Η λογοκρισία, επίσημη ή ανεπίσημη, από θεσμοθετημένα κέντρα εξουσίας δεν είναι τελειωμένη υπόθεση
ενός βάρβαρου παρελθόντος, δεν αποτελεί αποκλειστικό "προνόμιο"
ολοκληρωτικών καθεστώτων ή έκτακτο μέτρο σε περίοδο πολέμου προς χάριν
της άμυνας και της εθνικής ασφάλειας.
Υπήρχε στη δημοκρατική Αθήνα της
αρχαιότητας (μην ξεχνάμε την περίπτωση του Σωκράτη), υπάρχει στις
δημοκρατικές πολυφυλετικές Η.Π.Α. του 21ου αιώνα, υπάρχει στην
δημοκρατική Αθήνα του 2015
Περίπου σαράντα δύο χρόνια νωρίτερα, στις 22 Δεκεμβρίου του 1973, οι
Αθηναίοι πολίτες, στο θέατρο "Αθήναιον" ραίνουν την Τζένη Καρέζη με
λουλούδια στο τέλος της παράστασης του θεατρικού "Το μεγάλο μας τσίρκο"
του Ιάκωβου Καμπανέλλη. "Κόκκινα γαρύφαλλα βγήκαν ξαφνικά κάτω από
παλτό, μέσα από τσέπες και τσάντες και σκέπασαν τη σκηνή", θυμάται
αργότερα ο μεγάλος συγγραφέας του νεοελληνικού θεάτρου.
Η Τζένη Καρέζη
και ο Κώστας Καζάκος είχαν πρόσφατα αποφυλακιστεί από τα κρατητήρια της
ΕΑΤ-ΕΣΑ, όπου κρατούνταν επί μέρες διότι το έργο που ανέβαζε από το
καλοκαίρι ο θίασός τους θεωρούνταν ανατρεπτικό για το χουντικό καθεστώς.
Από τη στιγμή που εγκαθιδρύθηκε η Απριλιανή δικτατορία επέβαλε προληπτική λογοκρισία, στον Τύπο, στη λογοτεχνία, στον κινηματογράφο, στο τραγούδι.
Στα χρόνια από το 1967 έως το 1969 η λογοκρισία ήταν
σκληρή.
Κάθε άρθρο εφημερίδας, κάθε έργο τέχνης, έπρεπε να πάρει την
έγκριση των αξιωματικών της αρμόδιας επιτροπής που έδρευε στο Υπουργείο
Τύπου στην οδό Ζαλοκώστα.
Οι εφημερίδες Καθημερινή, Μεσημβρινή και
Ελευθερία αποφασίζουν να διακόψουν την έκδοσή τους.
Οι λογοτέχνες, ιδίως
όσοι είχαν αγωνιστικό παρελθόν, παύουν να δημοσιεύουν κείμενά τους στα
έντυπα που λογοκρίνονταν και σταματούν να τυπώνουν βιβλία τους.
Οι
διανοούμενοι στην Ελλάδα σιωπούν ως αντίδραση στο καθεστώς, γράφει ο
ξένος τύπος.
Μια αλλαγή στη στάση από την παθητική στην ενεργητική αντίδραση και μία πύκνωση των αντιδικτατορικών φωνών παρατηρεί ο κριτικός και ιστορικός της μεταπολεμικής λογοτεχνίας Αλέξανδρος Αργυρίου από τον Μάρτιο του 1969, όταν μεταδίδεται από ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς το μαγνητοφωνημένο μήνυμα του Σεφέρη που μιλάει για την "κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης" και για την "ανωμαλία" που ζει ο ελληνικός λαός.
Μια αλλαγή στη στάση από την παθητική στην ενεργητική αντίδραση και μία πύκνωση των αντιδικτατορικών φωνών παρατηρεί ο κριτικός και ιστορικός της μεταπολεμικής λογοτεχνίας Αλέξανδρος Αργυρίου από τον Μάρτιο του 1969, όταν μεταδίδεται από ξένους ραδιοφωνικούς σταθμούς το μαγνητοφωνημένο μήνυμα του Σεφέρη που μιλάει για την "κατάσταση υποχρεωτικής νάρκης" και για την "ανωμαλία" που ζει ο ελληνικός λαός.
Στη Γαλλία, το περιοδικό "Le temos Modernes", που εκδίδει ο Σάρτρ,
αφιερώνει το τεύχος 276 bis στην κατάσταση στην Ελλάδα.
Γράφουν ανάμεσα
σε άλλους ο Νίκος Σβορώνος, ο Μάριος Πλωρίτης, ο Ανδρέας Παπανδρέου, ο
Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, και ανθολογούνται Έλληνες λογοτέχνες: Σεφέρης,
Ρίτσος, Αναγνωστάκης, Πατρίκιος, Φραγκιάς, Χατζής κι άλλοι.
Τον Απρίλιο
του 1969, στην Αθήνα 18 λογοτέχνες υπογράφουν δήλωση με την οποία
εκφράζουν την αγανάκτησή τους για την λογοκρισία, τις διώξεις και την
ανελευθερία στη χώρα.
Μ' ετούτα και μ' εκείνα, τον Δεκέμβριο του 1969
αναστέλλεται η προληπτική λογοκρισία.
Το 1970 κυκλοφορεί από τον Κέδρο ο
συλλογικός τόμος Δεκαοχτώ κείμενα, στον οποίο συμμετέχουν οι
μεταπολεμικοί συγγραφείς που υπέγραψαν τη "Δήλωση των 18" (Μιχαήλα
Αβέρωφ, Αλεξ. Αργυρίου, Θαν. Βαλτινός, Γ. Γεραλής, Ι. Δεπούντης, Λ.
Ιακωβίδης, Π. Καλιότσος, Λ. Κάσδαγλη, Ν. Κάσδαγλης, Φ. Κονδύλης, Άλεξ.
Κοτζιάς, Μ. Κουμανταρέας, Τ. Κουφόπουλος, Κ. Μητροπούλου, Ρ. Ρούφος, Κ.
Ταχτσής, Κ. Τσιτσέλη, Θ.Δ. Φραγκόπουλος) και ο οποίος έχει αντιστασιακό
χαρακτήρα.
Τον επόμενο χρόνο ακολουθούν οι τόμοι Νέα Κείμενα και Νέα
Κείμενα 2, με ευρύτερη συμμετοχή λογοτεχνών.
Η κηδεία του Σεφέρη στις 22
Σεπτεμβρίου του 1971 μετατρέπεται σε αντιδικτατορική διαδήλωση. Αμέσως
μετά, οι αντιδράσεις κατά της χούντας αυξάνονται.
Ένα από τα πιο γνωστά κείμενα που λογοκρίθηκαν και κυνηγήθηκαν στη περίοδο της χούντας, ήταν "Το μεγάλο μας τσίρκο" του Ιάκωβου Καμπανέλλη.
Παρ όλες τις περιπέτειες που έζησαν οι ηθοποιοί και οι
συντελεστές του, το έργο κατάφερε να σταθεί όρθιο, αφήνοντας την
ικανοποίηση ότι μπορεί ακόμη και το θέατρο να κάνει μία δικτατορία να
φοβηθεί...