Ο λογαριασμός είναι βαρύς καθώς απαιτούνται μέτρα 1,8 δις. ευρώ ή 1% του
ΑΕΠ. Μέχρι στιγμής υποψία συμφωνίας φαίνεται να υπάρχει μόνο για τα
500 εκατ. ευρώ.
Πάσα πρόταση για αύξηση φόρου… δεκτή.
Ενώ ο
χρόνος για την επανέναρξη των διαπραγματεύσεων με τους επικεφαλής του
κουαρτέτου μετράει ήδη αντίστροφα – η άφιξή τους στην Αθήνα αναμένεται
μέσα στο σαββατοκύριακο ώστε οι διαβουλεύσεις να ξεκινήσουν από την
επόμενη Δευτέρα- το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης πασχίζει ώστε να
συγκροτήσει την πρόταση της ελληνικής πλευράς όσον αφορά στα μέτρα που
θα πρέπει να ληφθούν προκειμένου να κλείσει το δημοσιονομικό κενό της
διετίας 2017-2018.
Ο λογαριασμός είναι βαρύς καθώς απαιτούνται
μέτρα 1,8 δις. ευρώ ή 1% του ΑΕΠ και μέχρι στιγμής, υποψία συμφωνίας με
τους «θεσμούς» φαίνεται να υπάρχει μόνο για τα 500 εκατ. ευρώ. Για το
πώς θα βρεθούν τα υπόλοιπα 1,3 δις. ευρώ όλα είναι πάνω στο τραπέζι. Η
ελληνική διαπραγματευτική ομάδα, «παζαρεύει» σε δύο επίπεδα:
Πρώτον στο να πείσει τους δανειστές ότι τα μέτρα δεν θα πρέπει να φτάσουν στα 1,8 δισ.
ευρώ αλλά μερικές εκατοντάδες εκατομμύρια ευρώ λιγότερο λόγω του ότι
υπάρχει προσδοκία καλύτερης πορείας του ΑΕΠ μέσα στο 2016. Το δεύτερο
επίπεδο είναι καθαρά εισπρακτικό και αφορά στο ποια θα είναι τα μέτρα που θα επιβληθούν και πόσα μπορούν να αποδώσουν. Αυτή τη στιγμή, όλα είναι στο τραπέζι.
Οι αυξήσεις φόρων που εξετάζονται
Με
δεδομένο ότι ήδη από το 2016 θα έχει αυξηθεί κατά δύο δισεκατομμύρια
ευρώ η φορολογία εισοδήματος –μέσα από την αύξηση του φόρου εισοδήματος
φυσικών προσώπων, της εισφοράς αλληλεγγύης, του φόρου επί των
μερισμάτων, του φόρου επί των ενοικίων κλπ- τα πρόσθετα έσοδα θα αναζητηθούν αυτή τη φορά από την έμμεση φορολογία. Πριν
λοιπόν οι πολίτες καταφέρουν να συνέλθουν από την αύξηση του ΦΠΑ –ακόμη
εκκρεμεί η κατάργηση του ειδικού καθεστώτος και στα υπόλοιπα νησιά του
Αιγαίου πριν τον επτά που έχει ήδη προχωρήσει- θα έρθουν αντιμέτωποι:
1. Με την αύξηση του ειδικού φόρου κατανάλωσης στα καύσιμα. Οριστικές
αποφάσεις δεν έχουν ληφθεί. Το πιο ήπιο σενάριο προβλέπει αύξηση του
ειδικού φόρου και σε πετρέλαιο κίνησης και σε βενζίνη αλλά και σε φυσικό
αέριο κατά 6%. Μια τέτοια αλλαγή, εξασφαλίζει κάποια έσοδα στα κρατικά
ταμεία μόνο υπό την προϋπόθεση ότι δεν θα μειωθεί η κατανάλωση. Αύξηση
του ειδικού φόρου –επί του οποίου επιβάλλεται και ΦΠΑ- σημαίνει στην
πράξη ότι ένα λίτρο βενζίνης θα ακριβύνει κατά τουλάχιστον 5-6 λεπτά ενώ
ένα λίτρο πετρελαίου κίνησης κατά 2-3 λεπτά. Το δεύτερο σενάριο που
κυκλοφορεί περί εξίσωσης του ειδικού φόρου κατανάλωσης σε πετρέλαιο
κίνησης και αμόλυβδη είναι εφιαλτικό καθώς προκαλεί επιβαρύνσεις έως και
…40 λεπτά στο πετρέλαιο κίνησης. Μια τέτοια λύση θα οδηγούσε σε
εκτόξευση του μεταφορικού κόστους και νέο κύμα ανατιμήσεων σε μια αγορά η
οποία πονάει από έλλειψη αγοραστικών δυνάμεων
2. Στους
φόρους κινητής τηλεφωνίας είμαστε ήδη πρωταθλητές ενώ το 2015 ήταν μια
ακόμη χρονιά μείωσης των εσόδων. Αυτό δεν εμποδίζει το οικονομικό
επιτελείο να δέχεται εισηγήσεις και για αύξηση του φόρου επί της κινητής τηλεφωνίας. Αυτή
τη φορά, καλλιεργούνται σχέδια για επέκταση του φόρου και στη
συνδρομητική τηλεόραση. Δεδομένου ότι ο τζίρος της συγκεκριμένης αγοράς
είναι ακόμη μικρός –δεν φαίνεται να ξεπερνά τα 300 εκατ. ευρώ- είναι
αμφίβολο αν το δημόσιο θα μπορέσει να εισπράξει παρά μερικές δεκάδες
εκατομμύρια χωρίς μάλιστα να είναι εξασφαλισμένο ότι δεν θα προκληθεί
κύμα απενεργοποιήσεων.
3. Η πρόταση για επιβολή φόρου στις
τραπεζικές συναλλαγές, είναι πλέον δεδομένο ότι δεν θα προχωρήσει καθώς
υπάρχει μεγάλη αντίδραση ειδικά από την ΕΚΤ. Οι δανειστές από την πλευρά
τους, έχουν ρίξει στο τραπέζι εφιαλτικές προτάσεις ακόμη και για επιβολή ΦΠΑ 23% στον λογαριασμό ρεύματος. Πώς θα προχωρήσει αυτό το μέτρο όταν τα ανείσπρακτα της ΔΕΗ έχουν ήδη φτάσει στα 2,2 δις. ευρώ, αυτό είναι άλλο θέμα.
4. Δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται και η αύξηση των συντελεστών του ΕΝΦΙΑ
καθώς έχει ήδη προκύψει «κενό» από τη μείωση των αντικειμενικών αξιών.
Το πιθανότερο είναι να την πληρώσουν όσοι υπάγονται σήμερα στον
συμπληρωματικό φόρο χωρίς να λείπουν τα σενάρια και για μείωση του
αφορολογήτου από τις 300.000 ευρώ που είναι σήμερα στις 200.000 ευρώ.