Την μερική αναστήλωση ενός τμήματος του ναού του Διός στην αρχαία
Ολυμπία ολοκλήρωσε το Γερμανικό Αρχαιολογικό Ινστιτούτο προσφέροντας τη
δυνατότητα στους επισκέπτες για καλύτερη κατανόηση του κορυφαίου μνημείου της αρχαιότητας.
Οπως είναι γνωστό ο δωρικού τύπου ναός, που στέγαζε το μεγάλο λατρευτικό άγαλμα του Διός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, είναι σήμερα ερειπωμένος, με αποτέλεσμα, η μοναδική ιδέα της τρίτης διάστασης του οικοδομήματος _καθ΄ ύψος δηλαδή_ να γίνεται μόνο χάρη στην επανατοποθέτηση ενός κίονα, έργο που ολοκληρώθηκε το 2004.
Ως τότε η ανωδομή και οι διαστάσεις του ναού μπορούσαν να γίνουν αντιληπτές
και κατανοητές μόνον από ειδικούς. Ενα βήμα παραπέρα έγινε όμως τώρα με την μερική αναστήλωση του δυτικού οπισθόδομου του ναού, έτσι ώστε να αποδίδεται με σχετική σαφήνεια και αυτό το τμήμα του μνημείου.
Για να γίνει όμως αυτό απαιτήθηκε κατ΄αρχάς η μετακίνηση 38 αρχιτεκτονικών μελών, που είχαν παραμείνει εκεί από τις ανασκαφές του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τμήματα από σπονδύλους των κιόνων του ναού αλλά και άγνωστα θραύσματα, που πιθανόν ανήκουν σε εμβόλιμους λίθους, που είχαν χρησιμοποιηθεί για τη στερέωση της ζωφόρου. Αυτά αποτέθηκαν μπροστά από τον αρχαίο ερειπιώνα του ναού ενώ 12 λίθοι τοίχων τοποθετήθηκαν στην ανώτερη στρώση του τοιχοβάτη (θεμελίου των τοίχων) του δυτικού τοίχου του σηκού. Και μόνον ύστερα από αυτή την τακτοποίηση κατέστη δυνατή η εμπειρία του οπισθόδομου ως χώρου.
Επιπλέον: Οι ορθοστάτες της δυτικής παραστάδας που σώζονται σε καλή κατάσταση (πρόκειται για τους μεγάλους λιθόπλινθους στην κατώτερη στρώση της τοιχοποιίας) καθαρίστηκαν. Η βόρεια γωνία που λείπει, αποκαταστάθηκε με οπλισμό τιτανίου ενώ χρησιμοποιήθηκε χυτό υλικό τεχνητού μείγματος με απεργό τελείωμα, που προσαρμόστηκε στην αρχαία επιφάνεια. Ο στυλοβάτης του οπισθόδομου απαλλάχθηκε από τη βλάστηση και τα βρύα, και παράλληλα κλείστηκαν και κάποιες λεπτές ρωγμές αλλά και ορισμένες βαθύτερες οπές για να μην εισχωρήσει υγρασία και προκληθούν φθορές. Ενα μεγάλο τμήμα του σπονδύλου ενός κίονα του οπισθόδομου, που βρισκόταν σπασμένο σε τρία κομμάτια επανασυντέθηκε με τη χρήση ράβδων τιτανίου ενώ η επεξεργασία των ραβδώσεων του κίονα έγινε με το χέρι σύμφωνα με την αρχαία τεχνοτροπία. Τέλος καθαρίστηκαν και αναστηλώθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο (χωρίς όμως να συμπληρωθούν) και τα δύο κιονόκρανα του οπισθόδομου που βρίσκονταν στα μπροστά από τον ναό.
Πενταξονικός γερανός χρειάστηκε για να τοποθετηθούν τα πέντε αποκατασταθέντα αρχιτεκτονικά μέλη αφού έπρεπε να διανυθεί απόσταση 35 μέτρων σε ύψος 7 μέτρων. Αλλωστε μόνον το κατώτερο τμήμα του βορείου επικράνου της παραστάδας ζυγίζει περίπου 2 τόνους.
Ομως, λόγω της έλλειψης αυθεντικών αρχιτεκτονικών μελών του συνανήκοντος κίονα, το βόρειο κιονόκρανο του οπισθόδομου τοποθετήθηκε ακριβώς επί του στυλοβάτη με τη χρήση παρεμβλημάτων. Με τον τρόπο αυτό ο οπισθόδομος πλέον παρουσιάζεται ξανά ως χώρος και τα δύο καλά σωζόμενα και εντυπωσιακά _ λόγω και μόνον του μεγέθους τους _ κιονόκρανα μπορούν να γίνουν αντιληπτά από κοντά.
Την επιστασία της αναστήλωσης είχε αρχικώς ο ερευνητής – αρχιτέκτονας της ανασκαφής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Αρχαία Ολυμπία K. Χέρμανν και από τον Μάιο του 2010 ο ερευνητής – αρχιτέκτονας του Παραρτήματος Αθηνών του Ινστιτούτου Ν. Χέλνερ. Να σημειωθεί ότι οι επεμβάσεις αυτές έγιναν με έγκριση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και χρηματοδοτήθηκαν από το Ιδρυμα Α. Γ. Λεβέντη.
