Από ποια ηλικία και μετά πρέπει τα παιδιά να περνούν
χρόνο μπροστά στις οθόνες και ποιο το όριο που δεν πρέπει να ξεπερνούν
ανάλογα με την ηλικία τους;
Δείτε τι λένε οι επιστήμονες
Ο μέσος ημερήσιος χρόνος που περνούν τα παιδιά βλέποντας τηλεόραση ή
χρησιμοποιώντας υπολογιστή ή κινητό τηλέφωνο αυξάνεται από τα 53 λεπτά
στην ηλικία των 12 μηνών σε περισσότερα από 150 λεπτά στην ηλικία των
τριών ετών, σύμφωνα με μία ανάλυση που δημοσιεύθηκε στο JAMA Pediatrics.
Όπως φαίνεται από τα ευρήματα των ερευνητών, μάλιστα, στην ηλικία των
οκτώ ετών τα παιδιά ήταν πιο πιθανό να περνούν τον περισσότερο χρόνο
τους σε μια οθόνη όταν λάμβαναν φροντίδα στο σπίτι ή ήταν τα πρώτα
παιδιά που αποκτούσαν οι γονείς τους.
«Τα αποτελέσματά μας δείχνουν ότι η συνήθεια της οθόνης ξεκινά από
πολύ νωρίς. Πρόκειται για ευρήματα που υποδεικνύουν ότι οι παρεμβάσεις
για τη μείωση του χρόνου στις οθόνες ενδεχομένως να έχουν καλύτερη τύχη
αν γίνουν νωρίτερα», αναφέρει η Edwina Yeung, επικεφαλής συγγραφέας της
μελέτης και ερευνήτρια στο Εθνικό Ινστιτούτο Υγείας της Αμερικής.
Οι ερευνητές ανέλυσαν δεδομένα από τη Μελέτη Upstate KIDS, κατά την
οποία οι μητέρες των σχεδόν 4.000 παιδιών απάντησαν σε ερωτήσεις για τις
συνήθειες των παιδιών τους όσον αφορά στη χρήση ηλεκτρονικών συσκευών
στις ηλικίες 12, 18, 24, 30 και 36 μηνών και επτά και οκτώ ετών.
Στο σημείο αυτό να σημειωθεί ότι η Αμερικανική Ακαδημία Παιδιατρικής
συνιστά την αποφυγή έκθεσης των παιδιών στα ηλεκτρονικά μέσα πριν την
ηλικία των 18 μηνών, τη σταδιακή εισαγωγή τους στην εμπειρία της οθόνης
μεταξύ 18-24 μηνών και τον περιορισμό του χρόνου στις οθόνες σε μία ώρα
την ημέρα για τα παιδιά ηλικίας από δύο έως πέντε ετών.
Στην παρούσα μελέτη, λοιπόν, οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι το 87% των
παιδιών ξεπερνούσε τα συνιστώμενα όρια στη χρήση οθόνης. Ωστόσο, ενώ ο
χρόνος χρήσης οθόνης αυξανόταν στην πρώιμη παιδική ηλικία, στις ηλικίες
επτά και οκτώ ετών μειωνόταν σε κάτω από 1,5 ώρα την ημέρα, με τους
ερευνητές να θεωρούν ότι η μείωση αυτή σχετίζεται με το χρόνο που
καταναλώνουν τα παιδιά στις σχολικές δραστηριότητες.
Οι ερευνητές κατηγοριοποίησαν τα παιδιά σε δύο ομάδες, βάσει του πόσο
αυξήθηκε ο μέσος ημερήσιος χρόνος χρήσης οθόνης από την ηλικία του ενός
μέχρι τα τρία έτη. Η πρώτη ομάδα (73% του συνόλου), είχε τη μικρότερη
αύξηση, από ένα μέσο όρο σχεδόν 51 λεπτών την ημέρα σε σχεδόν μία ώρα
και 47 λεπτά την ημέρα. Η δεύτερη ομάδα ( 27%) παρουσίαζε τη μεγαλύτερη
αύξηση, από τα σχεδόν 37 λεπτά στις τέσσερις ώρες ημερησίως. Τα
υψηλότερα επίπεδα μόρφωσης των γονέων σχετίστηκαν με λιγότερες
πιθανότητες κατάταξης του παιδιού στη δεύτερη ομάδα. Τα κορίτσια είχαν
ελαφρώς λιγότερες πιθανότητες να ανήκουν στη δεύτερη ομάδα σε σύγκριση
με τα αγόρια, ενώ τα πρωτότοκα παιδιά ήταν πολύ πιο πιθανό να βρίσκονται
στη δεύτερη ομάδα.
Έγινε ακόμα μια κατηγοριοποίηση σε εκατοστημόρια, ανάλογα με το
συνολικό χρόνο χρήσης οθόνης ανά ημέρα. Τα παιδιά που ήταν πιο πιθανό να
βρίσκονται στο 10ο ή και παραπάνω εκατοστημόριο ήταν αυτά που οι γονείς
τους είχαν μόνο απολυτήριο λυκείου (πάνω από διπλάσιες πιθανότητες) ή
τα πρωτότοκα (σχεδόν διπλάσιες πιθανότητες). Παρομοίως, συγκριτικά με τα
παιδιά μονής κύησης, τα δίδυμα είχαν περισσότερες πιθανότητες να
ανήκουν στην ομάδα με τον αυξημένο χρόνο χρήσης οθόνης. Τέλος,
συγκριτικά με τα παιδιά που λάμβαναν φροντίδα εκτός σπιτιού, τα παιδιά
που έμεναν σπίτι με έναν γονιό, συγγενή ή babysitter, είχαν διπλάσιες
πιθανότητες να περνούν περισσότερο χρόνο μπροστά από μια οθόνη.