Η νέα κακοκαιρία που βρίσκεται προ των πυλών ονομάζεται Διδώ και έχει πάρει το όνομά της από μια πριγκίπισσα με το όνομα Διδώ. Ποια ήταν όμως η Διδώ;
Η Διδώ ήταν πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας και συγκεκριμένα πριγκίπισσα της Τύρου, που θεωρείται πως ίδρυσε την Καρχηδόνα στη βόρεια Αφρική.
Η Διδώ, σύμφωνα με τη Wikipedia, κληρονόμησε μαζί με τον σύζυγό της Σιχαίο τον θρόνο της Τύρου από τον πατέρα της, Μάττα ή Μύττοπλούσιο.
Ο αδελφός της όμως ο Πυγμαλίων, δολοφόνησε τον άνδρα της και κατέλαβε την εξουσία.
Όταν το έμαθε η Διδώ, πήρε τους θησαυρούς του συζύγου της και έφυγε με πλοίο και μερικούς πιστούς Τύριους και δούλους.
Το πλοίο τους κατέληξε στις ακτές της Λιβύης όπου ζήτησε από τον βασιλιά Ιάρβα να της επιτρέψει να χτίσει στην ακτή μία πόλη.
Ο βασιλιάς στην αρχή αρνήθηκε αλλά όταν η Διδώ του προσέφερε πλούσια δώρα δέχθηκε, υπό τον όρο η πόλη να πιάνει έκταση όση ένα τομάρι βοδιού.
Η πανούργα Διδώ όμως, φρόντισε να κόψει το τομάρι σε πολύ στενές λωρίδες και, ενώνοντας τες περικύκλωσε ένα μεγάλο χώρο φτιάχνοντας την Καρχηδόνα και την ακρόπολή της, τη Βύρσα.
Ο Ιάρβας ζήτησε να την παντρευτεί αλλά η Διδώ πιστή στο νεκρό άντρα τηςμ αρνήθηκε.
Προκειμένου να αποφύγει μια ενδεχόμενη τιμωρία ανέβηκε σε μια πυρά και αυτοκτόνησε με ένα μαχαίρι ενώ μετά τον θάνατό της την τιμούσαν ως θεά και ένας ναός στο όνομά της κτίστηκε στο λιμάνι της Καρχηδόνας.
Το ίδιο και ο Βιργίλιος, που στην Αινειάδα περιγράφει τον έρωτα της για τον Αινεία.
Ο Αινείας αρχικά είχε ανταποκριθεί στον έρωτά της, αλλά ο Δίας του ζήτησε να φύγει για την Ιταλία, και προσπάθησε να αναχωρήσει κρυφά.
Η Διδώ το κατάλαβε, άναψε φωτιά και έριξε το ξίφος του, την εικόνα του και καθετί που τον θύμιζε.
Αμέσως μετά ανέβηκε στη φωτιά και κάηκε αλλά πριν πεθάνει καταράστηκε τον Αινεία και έκανε έκκληση στους Τυρίους να τρέφουν μίσος κατά των απογόνων του, των Ρωμαίων.
Η Διδώ ήταν πρόσωπο της ελληνικής μυθολογίας και συγκεκριμένα πριγκίπισσα της Τύρου, που θεωρείται πως ίδρυσε την Καρχηδόνα στη βόρεια Αφρική.
Η Διδώ, σύμφωνα με τη Wikipedia, κληρονόμησε μαζί με τον σύζυγό της Σιχαίο τον θρόνο της Τύρου από τον πατέρα της, Μάττα ή Μύττοπλούσιο.
Ο αδελφός της όμως ο Πυγμαλίων, δολοφόνησε τον άνδρα της και κατέλαβε την εξουσία.
Όταν το έμαθε η Διδώ, πήρε τους θησαυρούς του συζύγου της και έφυγε με πλοίο και μερικούς πιστούς Τύριους και δούλους.
Το πλοίο τους κατέληξε στις ακτές της Λιβύης όπου ζήτησε από τον βασιλιά Ιάρβα να της επιτρέψει να χτίσει στην ακτή μία πόλη.
Ο βασιλιάς στην αρχή αρνήθηκε αλλά όταν η Διδώ του προσέφερε πλούσια δώρα δέχθηκε, υπό τον όρο η πόλη να πιάνει έκταση όση ένα τομάρι βοδιού.
Η πανούργα Διδώ όμως, φρόντισε να κόψει το τομάρι σε πολύ στενές λωρίδες και, ενώνοντας τες περικύκλωσε ένα μεγάλο χώρο φτιάχνοντας την Καρχηδόνα και την ακρόπολή της, τη Βύρσα.
Ο Ιάρβας ζήτησε να την παντρευτεί αλλά η Διδώ πιστή στο νεκρό άντρα τηςμ αρνήθηκε.
Προκειμένου να αποφύγει μια ενδεχόμενη τιμωρία ανέβηκε σε μια πυρά και αυτοκτόνησε με ένα μαχαίρι ενώ μετά τον θάνατό της την τιμούσαν ως θεά και ένας ναός στο όνομά της κτίστηκε στο λιμάνι της Καρχηδόνας.
Η Διδώ στη ρωμαϊκή ποίηση
Η Διδώ βρέθηκε και στο επίκεντρο της τέχνης των Ρωμαίων ποιητών Ναίβιου και Έννιου που προσπάθησαν να δικαιολογήσουν το άσπονδο μίσος των Καρχηδονίων για τη Ρώμη.Το ίδιο και ο Βιργίλιος, που στην Αινειάδα περιγράφει τον έρωτα της για τον Αινεία.
Ο Αινείας αρχικά είχε ανταποκριθεί στον έρωτά της, αλλά ο Δίας του ζήτησε να φύγει για την Ιταλία, και προσπάθησε να αναχωρήσει κρυφά.
Η Διδώ το κατάλαβε, άναψε φωτιά και έριξε το ξίφος του, την εικόνα του και καθετί που τον θύμιζε.
Αμέσως μετά ανέβηκε στη φωτιά και κάηκε αλλά πριν πεθάνει καταράστηκε τον Αινεία και έκανε έκκληση στους Τυρίους να τρέφουν μίσος κατά των απογόνων του, των Ρωμαίων.