Με την ανησυχητική αύξηση των αυτοκτονιών στην Ελλάδα ασχολείται σε άρθρο του το διεθνές πρακτορείο ειδήσεων Reuters, το οποίο κάνει λόγο για τις τραγικές περιπτώσεις συνανθρώπων μας που έβαλαν τέλος στη ζωή τους μην αντέχοντας την σκληρή καθημερινότητα και το «κυνήγι» της επιβίωσης.
Σε μια χώρα που είχε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών παγκοσμίως, η αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που επιχειρούν να δώσουν τέλος στη ζωή τους, λόγω της κρίσης προκαλεί σοκ και συγκλονίζει, μία εβδομάδα πριν τις εκλογές.
Στο δημοσίευμα, γίνεται αναφορά στην αυτοκτονία του 77χρονου συνταξιούχου φαρμακοποιού, Δημήτρη Χρίστουλα, που αυτοπυροβολήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, ένας άνθρωπος που με το τέλος του και το ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε «έχει γίνει ένα εθνικό σύμβολο της λιτότητας που προκαλεί πόνο και πιέζει εκατομμύρια πολίτες».
Οι γιατροί υποστηρίζουν ότι αυτή η μορφή πολιτικής αυτοκτονίας αποτελεί την αντανάκλαση της αυξανόμενης απελπισίας και της αίσθησης αδυναμίας. Ο συγγραφέας και ψυχαναλυτής Νίκος Σιδέρης δήλωσε στο Reuters ότι η κρίση έχει προκαλέσει «μια αυξανόμενη αίσθηση της ενοχής, την απώλεια της αυτοεκτίμησης και την ταπείνωση σε πολλούς Έλληνες», οι οποίοι «δεν θέλουν να είναι βάρος σε κανέναν».
Οι αυτοκτονίες στην Ελλάδα υπολογίζονται στις 600 ετησίως. Όμως, η αύξηση του αριθμού, οι απόπειρες αυτοκτονίες, η χρήση αντικαταθλιπτικών και η ανάγκη για ψυχιατρική βοήθεια προκαλούν συναγερμό σε ένα έθνος συνηθισμένο στα προβλήματα.
Πριν την κρίση του 2009, η Ελλάδα είχε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών παγκοσμίως, δηλαδή 2,8 ανά 100.000 κατοίκους. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2010, υπήρξε αύξηση 40%, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας.
Παρότι για το 2011 δεν υπάρχουν αξιόπιστα στατιστικά, οι ειδικοί εκτιμούν ότι το ποσοστό διπλασιάστηκε σε 5 κατοίκους ανά 100.000.
«Είμαστε ένα έθνος σε κατάσταση σοκ» δηλώνει ο καθηγητής της ψυχιατρικής Νικηφόρος Αγγελόπουλος, που αναφέρθηκε σε μία περίπτωση ασθενή του με σοβαρή κατάθλιψη, όταν η εταιρεία του αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και αναγκάστηκε να απολύσει 20 από τους 100 υπαλλήλους.
«Δεν μπορούσε να κοιμηθεί και να φάει. Μου είπε ότι η επιχείρησή του είχε καταστραφεί και ο ίδιος δεν μπορούσε να το αντιμετωπίσει», ανέφερε.
Μάλιστα, ο κ. Αγγελόπουλος επισημαίνει ότι το 20% των ασθενών του δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος των συνεδριών. Ορισμένοι του έχουν ζητήσει έκπτωση 50% ενώ κάποιοι άλλοι του εξηγούν ότι δεν μπορούν να τον πληρώσουν.
Παρότι το χαμηλό ποσοστό αυτοκτονιών στην Ελλάδα αποδίδεται στην ηλιοφάνεια και τον καλό καιρό, υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες. Για να αποτραπεί ο στιγματισμός, κάποιοι Έλληνες δηλώνουν τις αυτοκτονίες συγγενών τους ως ατυχήματα, μια εξήγηση που «αποδέχεται» η αστυνομία για κοινωνικούς λόγους. Οι οικογένειες προσπαθούν να καλύψουν το γεγονός, για να εξασφαλίσουν τη θρησκευτική κηδεία. Ένας άλλος παράγοντας χαμηλού ποσοστού, είναι το δέσιμο που υπάρχει στην οικογένεια και η νοοτροπία.
«Στην Ελλάδα μπορεί κανείς να βρει κάποιον να μοιραστεί τον πόνο του», δηλώνει ο κ. Σιδέρης, σημειώνοντας ότι πολλοί Έλληνες ακόμη δεν έχουν χάσει την αίσθηση του χιούμορ.
