για εκείνον από τον πρώτο καιρό της γνωριμίας τους, η Ελένη Καζαντζάκη έγινε θετή μητέρα τού κατά 30 χρόνια νεώτερου Πάτροκλου Σταύρου, το 1982 και όταν εκείνη «έφυγε» το 2004, πλήρης ημερών (σσ. 101 ετών), εκείνος μάθαινε ότι ήταν και ο αποκλειστικός κληρονόμος της μοναδικής περιουσίας της, των πνευματικών δικαιωμάτων του Νίκου Καζαντζάκη.
Ωστόσο, η τύχη αυτή τον έφερε αντιμέτωπο με τις εγγονές της αδελφής του συγγραφέα, που διεκδίκησαν τα πνευματικά δικαιώματα και εξήντλησαν όλα τα δικαστικά μέσα, αλλά και την υπομονή και την αντοχή του -όπως λέει ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ- σ΄έναν 7χρονο αγώνα με προσφυγές, λασπολογία, συκοφαντίες και ύβρεις, μέχρι την οριστική δικαίωση του πρόσφατα από τον 'Αρειο Πάγο.
-'Αλλαξε τη ζωή σας η σχέση με την Ελένη Καζαντζάκη...
«Απόλυτα, απόλυτα! Ήταν μία άγια γυναίκα, δικαιοκρίτης, έντιμη και καθαρή, με καρδιά μικρού παιδιού, που αλάλαζε από χαρά για τις καλωσύνες», απαντά με τη χαρακτηριστική κυπριακή του προφορά.
Η γνωριμία τους, όπως σε όλες τις δυνατές σχέσεις, συνδέεται με δύσκολους καιρούς. Ξεκινάει με την πρώτη και τελευταία επίσκεψη του Νίκου Καζαντζάκη στην Κύπρο το 1926, στην οποία αναφερόταν συνεχώς και με πάθος στα γραπτά του. Την Κύπρο και την Κρήτη τις ονόμαζε «ηρωϊκές αυτάδελφες». Ήταν τότε μαζί του και η Ελένη, με την οποία συζούσε αμέσως μετά τον χωρισμό του από την ποιήτρια Γαλάτεια, κόρη του λόγιου εκδότη Στυλιανού Αλεξίου.
Κάμποσα χρόνια μετά, στα δραματικά γεγονότα του 1964, η Ελένη που έμενε πια στη Γενεύη ευαισθητοποιήθηκε και έστειλε στον Μακάριο επιστολή συμπαράστασης και μία επιταγή, ως βοήθεια στα θύματα. «Το γράμμα ήταν πολύ θερμό και τα χρήματα προέρχονταν από το έργο του Καζαντζάκη, οπότε ήταν σαν να τα έστελνε ο ίδιος».
Ο ίδιος, ο Πάτροκλος Σταύρου, ήταν τότε υφυπουργός παρά τω προέδρω της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Ο άνθρωπος του Μακαρίου», λέει. «Εκείνος με σπούδασε, εκείνος με έκανε άνθρωπο. Ο Μακάριος ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, ο "Ψηλορείτης της ανθρωπιάς" και μου είχε μεγάλη εμπιστοσύνη. Μου ανέθετε ειδικές αποστολές και είχα αναλάβει και την ενημέρωση των ξένων δημοσιογράφων. Ήταν πολύ δύσκολα χρόνια και μέσα σ΄αυτό το κλίμα τρόμου και απαισιοδοξίας, το μήνυμα της Ελένης μας έδινε κουράγιο και δύναμη».
Το 1967, μετά τη χούντα στην Ελλάδα, η Ελένη, διηγείται ο κ. Σταύρου, εξέφρασε την επιθυμία να έρθει πάλι στην Κύπρο. «Την κάλεσα επισήμως ως φιλοξενουμένη του Μακαρίου. Την παραλάβαμε από το αεροδρόμιο και έδωσε και μία διάλεξη για τον Καζαντζάκη. Τότε δεθήκαμε πολύ. Από τον Νοέμβρη του ΄67 έγινε άτυπο μέλος της οικογένειάς μας. Έκτοτε το σπίτι μας ήταν δικό της, είτε στην Κύπρο, είτε στην Αθήνα, στη Βούλα. Τις διακοπές τις περνούσαμε πάντα μαζί. Μία αμοιβαία αγάπη μας είχε φέρει κοντά για πάντα.