Οπως είναι γνωστό ο δωρικού τύπου ναός, που στέγαζε το μεγάλο λατρευτικό άγαλμα του Διός, ένα από τα επτά θαύματα του αρχαίου κόσμου, είναι σήμερα ερειπωμένος, με αποτέλεσμα, η μοναδική ιδέα της τρίτης διάστασης του οικοδομήματος _καθ΄ ύψος δηλαδή_ να γίνεται μόνο χάρη στην επανατοποθέτηση ενός κίονα, έργο που ολοκληρώθηκε το 2004.
Ως τότε η ανωδομή και οι διαστάσεις του ναού μπορούσαν να γίνουν αντιληπτές
και κατανοητές μόνον από ειδικούς. Ενα βήμα παραπέρα έγινε όμως τώρα με την μερική αναστήλωση του δυτικού οπισθόδομου του ναού, έτσι ώστε να αποδίδεται με σχετική σαφήνεια και αυτό το τμήμα του μνημείου.
Για να γίνει όμως αυτό απαιτήθηκε κατ΄αρχάς η μετακίνηση 38 αρχιτεκτονικών μελών, που είχαν παραμείνει εκεί από τις ανασκαφές του 19ου αιώνα. Συγκεκριμένα, πρόκειται για τμήματα από σπονδύλους των κιόνων του ναού αλλά και άγνωστα θραύσματα, που πιθανόν ανήκουν σε εμβόλιμους λίθους, που είχαν χρησιμοποιηθεί για τη στερέωση της ζωφόρου. Αυτά αποτέθηκαν μπροστά από τον αρχαίο ερειπιώνα του ναού ενώ 12 λίθοι τοίχων τοποθετήθηκαν στην ανώτερη στρώση του τοιχοβάτη (θεμελίου των τοίχων) του δυτικού τοίχου του σηκού. Και μόνον ύστερα από αυτή την τακτοποίηση κατέστη δυνατή η εμπειρία του οπισθόδομου ως χώρου.
Επιπλέον: Οι ορθοστάτες της δυτικής παραστάδας που σώζονται σε καλή κατάσταση (πρόκειται για τους μεγάλους λιθόπλινθους στην κατώτερη στρώση της τοιχοποιίας) καθαρίστηκαν. Η βόρεια γωνία που λείπει, αποκαταστάθηκε με οπλισμό τιτανίου ενώ χρησιμοποιήθηκε χυτό υλικό τεχνητού μείγματος με απεργό τελείωμα, που προσαρμόστηκε στην αρχαία επιφάνεια. Ο στυλοβάτης του οπισθόδομου απαλλάχθηκε από τη βλάστηση και τα βρύα, και παράλληλα κλείστηκαν και κάποιες λεπτές ρωγμές αλλά και ορισμένες βαθύτερες οπές για να μην εισχωρήσει υγρασία και προκληθούν φθορές. Ενα μεγάλο τμήμα του σπονδύλου ενός κίονα του οπισθόδομου, που βρισκόταν σπασμένο σε τρία κομμάτια επανασυντέθηκε με τη χρήση ράβδων τιτανίου ενώ η επεξεργασία των ραβδώσεων του κίονα έγινε με το χέρι σύμφωνα με την αρχαία τεχνοτροπία. Τέλος καθαρίστηκαν και αναστηλώθηκαν κατά τον ίδιο τρόπο (χωρίς όμως να συμπληρωθούν) και τα δύο κιονόκρανα του οπισθόδομου που βρίσκονταν στα μπροστά από τον ναό.
Πενταξονικός γερανός χρειάστηκε για να τοποθετηθούν τα πέντε αποκατασταθέντα αρχιτεκτονικά μέλη αφού έπρεπε να διανυθεί απόσταση 35 μέτρων σε ύψος 7 μέτρων. Αλλωστε μόνον το κατώτερο τμήμα του βορείου επικράνου της παραστάδας ζυγίζει περίπου 2 τόνους.
Ομως, λόγω της έλλειψης αυθεντικών αρχιτεκτονικών μελών του συνανήκοντος κίονα, το βόρειο κιονόκρανο του οπισθόδομου τοποθετήθηκε ακριβώς επί του στυλοβάτη με τη χρήση παρεμβλημάτων. Με τον τρόπο αυτό ο οπισθόδομος πλέον παρουσιάζεται ξανά ως χώρος και τα δύο καλά σωζόμενα και εντυπωσιακά _ λόγω και μόνον του μεγέθους τους _ κιονόκρανα μπορούν να γίνουν αντιληπτά από κοντά.
Την επιστασία της αναστήλωσης είχε αρχικώς ο ερευνητής – αρχιτέκτονας της ανασκαφής του Γερμανικού Αρχαιολογικού Ινστιτούτου στην Αρχαία Ολυμπία K. Χέρμανν και από τον Μάιο του 2010 ο ερευνητής – αρχιτέκτονας του Παραρτήματος Αθηνών του Ινστιτούτου Ν. Χέλνερ. Να σημειωθεί ότι οι επεμβάσεις αυτές έγιναν με έγκριση του Κεντρικού Αρχαιολογικού Συμβουλίου και χρηματοδοτήθηκαν από το Ιδρυμα Α. Γ. Λεβέντη.