Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία τα οποία συγκέντρωσαν από 30.000 ασθενείς
Τα συνέδρια και οι άλλες επαγγελματικές συναντήσεις
των καρδιολόγων φαίνεται ότι έχουν ένα επιπρόσθετο πλεονέκτημα που
ομολογουμένως κανείς δεν θα μπορούσε να φανταστεί, όπως γράφει ο
Nicholas Bakalar στους New York Times και αναδημοσιεύει η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ.
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς με προβλήματα στην καρδιά επιβιώνουν περισσότερο όταν οι γιατροί τους απουσιάζουν σε συνέδρια, δείχνει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Internal Medicine.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία τα οποία συγκέντρωσαν από 30.000 ασθενείς, οι οποίοι είχαν νοσηλευτεί σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία με καρδιακή προσβολή, καρδιακή ανεπάρκεια και καρδιακή ανακοπή κατά τη διάρκεια των μεγάλων καρδιολογικών συνεδρίων και τους συνέκριναν με 79.000 ασθενείς που είχαν διακομιστεί στα νοσοκομεία τρεις εβδομάδες πριν ή μετά τα συνέδρια.
Kατά τη διάρκεια των ημερών που δεν υπήρχαν συνέδρια, το 24,8% των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια και το 69,4% των ασθενών με καρδιακή ανακοπή πέθαναν εντός 30 ημερών.
Αλλά όταν οι καρδιολόγοι έλειπαν σε συνέδρια, τα αντίστοιχα ποσοστά των ασθενών που πέθαναν μέσα σε ένα μήνα ήταν μόλις 17,5% και 59,1%. Δεν καταγράφηκε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των ασθενών που είχαν πάθει καρδιακή προσβολή, αν και στους ασθενείς υψηλού κινδύνου πραγματοποιήθηκαν λιγότερες τοποθετήσεις stent (στεντ) για να ανοίξουν οι φραγμένες στεφανιαίες αρτηρίες κατά τη διάρκεια των ημερών που δεν γίνονταν συνέδρια.
Ο συντάκτης της σχετικής μελέτης Δρ. Ανουπάμ Β. Τζένα, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ υποστηρίζει ότι η διαφορά στα ποσοστά θανάτου μπορεί να αποδοθεί σε υπερβολικά επιθετικές θεραπείες, όπως είναι η άνευ λόγου τοποθέτηση στεντ όταν κάτι τέτοιο δεν είναι αναγκαίο
Σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ασθενείς με προβλήματα στην καρδιά επιβιώνουν περισσότερο όταν οι γιατροί τους απουσιάζουν σε συνέδρια, δείχνει μελέτη που δημοσιεύθηκε στο JAMA Internal Medicine.
Οι ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία τα οποία συγκέντρωσαν από 30.000 ασθενείς, οι οποίοι είχαν νοσηλευτεί σε πανεπιστημιακά νοσοκομεία με καρδιακή προσβολή, καρδιακή ανεπάρκεια και καρδιακή ανακοπή κατά τη διάρκεια των μεγάλων καρδιολογικών συνεδρίων και τους συνέκριναν με 79.000 ασθενείς που είχαν διακομιστεί στα νοσοκομεία τρεις εβδομάδες πριν ή μετά τα συνέδρια.
Kατά τη διάρκεια των ημερών που δεν υπήρχαν συνέδρια, το 24,8% των ασθενών με καρδιακή ανεπάρκεια και το 69,4% των ασθενών με καρδιακή ανακοπή πέθαναν εντός 30 ημερών.
Αλλά όταν οι καρδιολόγοι έλειπαν σε συνέδρια, τα αντίστοιχα ποσοστά των ασθενών που πέθαναν μέσα σε ένα μήνα ήταν μόλις 17,5% και 59,1%. Δεν καταγράφηκε ουσιαστική διαφορά μεταξύ των ασθενών που είχαν πάθει καρδιακή προσβολή, αν και στους ασθενείς υψηλού κινδύνου πραγματοποιήθηκαν λιγότερες τοποθετήσεις stent (στεντ) για να ανοίξουν οι φραγμένες στεφανιαίες αρτηρίες κατά τη διάρκεια των ημερών που δεν γίνονταν συνέδρια.
Ο συντάκτης της σχετικής μελέτης Δρ. Ανουπάμ Β. Τζένα, αναπληρωτής καθηγητής Πολιτικής Υγείας στο αμερικανικό Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ υποστηρίζει ότι η διαφορά στα ποσοστά θανάτου μπορεί να αποδοθεί σε υπερβολικά επιθετικές θεραπείες, όπως είναι η άνευ λόγου τοποθέτηση στεντ όταν κάτι τέτοιο δεν είναι αναγκαίο