Τα γεγονότα της εποχής είναι γνωστά. Η χούντα στην Ελλάδα ήξερε ότι θα μπουν οι Τούρκοι, και στην Κύπρο δεν άφηναν κανένα να πυροβολήσει Τούρκο, απειλώντας ότι θα εκτελεστεί επιτόπου. "Τα Μεμέτια κάνουν γυμνάσια", έλεγαν για να μας παραπλανήσουν. Προδοσία!».
Η Ελένη ήξερε, από τη Γενεύη ακόμη, ότι θα γίνει εισβολή. Μού μήνυσε ότι «εδώ όλοι έτσι λένε», αλλά εγώ της απαντούσα: «Αστους να λένε». Αφού μας διαβεβαίωναν από την Ελλάδα ότι δεν θα γίνει τίποτε, εμείς οι αφελείς τους πιστεύαμε και έτσι μας παγίδευσαν.
Όσο η Ελένη ήταν στην Κύπρο, σήμαινε συναγερμός. Όλοι μου τηλεφωνούσαν να τη συναντήσουν. Και ο Μακάριος τη συμπαθούσε πάρα πολύ.
-Είχε και την αίγλη του Καζαντζάκη...
«Ναι, ήταν άξια και αντάξια... Εκείνη την εποχή κράτησε ηρωϊκή στάση. Οι Τούρκοι τη συνέλαβαν, τη σημάδευαν με το όπλο, εκτέλεσαν πολλούς άλλους μπροστά στα μάτια της. Δεν λύγισε. Τελικά, μετά από μερικές ημέρες φυγαδεύθηκε με ένα εγγλέζικο πλοίο».
-Τον Καζαντζάκη δεν τον γνωρίσατε, παρά μόνο μέσα από την Ελένη;
«Ναι, όπως γράφει η Ελένη στο βιβλίο της "Νίκος Καζαντζάκης ο ασυμβίβαστος" ήταν "σκληρός με τον εαυτό του, ανελέητος με τους άλλους". Γεμάτος καλωσύνη και χιούμορ. Αγαπούσε τα ταξίδια και τα όνειρα. Από μικρός ήθελε να γίνει καλόγερος και μάλιστα πήγε σε κάποιο μοναστήρι για έξι μήνες, αλλά δεν βρήκα σε ποιό.
-Η εικόνα που έχουμε για τον Καζαντζάκη, πόσο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
«Φθόνος, φθόνος, φθόνος! Βασανίσθηκε όσο κανένας άλλος νεοέλληνας συγγραφέας. Η Εκκλησία τον κατεδίωξε, η πολιτεία το ίδιο. Δεν του έδιναν διαβατήριο, του ματαίωσαν τη βράβευση με το Νόμπελ, του έστελναν μυστικούς αστυνομικούς, τον συκοφάντησαν. Τον χτύπησε η Δεξιά απαγορεύοντας τα βιβλία του, γιατί τον θεωρούσε λίγο δεξιό και περισσότερο αριστερό. Τον χτύπησε η Αριστερά γιατί θεωρούσε ότι ήταν λιγότερο αριστερός και περισσότερο δεξιός. Ακόμη και η πρώτη του γυναίκα, η Γαλάτεια, η οποία ζήτησε να κρατήσει το όνομά του μετά τον χωρισμό -παρότι είχε ένα όνομα γνωστό στους φιλολογικούς κύκλους- έγραψε εναντίον του. Αλλά ο Καζαντζάκης σχολίαζε μεγαλόθυμα: "Καημένη Γαλάτεια, δεν της έπρεπε τέτοια τύχη, να γράφει με το όνομά μου εναντίον μου". Μόνο, η Κυπριακή Εκκλησία δεν είπε ποτέ τίποτε εναντίον του».
-Και η αδελφή της Γαλάτειας, η Έλλη Αλεξίου, έγραψε και του άσκησε αυστηρή κριτική...
