Του Παναγιώτη Αντωνόπουλου
Στην καρέκλα ανεβασμένος ο Πλάτων ρητόρευε.
Η << Αρκαδιά >> φίσκα, οι κρασοπότες άδειαζαν τα ποτήρια, ο
μελίρρυτος λόγος του σθεναρός τους έκανε να κρέμονται από τα χείλη του.
Τα ‘χε με τους πάντες. << Ε, σταθείτε! >> έλεγε. <<
Σας ερωτώ; Είμαστε βίδες του όλου, ναι ή όχι; Απαντώ, εγώ. Ναι. Καλώς!
Πάμε παρακάτω. Το όλον ποιος το ελέγχει; Εμείς οι μικρές βίδες ή οι
μεγάλες; Και πάλι απαντώ. Οι μεγάλες βίδες! Τότε ποιος είναι ο ρόλος
ημών; Δεν είναι να ροκανίζουμε το παξιμάδι και να τρώμε το κουκί; Τι
μου λέτε τώρα… Μετά με ρωτάτε για τον κεραυνοβόλο έρωτα, σας λέω κάτι
γι’ αυτόν: Αυτός ο έρωτας, πως τον λέτε, είναι μπαρούφα. Είναι απόντας,
ψεύτικος! Εγώ δεν τον πιστεύω. Κι αν τον πίστευα και πάλι θα τον
μούντζωνα με χέρια και με πόδια. Ακούστε ‘δω. Ποιος γράφει την ιστορία;
Ποιος άλλος ο άνθρωπος., Θεωρία, ιστορία, μύθος, παραμύθι, είναι κι
αυτός. Καπνός, αέρας, σκόνη, σύννεφο, φου… φου… φου… παφ…πουφ…
Κι εγώ τον έχω φάει κατάμουτρα αυτόν τον κεραυνοβόλο έρωτα που λέτε,
πως υπάρχει, αλλά είναι ψέμα! Με τέτοιο έρωτα, σαν αυτό που λέτε, με
παντρεύτηκε η αγαπητικιά μου κι ορκισμένη σ’ αυτόν, χαρακώσαμε τα
μπράτσα μας να ενώσουμε τα αίματά μας αιώνια και μου ‘βαλε κουλούρα! Κι
ένα βράδυ γκαστρώθηκε μ’ έναν φαντάρο κι έγινε Λούης! Να τι εστί
κεραυνοβόλος έρωτας! Ότι και να μου πείτε εσείς τ’ ακώ βερεσέ εγώ!
Δρόσισε τα χείλη του με λίγο κοκκινέλι και συνέχισε: << Ακούτε
και το τελευταίο και πάω πάσο. Δώστε βάση στα λόγια μου. Η γυναίκα είναι
δαίμονας. Αυτό βάλτε το καλά στο μυαλό σας. Δέστε το καλύτερα! Αυτή
κανονίζει ποιον θα βάλει στο κρεβάτι της κι όχι ο κεραυνοβόλος έρωτας!
Δικό της το χωράφι, δικός της και ο ζευγολάτης. Όποιον θέλει εκείνη
βάζει μέσα και της το οργώνει! Είναι νόμος σας λέω, νόμος!
Ξαναήπιε και πρόσθεσε γελώντας: << Όσο βγάζει κρίνους η
τσουκνίδα και σκόρδα η τριανταφυλλιά άλλο τόσο και η γυναίκα κοιμάται
στο νόμιμο κρεβάτι! Νόμος κι αυτό σας λέω, νόμος!