Σε μια χώρα που είχε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών παγκοσμίως, η αύξηση του αριθμού των ανθρώπων που επιχειρούν να δώσουν τέλος στη ζωή τους, λόγω της κρίσης προκαλεί σοκ και συγκλονίζει, μία εβδομάδα πριν τις εκλογές.
Στο δημοσίευμα, γίνεται αναφορά στην αυτοκτονία του 77χρονου συνταξιούχου φαρμακοποιού, Δημήτρη Χρίστουλα, που αυτοπυροβολήθηκε στην πλατεία Συντάγματος, ένας άνθρωπος που με το τέλος του και το ιδιόχειρο σημείωμα που άφησε «έχει γίνει ένα εθνικό σύμβολο της λιτότητας που προκαλεί πόνο και πιέζει εκατομμύρια πολίτες».
Οι γιατροί υποστηρίζουν ότι αυτή η μορφή πολιτικής αυτοκτονίας αποτελεί την αντανάκλαση της αυξανόμενης απελπισίας και της αίσθησης αδυναμίας. Ο συγγραφέας και ψυχαναλυτής Νίκος Σιδέρης δήλωσε στο Reuters ότι η κρίση έχει προκαλέσει «μια αυξανόμενη αίσθηση της ενοχής, την απώλεια της αυτοεκτίμησης και την ταπείνωση σε πολλούς Έλληνες», οι οποίοι «δεν θέλουν να είναι βάρος σε κανέναν».
Οι αυτοκτονίες στην Ελλάδα υπολογίζονται στις 600 ετησίως. Όμως, η αύξηση του αριθμού, οι απόπειρες αυτοκτονίες, η χρήση αντικαταθλιπτικών και η ανάγκη για ψυχιατρική βοήθεια προκαλούν συναγερμό σε ένα έθνος συνηθισμένο στα προβλήματα.
Πριν την κρίση του 2009, η Ελλάδα είχε ένα από τα χαμηλότερα ποσοστά αυτοκτονιών παγκοσμίως, δηλαδή 2,8 ανά 100.000 κατοίκους. Κατά το πρώτο εξάμηνο του 2010, υπήρξε αύξηση 40%, σύμφωνα με τα στοιχεία του υπουργείου Υγείας.
Παρότι για το 2011 δεν υπάρχουν αξιόπιστα στατιστικά, οι ειδικοί εκτιμούν ότι το ποσοστό διπλασιάστηκε σε 5 κατοίκους ανά 100.000.
«Είμαστε ένα έθνος σε κατάσταση σοκ» δηλώνει ο καθηγητής της ψυχιατρικής Νικηφόρος Αγγελόπουλος, που αναφέρθηκε σε μία περίπτωση ασθενή του με σοβαρή κατάθλιψη, όταν η εταιρεία του αντιμετώπισε οικονομικά προβλήματα και αναγκάστηκε να απολύσει 20 από τους 100 υπαλλήλους.
«Δεν μπορούσε να κοιμηθεί και να φάει. Μου είπε ότι η επιχείρησή του είχε καταστραφεί και ο ίδιος δεν μπορούσε να το αντιμετωπίσει», ανέφερε.
Μάλιστα, ο κ. Αγγελόπουλος επισημαίνει ότι το 20% των ασθενών του δεν μπορούν να αντέξουν το κόστος των συνεδριών. Ορισμένοι του έχουν ζητήσει έκπτωση 50% ενώ κάποιοι άλλοι του εξηγούν ότι δεν μπορούν να τον πληρώσουν.
Παρότι το χαμηλό ποσοστό αυτοκτονιών στην Ελλάδα αποδίδεται στην ηλιοφάνεια και τον καλό καιρό, υπάρχουν κι άλλες ερμηνείες. Για να αποτραπεί ο στιγματισμός, κάποιοι Έλληνες δηλώνουν τις αυτοκτονίες συγγενών τους ως ατυχήματα, μια εξήγηση που «αποδέχεται» η αστυνομία για κοινωνικούς λόγους. Οι οικογένειες προσπαθούν να καλύψουν το γεγονός, για να εξασφαλίσουν τη θρησκευτική κηδεία. Ένας άλλος παράγοντας χαμηλού ποσοστού, είναι το δέσιμο που υπάρχει στην οικογένεια και η νοοτροπία.
«Στην Ελλάδα μπορεί κανείς να βρει κάποιον να μοιραστεί τον πόνο του», δηλώνει ο κ. Σιδέρης, σημειώνοντας ότι πολλοί Έλληνες ακόμη δεν έχουν χάσει την αίσθηση του χιούμορ.