«Ναι, ο θείος της, ο Στέλιος Αλεξίου, λέει χαριτολογώντας ότι από την οικογένεια μόνον εγώ δεν έγραψα εναντίον του Καζαντζάκη. Η Έλλη Αλεξίου έγραψε ένα βιβλίο που τα ψέλνει στον Καζαντζάκη από την αρχή μέχρι το τέλος. Λέγεται ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα. Τον κατηγόρησαν ακόμη ότι δεν υπηρέτησε στο στρατό, ότι ήταν λιποτάκτης. Όμως, η Κρήτη ήταν κάτω από τον τουρκικό ζυγό και ενώθηκε με την Ελλάδα το 1913. Εγώ έχω φωτογραφίες του με στρατιωτικά. Υπηρέτησε στο γραφείο του Βενιζέλου, είχε καταταγεί ως εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους. Τον κατηγόρησαν, τέλος, ότι δεν είχε ...παιδί, αλλά ότι δεν αγαπούσε και τα ζώα, αφού δεν είχε ούτε σκυλί, ούτε γατί... Δεν έχει σημασία, αλλά το ζευγάρι είχε μία γατούλα, που την υπεραγαπούσε. Εγώ θυμάμαι μία φωτογραφία, που έστειλε στην Ελένη, αγκαλιά με τη γάτα και της έγραφε: «Έλα γρήγορα γιατί ή εγώ θα αρχίσω να νιαουρίζω, ή η Σμυνθίτσα θα αρχίσει να μιλάει ελληνικά τσάτρα-πάτρα».
»Ιδιαίτερα φιλόζωη ήταν η Ελένη. Στη Βούλα, που μέναμε, πήγαινε βόλτα, καθόταν σε ένα παγκάκι και γύρω της μαζεύονταν όλα τα αδέσποτα σκυλιά και γάτες της περιοχής, που της ανταπέδιδαν την αγάπη, που τους έδειχνε».
»Το 1989 είχε ένα ατύχημα. Ένα μοτοποδήλατο τη χτύπησε έξω από το σπίτι της στη Γενεύη. Μετά από αυτό τη φέραμε στην Αθήνα και πέρασε μαζί μας τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής της. Είχε βαφτίσει και την κόρη μου. Λέγαμε πως αν ήταν αγόρι, θα το βγάζαμε Νίκο για τον Καζαντζάκη, ήταν κορίτσι και την είπαμε Νίκη. Τη λάτρευε τη νονά της. Πολλά βράδια το 'σκαγε από το δωμάτιό της για να κοιμηθεί μαζί με την Ελένη.
-Πως φθάσατε στην υιοθεσία;
«Επέμεινε πολύ. Έλεγε θα πεθάνω σαν την καλαμιά στον κάμπο. Της έλεγα "υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω εγώ; Αλλά ήθελε πολύ να έχει ένα παιδί... και εγώ κουράστηκα να φέρω αντίρρηση... Την αγαπούσα περισσότερο κι από τη μητέρα μου. Δεν ήθελα να της χαλάσω χατήρι. Πολλές φορές μου τηλεφωνούσε από την Αθήνα, όπου βρισκόταν με την γυναίκα μου και την κόρη μου, στην Κύπρο για να μου πει πόσο θα ΄θελε να δει μία ωραία παράσταση, ή μία συναυλία στο Ηρώδειο. Κι εγώ έπαιρνα το αεροπλάνο και ερχόμουν να της κάνω έκπληξη. "Ελένη είσαι έτοιμη για τη συναυλία;», φώναζα από την πόρτα του κήπου. Και εκείνη τρελαινόταν. Της έκανες μία χάρη και ήταν σαν να της χάριζες τον κόσμο.
Η Ελένη Σαμίου παντρεύτηκε τον Καζαντζάκη το 1945 στον 'Αη Γιώργη τον Καρύτση με κουμπάρο τον Σικελιανό και τη γυναίκα του. Ήταν, όμως, μαζί, από το 1924, όταν εκείνη ήταν 21 χρόνων και εκείνος 41. Εκείνος «έφυγε» το 1957 και εκείνη τον ακολούθησε το 2004 την ημέρα των γενεθλίων του...
