Σωτηρία από ένα αντιυπερτασικό φάρμακο έρχεται για όλους όσοι υποφέρουν από την πιο σοβαρή μορφή καρκίνου του δέρματος.
Αμερικανοί και Δανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι β-αναστολείς που χορηγούνται συνήθως για τη θεραπεία της υψηλής πίεσης, της καρδιακής ανεπάρκειας και της στηθάγχης μπορούν να βοηθήσουν και όσους πάσχουν από κακοήθες μελάνωμα.
Πιο συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε ότι οι β-αναστολείς μπορούν να μειώσουν έως και κατά 13% το ποσοστό θανάτου προλαμβάνοντας τη μετάσταση της νόσου σε άλλα όργανα. Οι ερευνητές από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Οχάιο και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ααρχους της Δανίας κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα αφού μελέτησαν τα ιατρικά αρχεία 4.000 ατόμων που έπασχαν από κακοήθες μελάνωμα. Μεταξύ αυτών ήταν και 372 καρκινοπαθείς που ακολουθούσαν παράλληλη αγωγή με β-αναστολείς για υπέρταση ή καρδιακά προβλήματα.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι λάμβαναν τους β-αναστολείς για τουλάχιστον τρεις μήνες προτού διαγνωστούν με καρκίνο του δέρματος είχαν 13% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια σε σχέση με τους υπόλοιπους καρκινοπαθείς.
Μέχρι πρότινος, ήταν γνωστό ότι οι β-αναστολείς μπλοκάρουν την απελευθέρωση συγκεκριμένων ορμονών του στρες, με αποτέλεσμα η καρδιά να μη χρειάζεται να πραγματοποιεί δυνατές αντλήσεις και έτσι η πίεση του αίματος να πέφτει. Τώρα όμως αποδεικνύεται ότι μπορούν να προλάβουν και την εξάπλωση του καρκίνου του δέρματος σταματώντας την ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων που αιματώνουν τους όγκους.
Παρ' όλα αυτά, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν έχουν στα χέρια τους στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι β-αναστολείς προλαμβάνουν τον ίδιο τον καρκίνο του δέρματος. «Τα στοιχεία μας δεν αποκαλύπτουν καμία σχέση ανάμεσα στη χρήση των β-αναστολέων και τη συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου» αναφέρουν χαρακτηριστικά στην επιθεώρηση «Cancer Epidemiology, Biomarkers & Preventio».
Την ίδια στιγμή ωστόσο, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λιντς εντόπισαν τρία γονιδιακά ελαττώματα που αυξάνουν πράγματι τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι φέρουν δύο αντίγραφα και από τα τρία αυτά γονίδια έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν τη νόσο.Espresso
Αμερικανοί και Δανοί ερευνητές διαπίστωσαν ότι οι β-αναστολείς που χορηγούνται συνήθως για τη θεραπεία της υψηλής πίεσης, της καρδιακής ανεπάρκειας και της στηθάγχης μπορούν να βοηθήσουν και όσους πάσχουν από κακοήθες μελάνωμα.
Πιο συγκεκριμένα, παρατηρήθηκε ότι οι β-αναστολείς μπορούν να μειώσουν έως και κατά 13% το ποσοστό θανάτου προλαμβάνοντας τη μετάσταση της νόσου σε άλλα όργανα. Οι ερευνητές από το Κρατικό Πανεπιστήμιο του Οχάιο και το Πανεπιστημιακό Νοσοκομείο Ααρχους της Δανίας κατέληξαν σε αυτό το συμπέρασμα αφού μελέτησαν τα ιατρικά αρχεία 4.000 ατόμων που έπασχαν από κακοήθες μελάνωμα. Μεταξύ αυτών ήταν και 372 καρκινοπαθείς που ακολουθούσαν παράλληλη αγωγή με β-αναστολείς για υπέρταση ή καρδιακά προβλήματα.
Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι λάμβαναν τους β-αναστολείς για τουλάχιστον τρεις μήνες προτού διαγνωστούν με καρκίνο του δέρματος είχαν 13% λιγότερες πιθανότητες να πεθάνουν μέσα στα επόμενα πέντε χρόνια σε σχέση με τους υπόλοιπους καρκινοπαθείς.
Μέχρι πρότινος, ήταν γνωστό ότι οι β-αναστολείς μπλοκάρουν την απελευθέρωση συγκεκριμένων ορμονών του στρες, με αποτέλεσμα η καρδιά να μη χρειάζεται να πραγματοποιεί δυνατές αντλήσεις και έτσι η πίεση του αίματος να πέφτει. Τώρα όμως αποδεικνύεται ότι μπορούν να προλάβουν και την εξάπλωση του καρκίνου του δέρματος σταματώντας την ανάπτυξη των αιμοφόρων αγγείων που αιματώνουν τους όγκους.
Παρ' όλα αυτά, οι επιστήμονες επισημαίνουν ότι δεν έχουν στα χέρια τους στοιχεία που να αποδεικνύουν ότι οι β-αναστολείς προλαμβάνουν τον ίδιο τον καρκίνο του δέρματος. «Τα στοιχεία μας δεν αποκαλύπτουν καμία σχέση ανάμεσα στη χρήση των β-αναστολέων και τη συχνότητα εμφάνισης του καρκίνου» αναφέρουν χαρακτηριστικά στην επιθεώρηση «Cancer Epidemiology, Biomarkers & Preventio».
Την ίδια στιγμή ωστόσο, ερευνητές από το Πανεπιστήμιο του Λιντς εντόπισαν τρία γονιδιακά ελαττώματα που αυξάνουν πράγματι τον κίνδυνο καρκίνου του δέρματος. Οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι όσοι φέρουν δύο αντίγραφα και από τα τρία αυτά γονίδια έχουν αυξημένες πιθανότητες να εμφανίσουν τη νόσο.Espresso