Μία σπάνια σχέση στοργής και τρυφερότητας -πιο κοντά στη λογοτεχνία παρά στην πραγματικότητα- που αργότερα απέκτησε και «θεσμική οντότητα», όπως έλεγε εκείνη με την υιοθεσία. Μέλος της οικογένείας του, ουσιαστικά, για εκείνον από τον πρώτο καιρό της γνωριμίας τους, η Ελένη Καζαντζάκη έγινε θετή μητέρα τού κατά 30 χρόνια νεώτερου Πάτροκλου Σταύρου, το 1982 και όταν εκείνη «έφυγε» το 2004, πλήρης ημερών (σσ. 101 ετών), εκείνος μάθαινε ότι ήταν και ο αποκλειστικός κληρονόμος της μοναδικής περιουσίας της, των πνευματικών δικαιωμάτων του Νίκου Καζαντζάκη.
Ωστόσο, η τύχη αυτή τον έφερε αντιμέτωπο με τις εγγονές της αδελφής του συγγραφέα, που διεκδίκησαν τα πνευματικά δικαιώματα και εξήντλησαν όλα τα δικαστικά μέσα, αλλά και την υπομονή και την αντοχή του -όπως λέει ο ίδιος στο ΑΠΕ-ΜΠΕ- σ΄έναν 7χρονο αγώνα με προσφυγές, λασπολογία, συκοφαντίες και ύβρεις, μέχρι την οριστική δικαίωση του πρόσφατα από τον 'Αρειο Πάγο.
-'Αλλαξε τη ζωή σας η σχέση με την Ελένη Καζαντζάκη...
«Απόλυτα, απόλυτα! Ήταν μία άγια γυναίκα, δικαιοκρίτης, έντιμη και καθαρή, με καρδιά μικρού παιδιού, που αλάλαζε από χαρά για τις καλωσύνες», απαντά με τη χαρακτηριστική κυπριακή του προφορά.
Η γνωριμία τους, όπως σε όλες τις δυνατές σχέσεις, συνδέεται με δύσκολους καιρούς. Ξεκινάει με την πρώτη και τελευταία επίσκεψη του Νίκου Καζαντζάκη στην Κύπρο το 1926, στην οποία αναφερόταν συνεχώς και με πάθος στα γραπτά του. Την Κύπρο και την Κρήτη τις ονόμαζε «ηρωϊκές αυτάδελφες». Ήταν τότε μαζί του και η Ελένη, με την οποία συζούσε αμέσως μετά τον χωρισμό του από την ποιήτρια Γαλάτεια, κόρη του λόγιου εκδότη Στυλιανού Αλεξίου.
Κάμποσα χρόνια μετά, στα δραματικά γεγονότα του 1964, η Ελένη που έμενε πια στη Γενεύη ευαισθητοποιήθηκε και έστειλε στον Μακάριο επιστολή συμπαράστασης και μία επιταγή, ως βοήθεια στα θύματα. «Το γράμμα ήταν πολύ θερμό και τα χρήματα προέρχονταν από το έργο του Καζαντζάκη, οπότε ήταν σαν να τα έστελνε ο ίδιος».
Ο ίδιος, ο Πάτροκλος Σταύρου, ήταν τότε υφυπουργός παρά τω προέδρω της Κυπριακής Δημοκρατίας. «Ο άνθρωπος του Μακαρίου», λέει. «Εκείνος με σπούδασε, εκείνος με έκανε άνθρωπο. Ο Μακάριος ήταν ένας υπέροχος άνθρωπος, ο "Ψηλορείτης της ανθρωπιάς" και μου είχε μεγάλη εμπιστοσύνη. Μου ανέθετε ειδικές αποστολές και είχα αναλάβει και την ενημέρωση των ξένων δημοσιογράφων. Ήταν πολύ δύσκολα χρόνια και μέσα σ΄αυτό το κλίμα τρόμου και απαισιοδοξίας, το μήνυμα της Ελένης μας έδινε κουράγιο και δύναμη».
Το 1967, μετά τη χούντα στην Ελλάδα, η Ελένη, διηγείται ο κ. Σταύρου, εξέφρασε την επιθυμία να έρθει πάλι στην Κύπρο. «Την κάλεσα επισήμως ως φιλοξενουμένη του Μακαρίου. Την παραλάβαμε από το αεροδρόμιο και έδωσε και μία διάλεξη για τον Καζαντζάκη. Τότε δεθήκαμε πολύ. Από τον Νοέμβρη του ΄67 έγινε άτυπο μέλος της οικογένειάς μας. Έκτοτε το σπίτι μας ήταν δικό της, είτε στην Κύπρο, είτε στην Αθήνα, στη Βούλα. Τις διακοπές τις περνούσαμε πάντα μαζί. Μία αμοιβαία αγάπη μας είχε φέρει κοντά για πάντα.
Τα γεγονότα της εποχής είναι γνωστά. Η χούντα στην Ελλάδα ήξερε ότι θα μπουν οι Τούρκοι, και στην Κύπρο δεν άφηναν κανένα να πυροβολήσει Τούρκο, απειλώντας ότι θα εκτελεστεί επιτόπου. "Τα Μεμέτια κάνουν γυμνάσια", έλεγαν για να μας παραπλανήσουν. Προδοσία!».
Η Ελένη ήξερε, από τη Γενεύη ακόμη, ότι θα γίνει εισβολή. Μού μήνυσε ότι «εδώ όλοι έτσι λένε», αλλά εγώ της απαντούσα: «Αστους να λένε». Αφού μας διαβεβαίωναν από την Ελλάδα ότι δεν θα γίνει τίποτε, εμείς οι αφελείς τους πιστεύαμε και έτσι μας παγίδευσαν.
Όσο η Ελένη ήταν στην Κύπρο, σήμαινε συναγερμός. Όλοι μου τηλεφωνούσαν να τη συναντήσουν. Και ο Μακάριος τη συμπαθούσε πάρα πολύ.
-Είχε και την αίγλη του Καζαντζάκη...
«Ναι, ήταν άξια και αντάξια... Εκείνη την εποχή κράτησε ηρωϊκή στάση. Οι Τούρκοι τη συνέλαβαν, τη σημάδευαν με το όπλο, εκτέλεσαν πολλούς άλλους μπροστά στα μάτια της. Δεν λύγισε. Τελικά, μετά από μερικές ημέρες φυγαδεύθηκε με ένα εγγλέζικο πλοίο».
-Τον Καζαντζάκη δεν τον γνωρίσατε, παρά μόνο μέσα από την Ελένη;
«Ναι, όπως γράφει η Ελένη στο βιβλίο της "Νίκος Καζαντζάκης ο ασυμβίβαστος" ήταν "σκληρός με τον εαυτό του, ανελέητος με τους άλλους". Γεμάτος καλωσύνη και χιούμορ. Αγαπούσε τα ταξίδια και τα όνειρα. Από μικρός ήθελε να γίνει καλόγερος και μάλιστα πήγε σε κάποιο μοναστήρι για έξι μήνες, αλλά δεν βρήκα σε ποιό.
-Η εικόνα που έχουμε για τον Καζαντζάκη, πόσο ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα;
«Φθόνος, φθόνος, φθόνος! Βασανίσθηκε όσο κανένας άλλος νεοέλληνας συγγραφέας. Η Εκκλησία τον κατεδίωξε, η πολιτεία το ίδιο. Δεν του έδιναν διαβατήριο, του ματαίωσαν τη βράβευση με το Νόμπελ, του έστελναν μυστικούς αστυνομικούς, τον συκοφάντησαν. Τον χτύπησε η Δεξιά απαγορεύοντας τα βιβλία του, γιατί τον θεωρούσε λίγο δεξιό και περισσότερο αριστερό. Τον χτύπησε η Αριστερά γιατί θεωρούσε ότι ήταν λιγότερο αριστερός και περισσότερο δεξιός. Ακόμη και η πρώτη του γυναίκα, η Γαλάτεια, η οποία ζήτησε να κρατήσει το όνομά του μετά τον χωρισμό -παρότι είχε ένα όνομα γνωστό στους φιλολογικούς κύκλους- έγραψε εναντίον του. Αλλά ο Καζαντζάκης σχολίαζε μεγαλόθυμα: "Καημένη Γαλάτεια, δεν της έπρεπε τέτοια τύχη, να γράφει με το όνομά μου εναντίον μου". Μόνο, η Κυπριακή Εκκλησία δεν είπε ποτέ τίποτε εναντίον του».
-Και η αδελφή της Γαλάτειας, η Έλλη Αλεξίου, έγραψε και του άσκησε αυστηρή κριτική...
«Ναι, ο θείος της, ο Στέλιος Αλεξίου, λέει χαριτολογώντας ότι από την οικογένεια μόνον εγώ δεν έγραψα εναντίον του Καζαντζάκη. Η Έλλη Αλεξίου έγραψε ένα βιβλίο που τα ψέλνει στον Καζαντζάκη από την αρχή μέχρι το τέλος. Λέγεται ότι είχε ψυχολογικά προβλήματα. Τον κατηγόρησαν ακόμη ότι δεν υπηρέτησε στο στρατό, ότι ήταν λιποτάκτης. Όμως, η Κρήτη ήταν κάτω από τον τουρκικό ζυγό και ενώθηκε με την Ελλάδα το 1913. Εγώ έχω φωτογραφίες του με στρατιωτικά. Υπηρέτησε στο γραφείο του Βενιζέλου, είχε καταταγεί ως εθελοντής στους Βαλκανικούς πολέμους. Τον κατηγόρησαν, τέλος, ότι δεν είχε ...παιδί, αλλά ότι δεν αγαπούσε και τα ζώα, αφού δεν είχε ούτε σκυλί, ούτε γατί... Δεν έχει σημασία, αλλά το ζευγάρι είχε μία γατούλα, που την υπεραγαπούσε. Εγώ θυμάμαι μία φωτογραφία, που έστειλε στην Ελένη, αγκαλιά με τη γάτα και της έγραφε: «Έλα γρήγορα γιατί ή εγώ θα αρχίσω να νιαουρίζω, ή η Σμυνθίτσα θα αρχίσει να μιλάει ελληνικά τσάτρα-πάτρα».
»Ιδιαίτερα φιλόζωη ήταν η Ελένη. Στη Βούλα, που μέναμε, πήγαινε βόλτα, καθόταν σε ένα παγκάκι και γύρω της μαζεύονταν όλα τα αδέσποτα σκυλιά και γάτες της περιοχής, που της ανταπέδιδαν την αγάπη, που τους έδειχνε».
»Το 1989 είχε ένα ατύχημα. Ένα μοτοποδήλατο τη χτύπησε έξω από το σπίτι της στη Γενεύη. Μετά από αυτό τη φέραμε στην Αθήνα και πέρασε μαζί μας τα τελευταία 15 χρόνια της ζωής της. Είχε βαφτίσει και την κόρη μου. Λέγαμε πως αν ήταν αγόρι, θα το βγάζαμε Νίκο για τον Καζαντζάκη, ήταν κορίτσι και την είπαμε Νίκη. Τη λάτρευε τη νονά της. Πολλά βράδια το 'σκαγε από το δωμάτιό της για να κοιμηθεί μαζί με την Ελένη.
-Πως φθάσατε στην υιοθεσία;
«Επέμεινε πολύ. Έλεγε θα πεθάνω σαν την καλαμιά στον κάμπο. Της έλεγα "υπάρχει περίπτωση να σε αφήσω εγώ; Αλλά ήθελε πολύ να έχει ένα παιδί... και εγώ κουράστηκα να φέρω αντίρρηση... Την αγαπούσα περισσότερο κι από τη μητέρα μου. Δεν ήθελα να της χαλάσω χατήρι. Πολλές φορές μου τηλεφωνούσε από την Αθήνα, όπου βρισκόταν με την γυναίκα μου και την κόρη μου, στην Κύπρο για να μου πει πόσο θα ΄θελε να δει μία ωραία παράσταση, ή μία συναυλία στο Ηρώδειο. Κι εγώ έπαιρνα το αεροπλάνο και ερχόμουν να της κάνω έκπληξη. "Ελένη είσαι έτοιμη για τη συναυλία;», φώναζα από την πόρτα του κήπου. Και εκείνη τρελαινόταν. Της έκανες μία χάρη και ήταν σαν να της χάριζες τον κόσμο.
Η Ελένη Σαμίου παντρεύτηκε τον Καζαντζάκη το 1945 στον 'Αη Γιώργη τον Καρύτση με κουμπάρο τον Σικελιανό και τη γυναίκα του. Ήταν, όμως, μαζί, από το 1924, όταν εκείνη ήταν 21 χρόνων και εκείνος 41. Εκείνος «έφυγε» το 1957 και εκείνη τον ακολούθησε το 2004 την ημέρα των γενεθλίων του...